Παρασκευή, Ιουλίου 20, 2007

BONNES VACANCES

Δευτέρα, Ιουλίου 16, 2007

Ψάρια, 7η τέχνη και λογοτεχνία

Το Σαββατοκύριακο που μας πέρασε είχε και πολύ φαγητό, αλλά και τροφή πνευματικού περιεχομένου. Εξηγούμαι αρχίζοντας από τα χαμηλά(στομάχι γαρ):
το Σάββατο το βράδυ, ακολουθήσαμε την πρόταση γνωστής μαγείρισσας και γευσιγνώστριας με τακτική παρουσία στον Γαστρονόμο και μας αποκαλύφθησαν εξαιρετικής ποιότητας γευστικές απολαύσεις σε ταβερνείο παλιομοδίτικο με διακόσμηση στο γαλάζιο, δεντράκια γύρω-γύρω, χαλίκι στο έδαφος και απόλυτη ησυχία σε παράδρομο πολυσύχναστου δρόμου δυτικού προαστείου. Η μουσική υπόκρουση ήταν Βοσκόπουλος της δεκαετίας του ’70 μάλλον, αλλά καθόλου δεν μας ενόχλησε αφού τα ντεσιμπέλ δεν ήταν απαγορευτικά για να ακουγόμαστε μεταξύ μας. Το δε φαγητό όπως προείπα, ήταν εξαιρετικό. (Μπαμπάκη, αν θες πληροφορίες στη διάθεση σου)...







Χθες πάλι το μεσημέρι, την τιμητική του είχε έτερο ταβερνείο, κουτούκι για να είμαι πιο ακριβής, με έμφαση στα μαγειρευτά μαμαδίστικα φαγητά. Παρήλασαν από μπροστά μας μουσακάδες, παπουτσάκια, γεμιστά, λαχανοντολμάδες και άλλα ονειρεμένα που σε οδηγούν κατευθείαν σε δίωρη μεσημεριάτικη σιέστα και το βράδυ αντέχεις να πιεις μόνο νερό.
Οι πιο υψηλές(πνευματικές γαρ) ενασχολήσεις του σαββατοκύριακου αφορούν σε δύο ταινίες κι ένα βιβλίο:

Η πρώτη ήταν το «Little Miss Sunshine», ταινία για την οποία είχε ακουστεί μεταξύ άλλων ότι αποτέλεσε την έκπληξη της κινηματογραφικής σεζόν που πέρασε. Συγνώμη δηλαδή, αλλά εγώ απογοητεύτηκα κάπως. Ενώ έχει όλα τα αβανταδόρικα στοιχεία: παππούς εθισμένος στην κόκα, πατέρας εισηγητής σε σεμινάρια αυτοβελτίωσης, θείος γκέι ειδικός στη μελέτη του Προυστ και με πρόσφατη απόπειρα αυτοκτονίας, δεκαπεντάχρονος γιος επηρεασμένος απ’ τον Νίτσε που έχει δώσει όρκο σιωπής και επικοινωνεί μόνο με σημειώματα, μάνα στα πρόθυρα υστερίας να προσπαθεί να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα… Όλη αυτή η ιδιόμορφη οικογένεια, ταξιδεύει με σαράβαλο φορτηγάκι στο Λος Άντζελες για να παρευρεθεί στα παιδικά καλλιστεία όπου θα συμμετάσχει η οχτάκρονη κόρη. Στο τέλος της ταινίας (ευτυχώς ήταν μόνο μιάμιση ώρα), λες ένα «So what» και «τουλάχιστον ήπια μια μπύρα στη δροσιά του θερινού» κι αυτό ήταν.
Πραγματικά πάντως, πιστεύω ότι η ταινία είχε όλες τις προδιαγραφές να είναι καλύτερη.


Η δεύτερη ταινία ήταν το «Ο άνεμος χορεύει το κριθάρι» του σπουδαίου Κεν Λόουτς. Για τον σκηνοθέτη δεν χρειάζεται να πω τίποτα. Έχει έναν πολύ προσωπικό τρόπο κινηματογραφικής γραφής και η θεματολογία του ακουμπάει σε μεγάλες δραματικές στιγμές της παγκόσμιας ιστορίας. Μια τέτοια στιγμή καταγράφει κι εδώ, με την Ιρλανδία του 1920 να προσπαθεί να αποτινάξει τον ζυγό των Βρετανικών στρατευμάτων κατοχής και να οδηγείται σε μια αμφιλεγόμενη συνθήκη και σ’ έναν σπαρατικό εμφύλιο ανάμεσα στους Ιρλανδούς που αποδέχτηκαν τη συνθήκη και στους άλλους που θεώρησαν την υπογραφή της σαν πουλημένη ιστορία. Στον κεντρικό άξονα της ταινίας υπάρχει η ιστορία των αδερφών Ο’ Ντόνοβαν, του ατίθασου Τεντ και του πιο συγκρατημένου Ντάμιαν. Πρόκειται για μια εξαιρετικά σκληρή ταινία απ’ τις πρώτες κιόλας σκηνές της, αλλά αξίζει να τη δει κανείς για να απολαύσει ποιοτικό κινηματογράφο.
Το βιβλίο ήρθε κάπου στο ενδιάμεσο των δύο ταινιών και των φαγητών που περιέγραψα.


Πρόκειται για την«Χαμένη βιβλιοθήκη του Δημητρίου Μόστρα», του Δημήτρη Μαμαλούκα, ένα βιβλίο για το οποίο έχετε όλοι διαβάσει αναλυτικά εδώ κι εδώ.
Ήμουν επιφυλακτική στην αρχή, καθώς θεώρησα ότι όλο αυτό το παιχνίδι με κρυμμένα μυστικά και γρίφους κάτι μου θυμίζει, αλλά πρέπει να παραδεχτώ ότι είναι ένα πολύ περιεκτικό μυθιστόρημα που απλώς βασίζεται σ' ένα πέτυχημένο concept, πράγμα που είναι πολύ θεμιτό. Άλλωστε, δεν υπάρχει παρθενογένεση στην τέχνη ή στη λογοτεχνία. Όλα έχουν ειπωθεί και γραφτεί και το ενδιαφέρον κρίνεται πάντα απ' την επεξεργασία του υλικού και το αποτέλεσμα. Ο Μαμαλούκας αναμφίβολα έχει καλή πένα και ξέρει το μυστικό να κρατάει το ενδιαφέρον αμείωτο. Μου άρεσαν οι παράλληλες ιστορίες, βρήκα ότι έχει κινηματογραφική γραφή και θα μπορούσε άνετα να μεταφερθεί και στη μεγάλη οθόνη και θεώρησα άκρως ενδιαφέρον το εύρημα με το επίτηδες παραλειπόμενο κεφάλαιο. (Έχω μόνο μια μικρή ένσταση που αφορά στον κεντρικό ήρωα, αλλά δεν την γράφω γιατί η φίλη μου η envain δεν το έχει ακόμα τελειώσει και δεν θέλω να προδώσω το τέλος).
Πάντως, εγώ πέρασα πολύ ευχάριστα διαβάζοντας το και το συνιστώ ανεπιφύλακτα.

