Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 24, 2008

Συνέβη στην Αθήνα...




















Αν και οι τελευταίες μέρες έχουν κυλήσει με πολύ άγχος και κούραση, αυτό που αποτύπωσα στα δύο φωτογραφικά ενσταντανέ σήμερα το απόγευμα, μ' έκανε και χαμογέλασα.
Ο νεαρός ξεπρόβαλλε ξαφνικά στο φανάρι του Hilton και πρόσφερε ολίγη τέρψη στα κουρασμένα μάτια των μονίμως ταλαιπωρημένων οδηγών της Αθήνας.

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 17, 2008

Αλεπουδίσματα!



Το σκυλάκι γαβγίζει, η γάτα νιαουρίζει, ο γάϊδαρος γκαρίζει, το αρνάκι βελάζει (καλά, καλά το κόβω εδώ πέρα). Το ερώτημα είναι η αλεπού τι ήχο βγάζει;

Η αλεπού λοιπόν αλεπουδίζει! Και για του λόγου το αληθές, πηγαίνετε στο Radio Bubble και πατήσετε την επιλογή live radio ή πηγαίνετε κατευθείαν εδώ.


Τα «Αλεπουδίσματα» είναι τα ραδιοφωνικά φτερουγίσματα της Αλεπούς και στόχο έχουν να παντρεύουν κάθε φορά τη μουσική με το θέατρο. Άλλοτε η αφορμή θα είναι μια θεατρική παράσταση της επικαιρότητας ή του παρελθόντος, μια θεατρική προσωπικότητα απ’ το σήμερα ή το χθες κι άλλοτε ένα τραγούδι ή η μουσική επένδυση ενός θεατρικού έργου ή ακόμα και μιας ταινίας.

«Αλεπουδίσματα»: κάθε δεύτερη Τετάρτη από τις 19.00 ως τις 20.00 εναλλάξ με το "Μια σταγόνα στον αέρα" της
Ροδιάς .


Μπορεί να δυσκολευτείτε λίγο σήμερα να μπείτε στο site (ο δαίμων του διαδικτύου γαρ). Παρόλα αυτά να επιμείνετε. Το νέο πρόγραμμα του Radio Bubble είναι εδώ και αξίζει να "κλέψει" απ' τον χρόνο σας!
UPDATE
Εδώ κάντε κλικ αν θέλετε να ακούσετε την εκπομπή.

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 15, 2008

«Το ευχαριστημένο ή οι δικοί μου άνθρωποι».

Έχω διάφορες εμμονές με μεγάλες προσωπικότητες της τέχνης ή των γραμμάτων, κάποιες απ’ τις οποίες εν ζωή ακόμα και κάποιες άλλες κοιμισμένες για πάντα. Μάλλον οι περισσότερες εμμονές μου ανήκουν στην δεύτερη κατηγορία. Ίσως γιατί αυτοί που έφυγαν για το μεγάλο ταξείδι έχουν αφήσει τον γοητευτικό μύθο πίσω τους. Μια τέτοια περίπτωση είναι και ο Μ. Καραγάτσης ή αλλιώς Δημήτρης Ροδόπουλος.

Ο Καραγάτσης ήταν κατά γενική ομολογία η πιο πληθωρική και τελικά η πιο ατόφια πεζογραφική ιδιοφυΐα της λεγόμενης γενιάς του ’30 σύμφωνα με τα όσα είπε ο Γ.Π Σαββίδης στη νεκρολογία που έγραψε τον Σεπτέμβρη του 1960 στο «Βήμα». Ο Καραγάτσης ήταν αναγνωρισμένος για το μεγάλο ταλέντο του και την ικανότητα του να γράφει από τους κορυφαίους συγγραφείς της γενιάς του- προνόμιο που δεν απολαμβάνουν οι περισσότεροι λογοτέχνες. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην έκδοση της «Νέας Εστίας» που κυκλφόρησε το 1961, το τεύχος 823 ήταν αφιερωμένο στη μνήμη του και υπογεγραμμένο από τους Βενέζη, Καστανάκη, Μυριβήλη, Παναγιωτόπουλο, Πετσάλη-Διομήδη. Ο Μυριβήλης λέει: «ήταν ο πιο προικισμένος απ’ όλους μας, ο πιο εργατικός, ο πιο συνθετικός, ο πιο γνήσιος μυθιστοριογράφος. Κανείς άλλος μας δεν μπορούσε να στήσει τον μύθο και να κινήσει τους ήρωες του με τόση ευκολία κα με τόση αληθοφάνεια. Ήταν εκπληκτικές οι ικανότητες του στη δημιουργία ατμόσφαιρας και στην επινόηση πειστικών εκ πρώτης όψεως καταστάσεων».

