Σάββατο, Απριλίου 01, 2006

Περί φιλίας…

Θα κάνω μια εξαίρεση (ίσως ακολουθήσουν κι άλλες μελλοντικά) και δεν θα μιλήσω για θέατρο.

Τον τελευταίο καιρό και με αφορμή κάποια προσωπικά περιστατικά με απασχολεί έντονα το ζήτημα της φιλίας μέσα στο πέρασμα του χρόνου. Κυρίως αναφέρομαι σε φιλίες που κάποτε υπήρξαν πολύ στενές κι ο χρόνος αποκάλυψε τελικά το εύθραυστο της ύπαρξης τους. Είναι αλήθεια ότι όσο μεγαλώνουμε, γινόμαστε πιο προσεκτικοί και πιο επιλεκτικοί στο ζήτημα των ανθρώπινων σχέσεων. Πάντα πίστευα ότι το να έχει κανείς φίλους είναι πολύ σημαντικό πράγμα, σημαντικότερο ίσως από μια συγγενική σχέση, αφού υπάρχει η δυνατότητα επιλογής κι όχι κάτι το προκαθορισμένο που σου επιβάλλεται επειδή απλώς υπάρχει. Και μιλάμε για καλούς φίλους όταν ο χρόνος έχει δοκιμάσει τη σχέση, όταν αισθάνεσαι άνετα μαζί τους, όταν ξέρεις ότι δεν χρειάζεται να προσποιείσαι κάτι που δεν είσαι, όταν οι σιωπές μπορούν να είναι ουσιαστικές. Πόσοι τέτοιοι υπάρχουν που η σχέση μαζί τους φτάνει να γίνει σχεδόν αδερφική;
Είχα πριν από χρόνια μια πολύ στενή φίλη με την οποία μοιραστήκαμε πολλά, ανησυχίες και προβληματισμούς της πρώτης νιότης και κατόπιν από δική της ευθύνη χαθήκαμε. Μάλιστα, όταν την είχα ρωτήσει επίμονα τότε, κατά πόσο η απουσία της οφειλόταν σε κάτι που ενδεχομένως άθελα μου να είχα κάνει, με διαβεβαίωσε πως δεν είχα κάνει τίποτα. Επανήλθε λίγα χρόνια αργότερα όταν ξεκινώντας μια δική της μικρή επιχείρηση, με είδε ως υποψήφια πελάτισσα. Ως εδώ ίσως και θεμιτό. Να βοηθήσεις κάποιον φίλο που ξεκινάει κάτι, αλλά να μην νιώθεις ότι αυτό που σημαίνεις πια για κεινον μετριέται μόνο σε χρήμα.
Το πιο σοκαριστικό απ’ όλα ήταν όταν πριν από λίγο καιρό μου τηλεφώνησε και με κάλεσε σπίτι της για καφέ και για να τα πούμε . Ούτε καφέ βέβαια ήπιαμε, αλλά ούτε και είχε να μου πει τίποτα παρά μόνο επέμενε να μου πουλήσει και πάλι κάποιο προϊόν. Δεν με ρώτησε ούτε τι κάνω, ούτε πως περνάω κι ακόμα κι όταν ζήτησα νερό και πήγαμε μαζί στην κουζίνα, βρήκε αφορμή να μου πλασάρει ένα προϊόν για το φιλτράρισμα του νερού. Οι παύσεις ήταν αμήχανες. Δεν είχε τίποτα άλλο να πει, πέρα από το πώς θα μπορέσει να πλησιάσει το στόχο της, δηλαδή εμένα.
Θύμωσα, αλλά πιο πολύ απογοητεύτηκα. Τα έβαλα και λίγο με τον εαυτό μου. Γιατί δέχτηκα να τη συναντήσω; Βέβαια δεν φανταζόμουνα ότι πάλι θα μίλαγε για δουλειές. Πίστευα ότι πράγματι επρόκειτο για μια χαριτωμένη συνάντηση για καφέ έπειτα από καιρό. Απ’ την άλλη, θύμωσα με μένα που δεν είχα εκείνη τη στιγμή τη δύναμη να της πω όλα όσα σκεφτόμουνα, ίσως θα ήταν πιο έντιμο απ’ το να μην μιλήσω καθόλου. Έφυγα και στο δρόμο της επιστροφής σκεφτόμουνα πόσο πικρό είναι το συναίσθημα που σου αφήνουν κάποιοι άνθρωποι που δεν κουβαλάνε μέσα τους τελικά κανένα ίχνος πολιτισμού. Αναρωτήθηκα πώς ήμασταν κάποτε φίλες. Βέβαια, έχει συμβεί κι άλλοτε να χαθούν φιλίες. Ήταν αυτές που άνθισαν μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο και κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες κι ο χρόνος τις μετέτρεψε σε απλές φιλικές σχέσεις αλλά δεν τις αμαύρωσε. Σκέφτομαι καμιά φορά με νοσταλγία εκείνα τα πρώτα χρόνια μετά το σχολείο κι έναν κύκλο ανθρώπων που οι μετέπειτα απαιτήσεις της ζωής, τον έκλεισαν. Υπάρχουν ελάχιστα πρόσωπα που σήμερα πια θα μπορούσα να αισθανθώ ως στενούς φίλους. Υπάρχουν και κάποιοι που απαρτίζουν έναν ευρύτερο φιλικό περίγυρο. Αντίθετα, με πληγώνουν και με θυμώνουν βαθιά οι άνθρωποι που εκμεταλλευόμενοι μια οποιαδήποτε μορφή σχέσης, σε ακυρώνουν ως άτομο και εστιάζουν στην οποιαδήποτε δυνατότητα να τους φανείς χρήσιμος. Και το μόνο που μπορώ να σκεφτώ πια γι’ αυτούς είναι η επιθυμία μου να περάσουν στην τιμωρία της λήθης.

1 σχόλιο:

Χαρτοπόντικας είπε...

Είναι εύκολο να τα ξεπεράσεις όλα: κάνε το Α Η και τα λάθη γίνονται λήθη.