Πέμπτη, Ιουλίου 12, 2007

Κακόγουστα και φτηνά

Δεν ξέρω ποιο είναι το σωστό ρήμα ή η σωστή έκφραση για να περιγράψω πόσο μ’ εκνευρίζουν/απεχθάνομαι/σιχαίνομαι/ θέλω να ουρλιάξω/ αηδιάζω / βαριέμαι με
την ασυνέπεια, την αδιαφορία, την αγραμματοσύνη – είναι δυνατόν να υπάρχει διαφήμιση στο Internet με την προστακτική «εξέφρασε τη γνώμη σου»; Δεν υπάρχει κανείς που να μιλάει στοιχειωδώς τη γλώσσα; Ή να βλέπω το κακός αντί του επιρρήματος κακώς σε κείμενο; Ή το καταπληκτικό όσο αναφορά;
Στην τηλεόραση, γιατί να είμαι καταδικασμένη όταν και αν την ανοίξω να βομβαρδίζομαι ανελέητα με πλάνα από έναν μυκονιάτικο νεοκιτς γάμο; Τι με νοιάζει ή τι μας νοιάζει πόσο έκανε το νυφικό και πόσο η ανθοστόλοστη τσάντα;
Συγνώμη δηλαδή, αλλά στη φράση «δημοκρατία έχουμε κι ο καθένας κάνει ή λέει ή προβάλλει ό, τι του αρέσει», εγώ βλέπω μόνο κακογουστιά, ψευτιά και ασυδοσία.
Το αποκορύφωμα της αηδίας μου ήταν η περίφημη απάντηση του Υπουργού Υγείας για το θέμα της Αμαλίας. Δηλαδή τόσο καιρό του πήρε να συντάξει αυτές τις ψεύτικες γενικολογίες; Και με ποιο δικαίωμα ο καθένας μας αντιμετωπίζει σαν ένα μάτσο ηλίθιους και μας ταϊζει ψευτιές;
Τελικά, μήπως το καλύτερο ρήμα είναι βουλώνω τ’ αυτιά μου και κλείνω τα μάτια μου στις σειρήνες της κακογουστιάς;

Πέμπτη, Ιουλίου 05, 2007

Tourist or traveller?

Σ’ ένα σχολικό βιβλίο αγγλικών υπήρχε ένα άρθρο με τίτλο «Tourist or traveller». Στο κείμενο που ακολουθούσε, ο συγγραφέας όριζε τον τουρίστα σαν τον κλασικό τύπο που βλέπει όλα τα must αξιοθέατα με τη φωτογραφική μηχανή ανά χείρας, ψωνίζει τα απαραίτητα σουβενίρ στα οποία κάπου αναγράφεται η πόλη στην οποία ταξίδεψε και αποτελεί μέλος ενός group.
Ο traveller αντίθετα, είναι ο τύπος που ταξιδεύει μόνος, χωρίς τους περιορισμούς του group δηλαδή, ανακατεύεται με τους ντόπιους, προσπαθεί να ζήσει για λίγο τη ζωή τους, μπλέκεται στην περιπέτεια του ταξιδιού και περπατάει στις άσημες γειτονιές και στα άγνωστα σοκάκια.

Προσπαθώντας να απαντήσω σήμερα στο ερώτημα τι είμαι απ’ τα δύο, τι θα ήθελα να είμαι και τι έχω υπάρξει, θα έλεγα λίγο κι απ’ τα δύο. Η ιδιότητα του traveller βέβαια, είναι λιγότερο ρεαλιστικό σενάριο, κυρίως λόγω συνθηκών. Αν για παράδειγμα έχεις μόνο λίγες μέρες στη διάθεση σου στο Παρίσι, εννοείται ότι θα δεις το Λούβρο ή τον Πύργο του Άιφελ. Θα πάρεις καμιά καρτ ποστάλ και σίγουρα θα ψωνίσεις. Με το πέρασμα του χρόνου όμως και την αύξηση των ταξιδιών, αν έχεις τον traveller μέσα σου, αναγκαστικά θα εκτοπίσεις τον tourist έστω και κάτω από χρονικούς περιορισμούς. Το στάδιο αυτό λέγεται επιλεκτικότητα.

Ανταποκρινόμενη λοιπόν στην πρόσκληση της Krot για τα ταξίδια, θα αναφέρω το Λονδίνο επειδή σε συνδυασμό με τη Σκωτία είναι το πρώτο ταξίδι της ζωής μου σε παιδική ηλικία και με συνθήκες traveller… αλλά και επειδή αργότερα, στην ενήλικη ζωή μου, υπήρξε αγαπημένη απόδραση. Το Λονδίνο είναι κοσμικό και με αέρα παλιάς αυτοκρατορίας, αλαζονικό και μποέμικο συγχρόνως, μοντέρνο και παλιό, μεγαλοπρεπές και αριστοκρατικό.
Ως δεύτερο αγαπημένο προορισμό θα βάλω την Αβινιόν στη Νότιο Γαλλία γιατί ήταν ένα ταξίδι στο οποίο ανέλπιστα προσκλήθηκα πριν από αρκετά χρόνια να παρακολουθήσω το θεατρικό φεστιβάλ και ήμουν για πρώτη φορά άγνωστη μεταξύ αγνώστων, σε μια ευτυχή συνύπαρξη με δεκάδες παιδιά από διαφορετικές εθνότητες. Πραγματικά αξέχαστη εμπειρία!
Παραμένοντας γεωγραφικά στη Γαλλία, κάνω ιδιαίτερη μνεία στην πανέμορφη ριβιέρα με την προσδοκία να ξαναπάω εκεί σύντομα, να απολαύσω ξανά μια βόλτα στην Promenade des Anglais και να φάω οστρακοειδή στην κεντρική πλατεία με τα ρομαντικά μπιστρό.
Το Παρίσι το έχω επισκεφθεί 5 φορές. Χρειάζεται να αναφερθώ περαιτέρω;
Παραλείποντας άλλες πόλεις λόγω οικονομίας χώρου, αφήνω για το κλείσιμο την άλλοτε Γαληνοτάτη, την παραμυθένια Βενετία με την ευχή να την ξαναδώ να με μαγεύει καθώς θα μου αποκαλύπτει τα παλάτια της μέσα απ’ τα πολλά νερά της. Το ταξίδι στη Βενετία με άφησε με μια αίσθηση ανολοκλήρωτου, γιατί άρχισε με μικροαναποδιές και έληξε κάπως πρόωρα. Ωστόσο, οι εντυπώσεις που διατηρώ είναι οι καλύτερες και γι’ αυτό θέλω οπωσδήποτε να ξαναπάω.

Όσον αφορά στους εγχώριους προορισμούς, θα ξεχωρίσω τη Σύρο γιατί είναι το μόνο νησί στο οποίο έχω πάει πολλές φορές, νιώθω άνετα εκεί, σαν στο σπίτι μου και θα ήθελα να είναι το σπίτι μου.

Καλώ λοιπόν κι εγώ με τη σειρά μου τη bebelac, το goudaki, το skarthali, τη μητέρα αυτών(σσ goudakiou τε και skarthaliou), την envain και τη vanila!