Σήμερα, 100 χρόνια απ’ τη γέννηση του συγγραφέα και 48 απ’ τον θάνατο του, η κόρη του Μαρίνα βρίσκει το κουράγιο να πει την ιστορία της οικογένειας και να φέρει στο φως σκηνές απ’ την καθημερινότητα τους. Πόσο δύσκολο είναι για ένα παιδί να έχει πατέρα τον δύσκολο, δύστροπο Καραγάτση; Πώς είναι ένα σπίτι ολόκληρο να πρέπει να πειθαρχεί στους ρυθμούς του συγγραφέα που χρειάζεται ησυχία για να γράψει και ιδανικές συνθήκες για να κοιμηθεί; Πόσο υπομονετική υπήρξε η μητέρα της, η ζωγράφος Νίκη Καραγάτση στο πλευρό μιας τόσο ισχυρής προσωπικότητας; Ποια ήταν η ιστορία της Λασκαρώς, της φτωχής υπηρέτριας που στο πρόσωπο της ζωγραφίζονται όλες οι ιστορίες των κοριτσιών που για λόγους φτώχειας έφυγαν απ’ τα σπίτι τους στην επαρχία και ξενοδούλεψαν στην Αθήνα; Ποια ήταν η ιστορία της οικογένειας όπως τη διηγείται η γιαγιά Μίνα;

Μ’ όλα αυτά τα φαντάσματα αποφασίζει να αναμετρηθεί η κόρη του Καραγάτση, η Μαρίνα που πήρε το όνομα της απ’ την ηρωίδα της «Μεγάλης Χίμαιρας», η απόγονος ενός σπουδαίου συγγραφέα, η ίδια συγγραφέας άξια σήμερα και ανατόμος της οικογένειας της.

Στο βιβλίο της «Το ευχαριστημένο ή οι δικοί μου άνθρωποι», η Μαρίνα Καραγάτση δανείζεται τα λόγια των οικείων της προσώπων και μ’ αυτά τους ζωντανεύει ξανά σε τρεις παράλληλους μονολόγους μιας ανοιξιάτικης μέρας του 1950 κι ενός θεατρικού μονόπρακτου του 2006. Στο μονόπρακτο της, οι τρεις δικοί της άνθρωποι μαζί με τον παππού και τον θείο της συναντιούνται στο αυλιδάκι του ουρανού, περιγελούν τα εγκόσμια και ζουν την αιώνια ζωή απόλυτα συμφιλιωμένοι πια μεταξύ τους και με όσα τους πίκραναν όσο ήταν ζωντανοί.

Το βιβλίο είναι απολαυστικό και διαβάζεται ευχάριστα. Αποτελεί πλούτο γνώσης για την εποχή που περιγράφει, την καθημερινότητα του συγγραφέα, αλλά και την ιστορία της ναυτιλίας στην Άνδρο.

Με μια γλυκειά μελαγχολία, διάβασα την τελευταία σελίδα κι έκλεισα το φως χτες το βράδυ. Ήταν 14 Σεπτεμβρίου, η ημερομηνία που 48 χρόνια πριν, ο Καραγάτσης πέρναγε στην αιωνιότητα κλείνοντας τον μαγικό κόσμο των γραπτών του με την περίφημη φράση «Ας γελάσω».

Φοβερή σύμπτωση να διαβάζω για κείνον στην επέτειο του θανάτου του. Τo ανακάλυψα σήμερα. Είναι να μην με στοιχειώνει μετά ο συγκεκριμένος συγγραφέας;

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 09, 2008

Της Κυριακής!

Είδα χτες την παλιά μου συμμαθήτρια και χάρηκα πολύ.
Με ανακάλυψε πρώτη εκείνη μέσα απ’ το διαδίκτυο. Στην αρχή δεν το πίστευα! Δεν είχα μέχρι τώρα βρει κανέναν απ’ τα παλιά και ψιλοζήλευα που ήξερα ότι σε άλλους συνέβαινε. Να που ήρθε και σε μένα!

Το πρώτο της μήνυμα το έλαβα όταν ήμουνα στην Αμερική. Όταν επέστρεψα εγώ, έφευγε εκείνη για διακοπές και τελικά συναντηθήκαμε χτες. Όταν πρωτομιλήσαμε στο τηλέφωνο η έκπληξη ήταν μεγάλη. Το τηλέφωνο της το ίδιο όπως το θυμόμουνα. Μένει εξάλλου στο πατρικό της. Η φωνή της ίδια. Μια μικρή παραλλαγή μόνο στο όνομα της που την υιοθέτησε όπως με πληροφόρησε στα 18.