Παρασκευή, Ιουνίου 29, 2007

Το Δάσος

Στην Τρίτη δημοτικού είχαμε γράψει μια έκθεση στο σχολείο με θέμα «Το δάσος». Δεν θυμάμαι καθόλου τι έγραφα, ήταν όμως η πρώτη έκθεση που έχω γράψει στη ζωή μου. Δοκίμαζα για πρώτη φορά τις δυνάμεις μου στον γραπτό λόγο, εγχείρημα που είχε στεφθεί με επιτυχία. Ο δάσκαλος είπε ότι είχα γράψει πολύ, αναλογικά με την ηλικία μου. Δυο φύλλα τετραδίου ολόκληρα, τέσσερις σελίδες δηλαδή πυκνογραμμένες. Είχε διαβάσει την έκθεση μου μέσα στην τάξη κι εγώ είχα αισθανθεί περήφανη. Είχε γράψει από κάτω με το χαρακτηριστικό κόκκινο στυλό «Άριστα» και πιο δίπλα είχε προσθέσει κι ένα «Μπράβο». Την πήγα με χαρά στο σπίτι και την έδειξα στους γονείς μου.
Δεν θυμάμαι πια τι έγραφα σε κείνη την έκθεση και δυστυχώς δεν διασώθηκε στο πέρασμα του χρόνου.
Υποπτεύομαι ότι θα πρέπει να μιλούσα για τα δέντρα και τα ζώα όπως είχαν περάσει στις παιδικές εικόνες μου, απ’ όσα έβλεπα. Μιλάμε για την εποχή που ακόμα υπήρχαν δάση σε κοντινή ακτίνα.
Η πρώτη εκδρομή που είχαμε κάνει στο σχολείο, δυο χρόνια πριν, ήταν στην Πάρνηθα. Πρωτάκια είμασταν και συνοδευόμασταν στο πούλμαν εκτός απ’ τους δασκάλους κι απ’ τους γονείς μας. Στο Δάσος της Πάρνηθας, είχε χαθεί για λίγο εκείνη τη μέρα κι ο αδερφός μου που ήταν τότε τεσσάρων χρονών και η μητέρα μου τον είχε φέρει κι εκείνον μαζί.
Στο δάσος του Πόρου, στο Νεώρειο, περπατούσα τα καλοκαίρια που παραθερίζαμε στο νησί και απ’ τα πεύκα της Αττικής έκοβα βελόνες για βραχιολάκια όταν συχνά πηγαίναμε εκδρομές εκείνα τα χρόνια. Υπάρχει μάλιστα μια φωτογραφία από ένα πικ-νικ της δεκαετίας του ’70 σε κάποιο κοντινό δάσος, τότε που ακόμα οι οικογένειες έκαναν κι αυτό το σπορ…
Γράφω τις παραπάνω γραμμές με αφορμή τη χθεσινή πυρκαγιά στην Πάρνηθα που νιώθω ότι με την ένταση της ήρθε να καταστρέψει ό, τι ήταν ζωντανό από μια εποχή αθωότητας.
Χαμογελάω ειρωνικά στη θύμηση μιας παλιάς αλήθειας για το καλό κλίμα της Αττικής. Το λέγανε πριν από πολλά χρόνια, το εννοούσανε, ίσχυε.
Λυπάμαι εξαιρετικά που η επόμενη βροχή θα πλημμυρίσει τα πάντα αφού δεν θα υπάρχουν πια δέντρα και πράσινο και υγιές χώμα να απορροφήσουν τα νερά.
Ντρέπομαι που ζω σ’ έναν κόσμο που όλα πια αλλοτριώθηκαν.
Είμαι αμήχανη κι απαισιόδοξη για το όποιο μέλλον.

Πέμπτη, Ιουνίου 28, 2007

Κινηματογραφικές απορίες.

Με αφορμή ένα δημοσίευμα που διάβασα σήμερα, θυμήθηκα ότι πριν από λίγες μέρες το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου ανακοίνωσε τις 100 καλύτερες ταινίες από καταβολής κινηματογράφου. Στην πρώτη δεκάδα φιγουράρουν:

Πολίτης Κέιν
Νονός
Καζαμπλάνκα
Οργισμένο είδωλο
Τραγουδώντας στη Βροχή
Όσα πάιρνει ο άνεμος
Ο Λόρενς της Αραβίας
Η Λίστα του Σίντλερ
Vertigo
Ο Μάγος του Όζ

Μήπως προσέξατε ότι στην παραπάνω δεκάδα δεν υπάρχει ούτε μια ταινία ευρωπαϊκής ή άλλης προελεύσεως; Αυτό τι σημαίνει για μια λίστα που λέει ότι περιλαμβάνει τις καλύτερες ταινίες της ιστορίας του κινηματογράφου;
Για να είμαστε δίκαιοι, δεν ξέρω τι υπάρχει στις υπόλοιπες 90 θέσεις αλλά δεν θα άξιζε στις 10 πρώτες να φιγουράρει ένας Κουροσάβα ή ένας Ταρκόφσκυ; Πού είναι οι μεγάλοι Ιταλοί κινηματογραφιστές, ο Φελίνι, ο Βίσκοντι, ο Αντονιόνι, ο Παζολίνι, οι γάλλοι εκπρόσωποι της Nouvelle Vague, ο Αϊζενστάιν, ο Μπουνιουέλ; Γιατί δεν υπάρχει πουθενά ο Μπέργκμαν;

Πού είναι ο Τσάρλυ Τσάπλιν;

Τρίτη, Ιουνίου 26, 2007

Ο κύριος Αρκάντιν

Χτες είδα τον "κύριο Αρκάντιν" του Όρσον Γουέλς. Μην φανταστείτε σε θερινό σινεμά, γιατί λόγω καύσωνα, ούτε εκεί δροσίζεσαι αυτές τις μέρες. Προτίμησα το dvd και τη σπιτική δροσιά του air condition.

"Ο κύριος Αρκάντιν" είναι ταινία του 1955. Ο τίτλος στα αγγλικά είναι "Confidential report". Γυρισμένη στην Ισπανία, τη Γερμανία, την Ιταλία και τη Γαλλία, παραμένει απ’ τις πιο ενδιαφέρουσες δουλειές του Γουέλς, καθώς ο ίδιος όχι μόνο έγραψε το μυθιστόρημα και το σενάριο, αλλά έκανε τη σκηνοθεσία και πρωταγωνίστησε, ακριβώς όπως είχε κάνει και στον μνημειώδη «Πολίτη Κέιν».
Μετά από μια βίαιη ανταλλαγή πυροβολισμών στο λιμάνι της Νάπολης, τα τελευταία λόγια ενός ετοιμοθάνατου σχετικά με κάποιον Αρκάντιν και τη σύζυγό του Σόφι, - την υποδύεται καταπληκτικά η Κατίνα Παξινού-, στρέφουν τον Βαν Στράτεν στην αναζήτηση του μεγιστάνα Αρκάντιν με στόχο να τον γνωρίσει και να του αποσπάσει μεγάλα χρηματικά ποσά.
Το δόλωμα είναι η κόρη του Αρκάντιν, Ρέινα.
Οι δυο άντρες έρχονται σε επαφή κι ο σκοτεινός και αδίστακτος Αρκάντιν, αναθέτει στον νεαρό Βαν Στράτεν μια αποστολή. Να ερευνήσει τη ζωή του πριν από το σημείο που έπαθε αμνησία, μήπως και έτσι καταφέρει να ανακτήσει τη χαμένη του μνήμη. Ο Βαν Στράτεν δέχεται και εν αγνοία του γίνεται πιόνι στη σκακιέρα του Αρκάντιν. Στη διάρκεια της νουάρ και με couleur locale «παρτίδας», θα γνωρίσει μυστηριώδεις τύπους απ’ το παρελθόν του Αρκάντιν που ο καθένας τους κρατάει κι ένα κομμάτι του παζλ που συνθέτει τη ζωή του μεγιστάνα. Ο ένας μετά τον άλλον βρίσκονται δολοφονημένοι κάτω από ανεξιχνίαστες συνθήκες.
Ο Βαν Στράτεν νομίζει πως απειλεί τον Αρκάντιν και με δόλωμα και πάλι την ανυποψίαστη Ρέινα τον προκαλεί για την τελευταία κίνηση. Ο Αρκάντιν έχει τον τελευταίο λόγο και απαντάει μ’ ένα θεαματικό ματ.

Παρακολουθώντας αυτήν την ταινία σήμερα, μπορώ να καταλάβω γιατί για την κινηματογραφική βιομηχανία της δεκαετίας του ‘40 και του ‘50 οι ταινίες του Γουέλς χαρακτηρίστηκαν η μία μετά την άλλη εισπρακτικές αποτυχίες.
Η σκηνοθετική ματιά και η μαεστρία στην τεχνική της κάμερας και της υπόκρισης δεν μπορούσαν να περάσουν στο Χόλυγουντ που εκείνη την εποχή αρεσκόταν σε άλλου είδους ταινίες. Ο Γουέλς δεν χρησιμοποιεί καμιά ευκολία. Δεν υπάρχουν εδώ μοιραίες γυναίκες και οι καλοί δεν είναι απαραίτητα και οι κερδισμένοι στο τέλος.
Αλλά ακριβώς αυτά τα στοιχεία στη σύλληψη και την αφήγηση της ταινίας είναι οι καινοτομίες ενός μεγάλου σκηνοθέτη που έβλεπε και δρούσε μπροστά απ’ τα στενά πλαίσια της εποχής του.
Ο Γουέλς ακολούθησε τη μοίρα πολλών μεγάλων δημιουργών που δικαιώθηκαν μετά θάνατον. Μετά από σειρές αποτυχιών σε οικονομικό επίπεδο και με μια μόνο ταινία να έχει γυριστεί και μονταριστεί χωρίς εξωτερικές επεμβάσεις -(σ.σ : ο «Πολίτης Κέιν είναι η μόνη ταινία στην οποία δεν παρενέβησαν τα κινηματογραφικά στούντιο αφού ο Γουέλς καλυπτόταν από το συμβόλαιο του να έχει τον πρώτο και τελευταίο λόγο)-, τιμήθηκε για τη συνολική προσφορά του στην Τέχνη το 1975.

Το 1984 του απενεμήθη το βραβείο D.W.Griffith.

Η κριτική τον αποθέωσε μετά θάνατον. Το 1999 η Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογράφου τον ανακήρυξε ως τον 16ο καλύτερο ηθοποιό όλων των εποχών.

O κύριος Αρκάντιν / Confidentιαl Report (1955) Σκηνοθεσία-Σενάριο: Όρσον Γουέλς. Φωτογραφία: Ζαν Μπουργκουάν. Ηθοποιοί: Όρσον Γουέλς, Πάολα Μόρι, Ρόμπερτ Άρντεν, Ακίμ Ταμίροφ, Μάικλ Ρεντγκρέιβ, Κατίνα Παξινού. Διάρκεια: 93’, A/M

Τετάρτη, Ιουνίου 20, 2007

Mr Perfect!

Ο τέλειος άντρας είναι:
  • γοητευτικός
  • έξυπνος
  • έχει χιούμορ
  • με κάνει και γελάω πολύ
  • απρόβλεπτος
  • αισθαντικός
  • καλλιεργημένος
  • πολιτισμένος
  • με κάνει να τον θαυμάζω

Το μπαλάκι μου το πέταξε η Krotkaya και το πετάω κι εγώ στις: envain, an-lu, αλκιμήδη, lupa, bebelac.

Κορίτσια, είστε έτοιμες για σουτ;

Τετάρτη, Ιουνίου 13, 2007

Γιαννούλης Χαλεπάς, 1851-1938


Γύρω στα 15 μου αντίκρυσα για πρώτη φορά την «Κοιμωμένη» του Χαλεπά, όμορφη αν και οξειδωμένη πια απ’ τη φθορά του χρόνου, μαγευτική σαν την Ωραία Κοιμωμένη του παραμυθιού και απόκοσμο σύμβολο της πρόωρα χαμένης νιότης της Σοφίας Αφεντάκη.
Από τότε στη συνείδηση μου ο Χαλεπάς εγγράφτηκε σαν καλλιτέχνης τυλιγμένος από μιαν αύρα μυστηρίου που πάντα περιβάλλει τις μεγάλες μορφές.
Είδα λίγα έργα του στη μόνιμη συλλογή της Γλυπτοθήκης πέρυσι το καλοκαίρι κι έμελλε να εμπλουτίσω τις οπτικές μου γνώσεις πριν από λίγες μέρες, με την αναδρομική του Χαλεπά στη Γλυπτοθήκη στο Γουδί.
Έχοντας ελάχιστες γνώσεις γύρω απ’ τη Γλυπτική και αντιμετωπίζοντας την πάντα σαν μια δύσκολη τέχνη, ο Χαλεπάς με συνεπήρε και με συγκίνησε.
Δεν απέφυγα τη σύγκριση με την Κλωντέλ και τον Ροντέν στο σημείο που οι ιδιοφυείς καλλιτέχνες συναντιούνται και γι’ άλλη μια φορά διαπίστωσα ότι αυτό που με τραβάει στη γλυπτική είναι τα μικρά έργα κι όχι τα τεράστια. Νομίζω πως το μέγεθος είναι αντιστρόφως ανάλογο της συγκίνησης που μπορεί να προκαλέσει ένα γλυπτό και γι’ αυτό η προσωπική μου αισθητική ικανοποιείται περισσότερο από έργα σε ανθρώπινα μεγέθη.
Ο Χαλεπάς έζησε χρόνια με το στίγμα του τρελλού κι αυτό τον ακολουθεί ακόμα και σήμερα, 70 σχεδόν χρόνια μετά τον θάνατο του. Η ψυχική του νόσος υπήρξε καθοριστική για την καλλιτεχνική του πορεία που χωρίζεται σε τρεις μεγάλες περιόδους και καταλυτική για τον αριθμό των έργων που σώζονται σήμερα αλλά και για το υλικό μέσα απ’ το οποίο μας παραδόθηκαν.


Ο Γιαννούλης Χαλεπάς γεννήθηκε στον Πύργο της Τήνου το 1851 από οικογένεια φημισμένων τηνίων μαρμαρογλυπτών. Ο πατέρας του και ο θείος του είχαν μεγάλη οικογενειακή επιχείρηση μαρμαρογλυπτικής με παραρτήματα στο Βουκουρέστι, την Σμύρνη και τον Πειραιά. Ο Γιαννούλης, ο μεγαλύτερος από τα πέντε αδέλφια του, είχε έφεση στην μαρμαγλυπτική και βοηθούσε τον πατέρα του στα έργα που ετοίμαζε ο τελευταίος για διάφορες εκκλησίες. Οι γονείς του τον προόριζαν για έμπορο, αλλά ο ίδιος τελικά αποφάσισε να σπουδάσει γλυπτική.

Α΄ περίοδος καλλιτεχνικής δημιουργίας απ’ το 1869 ως το 1877
Από το 1869 έως το 1872, μαθήτευσε στο Σχολείον των Τεχνών - την μετέπειτα Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών- με δάσκαλο τον Λεωνίδα Δρόση. Το 1873 έφυγε για το Μόναχο με υποτροφία του Πανελλήνιου Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου, για να συνεχίσει τις σπουδές του στην εκεί Ακαδημία Καλών Τεχνών με δάσκαλο τον Max von Windmann. Κατά την διάρκεια της παραμονής του στο Μόναχο, εξέθεσε τα έργα του «Το παραμύθι της Πεντάμορφης» και «Σάτυρος που παίζει με τον Έρωτα», για τα οποία και βραβεύθηκε. Ο «Σάτυρος που παίζει με τον Έρωτα», μαζί με το ανάγλυφο της «Φιλοστοργίας», παρουσιάστηκαν στην Έκθεση των Αθηνών το έτος 1875.
Το 1876 επέστρεψε στην Αθήνα, όπου άνοιξε δικό του εργαστήριο. Το 1877 ολοκλήρωσε στο μάρμαρο τον «Σάτυρο που παίζει με τον Έρωτα».
