Η παλιά μου συμμαθήτρια είναι πια μαμά 3 παιδιών! Αυτό από μόνο του ήταν φοβερό νέο! Ούτε 1, ούτε 2 αλλά 3 πιτσιρίκια (πολύ χαριτωμένα όπως διαπίστωσα από φωτογραφίες).
Είχαμε δώσει ραντεβού στο σταθμό του Θησείου. Εννοείται ότι αναγνώρισε η μία την άλλη αμέσως. Ε, δεν έχουν περάσει δα και τόσα χρόνια…


Ήπιαμε καφέ και το γυρίσαμε και σε ποτάκια. Προσπαθούσαμε να χωρέσουμε διαδρομή σχεδόν εικοσαετίας σε λίγες ώρες. Προσπαθούσαμε μάλλον ν’ ανακαλύψουμε σε τι είδους άνθρωπο εξελίχθηκε η κάθε μια μας.

Τι σπούδασες; Πόσες ξένες γλώσσες μιλάς; Πού έχεις ταξιδέψει, πόσο ερωτεύτηκες, πόσο πόνεσες…

Σκέφτομαι τώρα ότι ρωτούσαμε να μάθουμε τα “τρόπαια” της ενήλικης ζωής μας, της πρώτης μας νιότης, της πορείας μας προς την ηλικία της ωριμότητας. Αυτό που ξέραμε ως τα χθες, ήταν η μεγάλη περίοδος της εφηβείας, τα σχολικά χρόνια, τα κοινά ακούσματα, οι κοινές μνήμες.

Θέλω να κάνω ένα μεγάλο πάρτυ, μου είπε κάποια στιγμή. Να ακούγονται όμως τα τραγούδια που ακούγαμε τότε και να χορέψουμε όπως χορεύουμε τότε.

Και μετά αρχίσαμε τα θυμάσαι αυτό; Και θυμάσαι εκείνο και θυμάμαι ότι έγραφες από τότε ή θυμάμαι το αφρόλουτρο που χρησιμοποιούσες κι όταν το μυρίζω σε σκέφτομαι.

Γυρνάω τη μνήμη μου στην ανέμελη εφηβεία μου και τη νοσταλγώ. Θέλω να γυρίσω για μια μέρα στην τάξη που μοιραστήκαμε όλοι για 6 χρόνια. Να μας δω με τα ρούχα και τα μαλλιά της δεκαετίας του ’80. Να ξανακάνουμε τις ίδιες πλάκες, να μην ξέρουν οι καθηγητές πώς να μας συμπεριφερθούν. «Άριστοι μαθητές, αλλά πολύ άτακτοι».

Την περίμενα με ανυπομονησία την παλιά μου συμμαθήτρια χτες το απόγευμα. Στα λίγα λεπτά που στεκόμουν εκεί μέχρι να έρθει, ένιωθα σαν να περιμένω γκόμενο για ραντεβού. Της το είπα και γέλασε. Κι εγώ το ίδιο ένιωθα, μου είπε. Και μετά τα μπλε μάτια της γέμισαν δάκρυα. Συγκινήθηκαμε που συναντηθήκαμε ξανά μετά από χρόνια. Μεγαλώνουμε μήπως; Μπα! Σαν πιτσιρίκες νιώθαμε ξανά καθώς γυρνάγαμε τον χρόνο πίσω. Σαν να μην είχε περάσει μια μέρα.

Με κάλεσε σπίτι. Θα έρθετε εσείς για φαγητό γιατί εμείς με τα παιδιά είναι δύσκολο.

Προσγειώθηκα στο σήμερα. Θα βρεθούμε ως ζευγάρια.

Τη στιγμή όμως που θα σταθώ έξω απ’ την πόρτα του σπιτιού της, ξέρω ότι στα λίγα λεπτά που θα κάνει μέχρι να την ανοίξει, εγώ θα νομίζω ότι θα δω τη μητέρα της κι ότι θα μου πει: Μέσα είναι και οι άλλες στο δωμάτιο, πήγαινε.
Και θα μπω στο παλιό, παιδικό της δωμάτιο που και τώρα παιδικό είναι αλλά για τα δικά της παιδιά. Θα βγω στη βεράντα που κάναμε συζητήσεις επί συζητήσεων ώρες ολόκληρες. Και θ’ απογειωθώ πάλι στο χθες περιμένοντας να κάνω μια από κείνες τις παλιές σκανταλιές, να μοιραστώ ένα από’ κεινα τα παλιά μυστικά που ο χρόνος τα σκέπασε καλά και τα προστατεύει γιατί ήταν τα μυστικά της αθωότητας μας.