Τον ίδιο χρόνο άρχισε να δουλεύει το πιο διάσημο γλυπτό του, την «Κοιμωμένη» για τον τάφο της Σοφίας Αφεντάκη στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών. Την «Κοιμωμένη» του από το πήλινο πρόπλασμα την μετέφεραν αργότερα με το γλύφανό τους στο μάρμαρο οι μαρμαρογλύπτες Χαμηλός και Αλεξάκης.

Τον χειμώνα του 1877 προς 1878, ο Χαλεπάς υπέστη νευρικό κλονισμό και χωρίς κανέναν προφανή λόγο, άρχισε να καταστρέφει έργα του, ενώ επιχείρησε κατ' επανάληψη ν’αυτοκτονήσει. Με τα σημερινά δεδομένα της ψυχιατρικής, τα αίτια της ψυχασθένειάς του μπορούν ν’ αναζητηθούν στην τελειομανία του, την υπερκόπωση από την αδιάκοπη εργασία καθώς και στον ατυχή έρωτα του για μία νεαρή συμπατριώτισσά του που την ζήτησε σε γάμο και οι γονείς της αρνήθηκαν να του την δώσουν. Οι γονείς του Χαλεπά και οι γιατροί ανίκανοι να επικοινωνήσουν με τα βαθύτερα αίτια της ψυχασθένειας του νεαρού γλύπτη, αποφάσισαν να τον στείλουν ένα ταξίδι στην Ιταλία, για να συνέλθει αλλά η θεραπεία ήταν μόνο πρόσκαιρη. Με την επιστροφή του στην Ελλάδα άρχισαν ξανά τα συμπτώματα: καταβύθιση στην σιωπή, μόνωση, παραμιλητό και αναίτιο γέλιο.
Καθώς η κατάστασή του επιδεινώνονταν συνεχώς, το 1888, οι γιατροί διέγνωσαν «άνοια» και οι δικοί του αποφάσισαν να τον κλείσουν στο Δημόσιο Ψυχιατρείο της Κέρκυρας. Στα 14 χρόνια του εγκελισμού του στοΨυχιατρείο, ο Χαλεπάς αντιμετωπίστηκε με τον σκληρό τρόπο που αντιμετώπιζαν όλους τους ψυχασθενείς την εποχή εκείνη: οι γιατροί και οι φύλακες είτε του απαγόρευαν να σχεδιάζει και να πλάθει, είτε του κατέστρεφαν οτιδήποτε εκείνος είχε δημιουργήσει και είχε κρύψει στο ερμάριο του. Λέγεται πως από όσα προσπάθησε να δημιουργήσει μέσα στο Ψυχιατρείο ένα μόνον έργο σώθηκε, κλεμμένο από κάποιον φύλακα και παραπεταμένο στα υπόγεια του ιδρύματος, όπου ξαναβρέθηκε τυχαία το 1942.

Το 1901, πέθανε ο πατέρας του κι έναν χρόνο μετά, στις 6 Ιουνίου 1902, βγήκε απ’ το Ψυχιατρείο σε κατάσταση ύφεσης. Πραγματοποίησε κατόπιν επιθυμίας του επίσκεψη στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας συνοδευόμενος απ’ τον γλύπτη Θωμόπουλο. Οι διορατικές παρατηρήσεις του γύρω απ’ τα αρχαία γλυπτά φανέρωναν ότι είχε ανακτήσει την ψυχική και πνευματική του υγεία. Ωστόσο, κατά την επιστροφή του στην Τήνο, η συγκατοίκηση με την αυστηρή μητέρα του τον οδηγεί σταδιακά σε συσκότιση. Η μητέρα του, η οποία πίστευε ότι ο γιος της τρελάθηκε απ’ την «καταραμένη» τέχνη, δεν του επέτρεπε να ασχοληθεί ξανά με την γλυπτική, σε σημείο που αν εκείνος έφτιαχνε κάτι στοιχειώδες με κάρβουνο ή πηλό εκείνη το κατέστρεφε, προσπαθώντας να σβήσει κάθε ανάμνηση της προηγούμενης ζωής. Του σκορπάει τον λιγοστό πηλό που εκείνος πλάθει, ανάμεσα στα λουλούδια της αυλής. Ο Χαλεπάς γίνεται ένα άβουλο πλάσμα, «ο τρελός του χωριού» και βοσκός γιδιών.
Το 1905, τον επισκέπεται ο Τηνιακός γλύπτης Λάζαρος Σώχος και το 1908 ο Αντώνης Σώχος, είναι ουσιαστικά ο πρώτος καλλιτέχνης που τον βλέπει με αγάπη. Το 1915 ένα άρθρο–έκκληση του βουλευτή Θ. Βελλιανίτη ζητάει ετήσια χορηγία του ναού της Ευαγγελιστρίας στον εξαθλιωμένο πένητα.

Β’ περίοδος καλλιτεχνικής δημιουργίας απ’ το 1916 ως το 1930
Ο θάνατος της μητέρα του το 1916, πέρα απ’ την πλήρη αδιαφορία του καλλιτέχνη, σηματοδοτεί και τη λήξη μιας πολύς μακράς περιόδου κατά την οποία ο Χαλεπάς είχε ξεκόψει παντελώς από την τέχνη του. Ο καλλιτέχνης βρήκε ωστόσο το κουράγιο στα 65 του χρόνια να αρχίσει ξανά να ασχολείται με την γλυπτική, παρόλο που τα μέσα που διέθετε ήταν παντελώς πρωτόγονα και το επαρχιακό περιβάλλον εχθρικό προς κάθε αλαφροΐσκιωτο.
Αρχίζει να βρέχει και να ζυμώνει τον πηλό του. Δουλεύει μ' εντελώς πρωτόγονα μέσα, μ' ακονισμένα καλάμια αντί γλυφίδας, μ' ένα καρφί αντί καλέμι, δίχως καν συρμάτινο σκελετό για τα προπλάσματά του -κάτι που προσδιόριζε και τη στατική τους, αφού το φτενόχωμα που 'βρισκε δεν βάσταγε μετέωρα τα μέλη των σκαλισμένων μορφών. Δουλεύει νυχθημερόν, σαν να κυνηγάει τον χαμένο χρόνο, με ανεπαρκές φως, όλα τα έργα του μαζί, χαϊδεύοντάς τα από λίγο κάθε μέρα το καθένα τους, απορρίπτοντας πολλά, για να ξαναχρησιμοποιήσει τον πηλό τους, ωσότου να τα νιώσει αρτιωμένα. Γεμίζει βιβλία και γραμμένα κατάστιχα με σχέδια, συχνά το ένα πάνω στο άλλο. Επαναλαμβάνει ψυχαναγκαστικά θέματα από τη μυθολογία «Σάτυρος και Έρωτας», «Μήδεια» κι από τραπουλόχαρτα (σύμβολα του αρσενικού και του θηλυκού). Ο Σώχος του στέλνει χαρτιά κι εκείνος απαντώντας λέει σεμνά:
«…για καιρό δεν φαινόντουσαν ούτε λάτρεις ούτε θαυμαστές κι εχρειάστηκαν μια Κοιμωμένη για να ξυπνήσει τους βαθειά ροχαλίζοντας».
Αρχίζει μια μακροχρόνια περίοδος συστηματικής αυτοθεραπείας μέσα από σκληρή εργασία, όχι πια με έργα ψυχοπαθολογικής τέχνης αλλά με γλυπτά σε ανώτερα επίπεδα καλλιτεχνικής σύνθεσης, που δείχνουν γενικότερη ψυχική ανασύνθεση και ανασυγκρότηση. Η βαρύτατη ψυχική ασθένεια αποσύρεται αργά αλλά σταθερά. Από το 1918 έως το 1930 κάνει συνολικά πενήντα δύο έργα, λιγότερο ή περισσότερο φυσιολογικής τέχνης. Ζει πάντα μέσα στη στέρηση, βόσκει πρόβατα και κάνει θελήματα. Προς το τέλος της δεκαετίας 1920 αρχίζει να διαφαίνεται βελτίωση. Δεν εμφανίζει κανένα σημείο αρρώστιας στην τέχνη, ενώ έχει φυσιολογική επαφή με το περιβάλλον.
Το 1923, ο Θωμάς Θωμόπουλος, καθηγητής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και θαυμαστής του Χαλεπά, αντέγραψε σε γύψο πολλά έργα του γλύπτη για να τα παρουσιάσει στην Ακαδημία Αθηνών το 1925. Η έκθεση αυτή είχε ως αποτέλεσμα να βραβευθεί ο γλύπτης το 1927 με το Αριστείο των Τεχνών. Το 1928 πραγματοποιήθηκε δεύτερη έκθεση έργων του στο Άσυλο Τέχνης, και το 1930, με την επιμονή της ανηψιάς του Ειρήνης, ο γλύπτης αποφάσισε να εγκατασταθεί στην Αθήνα.