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 04, 2008

Πέτα τη γραβάτα απ’ το τρένο (της ζωής σου)!


Τις προάλλες ο διευθυντής μου σε μια στιγμή που η δουλειά ήταν στο πικ της, μου εξομολογήθηκε ότι θα ήθελε να έχει μια δική του δουλειά, να βγάζει το1/3 των χρημάτων που βγάζει τώρα, αλλά να έχει την άνεση να πηγαίνει όποτε θέλει, να είναι ντυμένος όπως θέλει κι όχι γραβατωμένος χειμώνα καλοκαίρι και κυρίως να μην έχει το άγχος που έχει τώρα.
Το πιστεύω. Δεν το είπε για να εντυπωσιάσει. Απλώς, ανήκει κι αυτός στην κατηγορία των κουρασμένων σαράντα something που νιώθουν ότι οι πολυεθνικές τους έχουν ρουφήξει το αίμα, τον προσωπικό χρόνο, τη γυναίκα και τα παιδιά τους έστω και με ακριβά ανταλλάγματα βέβαια…και που φτάνουν σ’ ένα σημείο κορεσμού που πραγματικά δεν θέλουν να πληρώσουν άλλο το τίμημα του να μην μπορούν ούτε διακοπές να κάνουν με την ησυχία τους, έστω κι αν αυτό θα μεταφραστεί σε μικρότερο ποσό στον τραπεζικό τους λογαριασμό.
Εγώ να σας πω: τον πιστεύω και τον κατανοώ. Γνωρίζω άλλωστε στον στενό μου περίγυρο, ανθρώπους που πέταξαν με μεγάλη ευχαρίστηση τη στολή του γιάπι, αποχωρίστηκαν κάποια απ’ τα μηδενικά του μισθού τους κι άρχισαν να απολαμβάνουν την ποιότητα του να ορίζουν αυτοί τον χρόνο τους. Και κυρίως δεν το μετάνιωσαν!

Όλο αυτό πάντως μου θυμίζει το σύστημα Hollywood που αφού ξεζουμίσει την αφρόκρεμα των σταρ που πιστά υπηρετούν το σύστημα σαν καλοπληρωμένα μεγαλοστελέχη πολυεθνικής, βρίσκει τον τρόπο και τους αντικαθιστά άμεσα. Είναι αυτός ο νέος ή η νέα που θα έχει λίγο μικρότερο κασέ στην αρχή, θα ασκεί περισσότερη γοητεία στο κοινό, θα έχει λιγότερες απαιτήσεις και θα λάμψει στη θέση του προκατόχου του/ της που περιορίζεται πια σε ρόλους γκεστ ή σε off Broadway παραστάσεις ή (επειδή στην Αμερική τα πράγματα στις show business είναι πιο σκληρά) θα αποσυρθεί στο ράντσο του βυθισμένος στο αλκοόλ και στη λησμονιά (κάπως σαν τη Gloria Swanson στη «Λεωφόρο της Δύσης».

Το κρίσιμο σημείο πάντως τόσο στις πολυεθνικές όσο και στο Hollywood είναι αυτές οι ρημάδες οι ρυτίδες που κάνουν τη διαφορά. Α, και οι άσπρες τρίχες. Μόλις οι πρώτες ρυτίδες κάνουν την εμφάνιση τους, θα υπάρχει πάντα στη γωνία ένας νεότερος να παίξει τον ρόλο. Και τους διευθυντές των πολυεθνικών άλλωστε οι πρώτες ρυτίδες είναι που τους προβληματίζουν. Κοιτιούνται μια μέρα στον καθρέφτη κι αναρωτιούνται μήπως τις απέκτησαν λίγο πιο νωρίς απ’ το κανονικό ή πώς γκρίζαραν έτσι; Θα’ ναι εδώ και καιρό, αλλά φταίει που δεν έχουν χρόνο ούτε στον καθρέφτη να κοιταχτούν…

Το θέμα είναι να απαλλαγείς απ’ το σύστημα πριν προλάβει να απαλλαγεί αυτό από σένα!


Στη φωτογραφία η Gloria Swanson απ’ τη «Λεωφόρο της Δύσης».