Γ’ περίοδος καλλιτεχνικής δημιουργίας απ’ το 1930 ως το 1938
Στην Αθήνα, κάτω από τη σκέπη της στοργικής Ειρήνης και του συζύγου της Βασίλη, ο καλλιτέχνης σχεδόν αναγεννάται από τις στάχτες του. Συνεχίζει να δημιουργεί αδιάκοπα ως τον θάνατο του, τον Σεπτέμβριο του 1938, διανύοντας τη δημιουργικότερη φάση της πολυτάραχης ζωής του. Σ’ αυτήν την περίοδο της πλήρους κοινωνικής και καλλιτεχνικής αποκατάστασης, ο Γιαννούλης Χαλεπάς ευτύχησε να δημιουργήσει ανεπανάληπτο φαινόμενο στην ιστορία της Τέχνης και της Ψυχιατρικής επιστήμης, αφού κατόρθωσε να ξεπεράσει τον παλιό εαυτό του με την αυτοθεραπεία μέσω της Τέχνης και να εγγραφεί στο πάνθεον των ιδιοφυιών, περιθωριακών καλλιτεχνών του παγκόσμιου στερεώματος.

Πέμπτη, Ιουνίου 07, 2007

Το ξενοδοχείο του τέλους

Το κάρο σταμάτησε μπροστά στη μεγάλη πύλη. Το παλιό πέτρινο κτίριο έμοιαζε σαν φάντασμα μπροστά τους, σαν υπερμεγέθης γίγαντας με στόμα που έχασκε για να τους καταπεί.
O Αμίτ κατέβηκε απ’ το γαϊδούρι κι έκανε νόημα στον αδερφό του τον Ανίλ να κατεβάσουν τον πατέρα τους. Ο γερό Ραμίς στα 80 του χρόνια ήταν ξαπλωμένος στην αυτοσχέδια καρότσα και υπέφερε στωικά τους πόνους του.
«Φτάσαμε πατέρα», είπε ο Αμίτ με γλυκειά φωνή, χαιδεύοντας τα κάτασπρα μαλλιά του γέρου.
«Λίγο κουράγιο ακόμα μέχρι να σε πάμε πάνω, στο δωμάτιο».

Ο γερό Ραμίς ανοιγόκλεισε απλώς τα βλέφαρα, σημάδι ότι καταλάβαινε. Αυτή η κίνηση άλλωστε, ήταν και η μοναδική που έκανε τους τελευταίους μήνες.
Μέχρι τον περασμένο Ιανουάριο, ήταν όρθιος και περπατούσε, αν και περισσότερο αδύναμος από ποτέ. Τα χρόνια που κουβαλούσε στην πλάτη του και η σκληρή αγροτική δουλειά είχαν αποτυπωθεί με αυλακιές σ’ όλο του το πρόσωπο. Τα χέρια του ήταν τραχιά και γεμάτα ρόζους. Το μυαλό του όμως δούλευε ξυράφι κι απολάμβανε να κάθεται στο τραπέζι του φτωχού σπιτικού του κάθε σούρουπο και να απολαμβάνει το φαγητό με τα παιδιά και τα εγγόνια του. Η γυναίκα του είχε πεθάνει λίγα χρόνια πριν κι έτσι η φροντίδα του γερό Ραμίς είχε πέσει αποκλειστικά στις δυο του νύφες, την Νάγια και την Σίβα.
Ήταν κάπου εκεί, τον Γενάρη λοιπόν που τους επισκέφθηκε η αρρώστεια. «Εγκεφαλικό», διέγνωσε ο γιατρός που τον είδε. «Να τον πάρετε σπίτι και να εύχεστε να σβήσει γρήγορα. Έτσι κι αλλιώς, δεν καταλαβαίνει τίποτα στην κατάσταση που είναι».

Ο γερό Ραμίς δεν θα ξανασηκωνόταν πια. Δεν μπορούσε ούτε να περπατήσει, ούτε να μιλήσει. Έτρωγε μερικές κουταλιές ζωμό που τον τάϊζαν οι δυο γυναίκες της οικογένειας και του έβρεχαν τακτικά τα χείλη με νερό. Η μόνη του επικοινωνία ήταν αυτό το ανοιγόκλειμα των βλεφάρων. Η μόνη ένδειξη ότι μπορούσαν ακόμα να επικοινωνήσουν μαζί του, έστω και μ’ αυτόν τον υποτυπώδη τρόπο.
Τα παιδιά του είχαν πίστη. Τόσες και τόσες αναποδιές είχε περάσει ο γέρος, τόσες δυσκολίες. Είχε δει τη γη του να καταστρέφεται απ’ τις βροχές ή τις ξηρασίες, πέντε απ’ τα παιδιά του είχαν πεθάνει, άλλα σε νηπιακή σχεδόν ηλικία κι άλλα αργότερα. Είχε χάσει τη γυναίκα του κι υπήρχαν μέρες που την έβγαζαν εντελώς νηστικοί, αλλά παρόλα αυτά, εκεί στην άκρη αυτής της γης, της θαρρείς ξεχασμένης απ’ τον πολιτισμό και τους ανθρώπους, οι λιγοστοί κάτοικοι έμεναν πάντα γελαστοί κι αισιόδοξοι κι ο Ραμίς δεν αποτελούσε εξαίρεση.
Αυτά συλλογίζονταν οι γιοι του κι οι νύφες του και συνέχιζαν να τον φροντίζουν αγόγγυστα, ελπίζοντας σ’ ένα θαύμα.
Οι μήνες όμως που πέρναγαν, άφηναν ανεξίτηλα τα σημάδια τους πάνω στο κορμί του βασανισμένου γέρου. Είχε αδυνατίσει κι απομείνει σκιά του εαυτού του. Ένα μάτσο κόκκαλα ντυμένα με λίγο δέρμα διάφανο και ζαρωμένο. Ο γερό Ραμίς ήθελε να φύγει πια. Το ταξίδι του στη γη είχε τελειώσει.

Τα δυο αδέρφια έκαναν ένα μικρό οικογενειακό συμβούλιο. Δεν υπήρχε πλέον λόγος καθυστέρησης. Το ταξίδι ήταν μεγάλο για το Μουκτί Μπουάν, αλλά το χρωστούσαν στον πατέρα τους. Η ψυχή του έπρεπε να λυτρωθεί στα ιερά νερά του Γάγγη, έστω κι αν αυτό σήμαινε ταξίδι δυο ολόκληρων ημερών για να φτάσουν εκεί.
Αφού πήραν την απόφαση, έσκυψαν πάνω στο κρεββάτι του γέρου και με δάκρυα στα μάτια του ανακοίνωσαν την απόφαση τους. «Τι λες κι εσύ πατέρα»; ρώτησε στο τέλος ο Ανίλ κοιτάζοντας τον κατάκοιτο γέρο.
Ο Ραμίς ανοιγόκλεισε τα βλέφαρα, σημάδι πως είχε ακούσει και συμφωνούσε.

Το άλλο πρωί ξεκίνησαν. Το χωριό ολόκληρο βγήκε απ’ τα σπίτια ν’ αποχαιρετήσει τον γερό Ραμίς.
Η Νάγια τον φίλησε με τα μάτια κόκκινα απ’ το πολύ κλάμα κι άφησε ένα πακετάκι με το λευκό ρούχο που φοράνε οι πεθαμένοι δίπλα του, στο κάρο. Η Σίβα του φόρεσε στο χέρι ένα βραχιολάκι με φυλαχτό και του έβρεξε τα χείλη για τελευταία φορά.

Δυο μέρες αργότερα βρισκόντουσαν έξω απ’ το Μουκτί Μπαουάν, το ξενοδοχείο του θανάτου.
Τους υποδέχτηκε ο ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου και τους οδήγησε σ’ ένα απ’ τα δώδεκα δωμάτια.
Τους υπέδειξε έναν χώρο στο πάτωμα για να ξαπλώσουν τον γέρο και συγχρόνως τους έδωσε τις οδηγίες.
«Έχει περιθώριο δυο βδομάδες για να λυτρωθεί απ’ την ψυχή του», είπε με σοβαρό ύφος. «Όταν με το καλό συμβεί αυτό, θα του ανάψουμε μια μεγάλη φωτιά δίπλα στην όχθη του ποταμού. Αν περάσει όμως αυτό το διάστημα και είναι ακόμα εδώ, θα πρέπει να τον πάρετε πίσω. Δεν μπορούμε να κρατάμε άλλο το δωμάτιο. Περιμένουν κι άλλοι βλέπετε», κατέληξε με σοβαρό ύφος.
Ο Αμίτ κι ο Ανίλ κούνησαν το κεφάλι σε ένδειξη ότι καταλάβαιναν απόλυτα τα λεγόμενα του ιδιοκτήτη.
Ζήτησαν να έχουν ένα τελευταίο λεπτό μαζί του.
«Εντάξει», συμφώνησε ο ιδιοκτήτης, αλλά μην τυχόν του αφήσετε νερό ή τροφή ή φάρμακα. «Απαγορεύονται όλα αυτά εδώ», τόνισε με αυστηρότητα.
«Ακόμα και να του αφήναμε, δεν θα μπορούσε ποτέ να πιει νερό μόνος του έτσι όπως είναι», είπε ο Ανίλ κι αμέσως το αυστηρό βλέμμα του ιδιοκτήτη καθώς έβγαινε απ’ το δωμάτιο τον έκανε να σταματήσει τη φράση του στον αέρα.

Φίλησαν το χέρι του πατέρα τους και χάϊδεψαν τα μαλλιά του με στοργή.

«Γεια σου πατέρα», είπε ο Ανίλ με κόμπο στον λαιμό του
«Γεια σου πατέρα», είπε κι ο Αμίτ βγαίνοντας απ’ το δωμάτιο.Κοντοστάθηκε και γύρισε πάλι πίσω προσθέτοντας: «σε παρακαλούμε πατέρα, μην περιμένεις άλλο. Αν δεν πας στο Γάγγη σε δυο βδομάδες, πρέπει να έρθουμε να σε πάρουμε και να σε γυρίσουμε πίσω στο χωριό. Και θα’ ναι μεγάλη ντροπή πατέρα, να γυρίσεις πίσω ζωντανός, το καταλαβαίνεις αυτό, έτσι δεν είναι»;

Ο γέρος ανοιγόκλεισε τα βλέφαρα του, σημάδι ότι καταλάβαινε.

Την αφορμή για το παραπάνω κείμενο την πήρα όταν διάβασα αυτό.

Τρίτη, Ιουνίου 05, 2007

Ίος blogger Camp

Το τριήμερο που μας πέρασε:

  • Επισκέφθηκα για πρώτη φορά ένα όμορφο κυκλαδίτικο νησί με αφορμή το Greek Blogger Camp
  • Είδα τι ωραίες που είναι οι μίνι διακοπές τον Ιούνιο που δεν έχει μαζευτεί ακόμα πολύς τουρισμός
  • Γνώρισα πολλούς κι ενδιαφέροντες bloggers - εγχώριους και διεθνείς-
  • Σάπισα στην ξεκούραση
  • Έκανα το πρώτο μου μπάνιο
  • Διαπίστωσα πόσο κρύα είναι η θάλασσα τέτοια εποχή και γι' αυτό προτίμησα την πισίνα
  • Έφαγα ωραιότατα θαλασσινά στην ακροθαλασσιά
  • Τέλειωσα επιτέλους τη "Λέσχη των τιποτένιων" κι έφτασα στη μέση και το επόμενο βιβλίο, επιβεβαιώνοντας ότι οι ρυθμοί της πόλης δεν μ' αφήνουν να αφιερώσω χρόνο στο διάβασμα και άρα πρέπει να είμαι συνέχεια σε διακοπές
  • Μυήθηκα στο "διάβασμα" του έναστρου ουρανού
  • Γέμισα τσιμπήματα από κουνούπια
  • Απόλαυσα τη δόση από πολυτέλεια που όλοι μας χρειάζομαστε
και
χτες που επέστρεψα:
άρχισα να βάζω πλυντήρια και να προετοιμάζομαι ψυχολογικά για γραφείο την επόμενη μέρα, επιβεβαιώνοντας ότι με μια μικρή ανάπαυλα κάνεις με περισσότερο κέφι τον σκλάβο εργαζόμενο μετά...
Ωραία ήταν. 'Αντε και του χρόνου!

Πέμπτη, Μαΐου 31, 2007

Για την Αμαλία

amalia-banner.jpgΟ ασθενής έχει το δικαίωμα του σεβασμού του προσώπου του και της ανθρώπινης αξιοπρέπειάς του»(σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 47 του Ν. 2071/ 1992)

«Να γίνουν εξαίρεση οι αλμπάνηδες ρε παιδιά, όχι ο κανόνας...»

(Αμαλία Καλυβίνου, 1977-2007)

Από την ηλικία των οκτώ ετών, η Αμαλία ξεκίνησε να πονάει. Παρά τις συνεχείς επισκέψεις της σε γιατρούς και νοσοκομεία, κανένας δεν κατάφερε να διαγνώσει εγκαίρως το καλόηθες νευρίνωμα στο πόδι της. Δεκαεπτά χρόνια αργότερα, η Αμαλία έμαθε ότι το νευρίνωμα είχε πια μεταλλαχθεί σε κακόηθες ινοσάρκωμα.

Για τα επόμενα πέντε χρόνια η Αμαλία είχε να παλέψει όχι μόνο με τον καρκίνο και τον ακρωτηριασμό, αλλά και με την παθογένεια ενός Εθνικού Συστήματος Υγείας που επιλέγει να κλείνει τα μάτια στα φακελάκια και επιμένει να κωλυσιεργεί με παράλογες γραφειοκρατικές διαδικασίες. Πέρα από τις ακτινοβολίες και τη χημειοθεραπεία, η Αμαλία είχε να αντιμετωπίσει την οικονομική εκμετάλλευση από γιατρούς που στάθηκαν απέναντί της και όχι δίπλα της. Πέρα από τον πόνο, είχε να υπομείνει την απληστία των ιδιωτικών κλινικών και την ταλαιπωρία στις ουρές των ασφαλιστικών ταμείων για μία σφραγίδα.

Η Αμαλία άφησε την τελευταία της πνοή την Παρασκευή 25 Μαϊου 2007. Ήταν μόλις 30 ετών.

Πριν φύγει, πρόλαβε να καταγράψει την εμπειρία της και να τη μοιραστεί μαζί μας μέσα από το διαδικτυακό της ημερολόγιο. Στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://fakellaki.blogspot.com, η νεαρή φιλόλογος κατήγγειλε επώνυμα τους γιατρούς που αναγκάστηκε να δωροδοκήσει, επαινώντας παράλληλα εκείνους που επέλεξαν να τιμήσουν τον όρκο που έδωσαν στον Ιπποκράτη. Η μαρτυρία της συγκίνησε χιλιάδες ανθρώπους, που της στάθηκαν συμπαραστάτες στον άνισο αγώνα της μέχρι το τέλος.

«Ο στόχος της Αμαλίας ήταν να πει την ιστορία της, ώστε μέσα απ' αυτήν να αφυπνίσει όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους και συνειδήσεις. Κυρίως ήθελε να δείξει ότι υπάρχουν τρόποι αντίστασης στην αυθαιρεσία και την εξουσία των ασυνείδητων και ανάλγητων γιατρών, αλλά και των γραφειοκρατών υπαλλήλων του συστήματος υγείας.»

(Δικαία Τσαβαρή και Γεωργία Καλυβίνου - μητέρα και αδελφή της Αμαλίας)

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 77 του Ν. 2071/1992, θεωρείται πειθαρχικό παράπτωμα για τους γιατρούς του Ε.Σ.Υ:

«Η δωροληψία και ιδίως η λήψη αμοιβής και η αποδοχή οποιασδήποτε άλλης περιουσιακής παροχής, για την προσφορά οποιασδήποτε ιατρικής υπηρεσίας»

Η Αμαλία Καλυβίνου αγωνίστηκε για πράγματα που θεωρούνται αυτονόητα σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος. Δυστυχώς δεν είναι και τόσο αυτονόητα στην Ελλάδα. Συνεχίζοντας την προσπάθεια που ξεκίνησε η Αμαλία, διαμαρτυρόμαστε δημόσια και απαιτούμε:

* ΝΑ ΠΑΡΘΟΥΝ ΑΜΕΣΑ ΜΕΤΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΩΣΤΕ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΟΥΝ ΤΑ ΦΑΚΕΛΑΚΙΑ ΚΑΙ Η ΑΝΙΣΟΤΗΤΑ ΠΟΥ ΕΠΙΦΕΡΟΥΝ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ

* ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΠΙΟ ΕΥΕΛΙΚΤΟΣ Ο ΚΡΑΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΩΣΤΕ ΝΑ ΜΗ ΘΡΗΝΗΣΟΥΜΕ ΞΑΝΑ ΘΥΜΑΤΑ ΕΞΑΙΤΙΑΣ ΧΡΟΝΟΒΟΡΩΝ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ

* ΝΑ ΕΠΙΒΛΗΘΕΙ ΑΥΣΤΗΡΟΤΕΡΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΣΤΗ ΔΙΑΠΛΟΚΗ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΚΑΙ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟΥ

* ΝΑ ΑΞΙΟΠΟΙΗΘΟΥΝ ΟΙ ΑΝΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΤΕΣ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ ΚΑΙ ΝΑ ΥΠΑΡΞΕΙ ΣΥΝΕΧΗΣ ΚΑΙ ΑΡΤΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΓΙΑΤΡΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΝΟΣΗΛΕΥΤΕΣ ΤΟΥ Ε.Σ.Υ.

* ΝΑ ΚΑΘΙΕΡΩΘΕΙ Η ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΦΑΚΕΛΟΥ ΤΟΥ ΑΣΘΕΝΟΥΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΣ, ΩΣΤΕ ΝΑ ΕΠΙΣΠΕΥΔΕΤΑΙ Η ΣΩΣΤΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΙΑ

ΑΣ ΠΑΨΕΙ ΠΛΕΟΝ Η ΥΠΟΚΡΙΣΙΑ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΩΝΤΩΝ, ΠΟΥ ΠΡΟΤΙΜΟΥΝ ΝΑ ΛΑΔΩΝΟΝΤΑΙ ΟΙ ΓΙΑΤΡΟΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΠΑΡΑ ΝΑ ΑΜΕΙΒΟΝΤΑΙ ΑΞΙΟΠΡΕΠΩΣ ΑΠΟ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ.

* ΟΧΙ ΑΛΛΑ ΦΑΚΕΛΑΚΙΑ

* ΟΧΙ ΑΛΛΗ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΑ

* ΟΧΙ ΑΛΛΟΣ ΕΜΠΑΙΓΜΟΣ

ΔΙΚΑΙΟΥΜΑΣΤΕ ΔΩΡΕΑΝ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ. ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ.

Την επόμενη φορά που θα χρειαστεί να δώσετε φακελάκι, μην το κάνετε. Προτιμήστε καλύτερα να κάνετε μια δωρεά. Η τελευταία επιθυμία της Αμαλίας ήταν η ενίσχυση της υπό ανέγερση Ογκολογικής Μονάδας Παίδων.

(Σύλλογος Ελπίδα, τηλ: 210-7757153, e-mail: infο@elpida.org, λογαριασμός Εθνικής Τράπεζας: 080/480898-36, λογαριασμός Alphabank: 152-002-002-000-515. Θυμηθείτε να αναφέρετε ότι η δωρεά σας είναι "για την Αμαλία").

ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΦΙΛΩΝ ΤΗΣ ΑΜΑΛΙΑΣ

Τρίτη, Μαΐου 22, 2007

"Le Ballon rouge"


Είχα γράψει πριν από μερικούς μήνες για το "Le ballon rouge" του Albert Lamorisse.

Χάρη στο http://www.mftm.blogspot.com, ανακάλυψα ότι γυρίστηκε η συνέχεια του και προβάλλεται αυτές τις μέρες στο φεστιβάλ των Καννών!

Βασισμένος στην πρωτότυπη ταινία του 1956 που είχε άλλωστε βραβευτεί στις Κάννες 51 χρόνια πριν, ο Hou Hsiao Hsien απ' το Ταϊβάν, έφτιαξε μια νέα ταινία με κεντρικό πρωταγωνιστή το κόκκινο μπαλόνι και τις περιπλανήσεις του στη γαλλική πρωτεύουσα. Παράλληλα, ο θεατής παρακολουθεί την ιστορία ενός παιδιού και της χήρας μητέρας του.

Δείτε περισσότερα για την ταινία εδώ.

Δευτέρα, Μαΐου 21, 2007

Don’t touch!

Ο μικροαστισμός είναι επικίνδυνο πράγμα .
Δεν θέλω να με βομβαρδίζουν με αδιάκριτα πώς, τι, πότε, γιατί, αν.
Απεχθάνομαι τον καταιγισμό ερωτήσεων που σχετίζονται με πολύ προσωπικά δεδομένα και σαν αντίδραση αποχωρώ.
Τα εν οίκω μη εν δήμω.

Τρίτη, Μαΐου 15, 2007

Τέχνης πειράματα...

Τελικά, ωραία συνήθεια αυτά τα podcasts. Και για μας που τα ζούμε κι ελπίζω και για σας που θα το ακούσετε.
Σήμερα λοιπόν, παρέα με τον Χαρτοπόντικα, σας παρουσιάζουμε τον Unknown Soldier του Luc Sante. H Mauve all έκανε τη μετάφραση.

Ακούστε το εδώ

Κυριακή, Μαΐου 13, 2007

Fair Trade Hellas

Η απότομη καλοκαιριάτικη ζέστη, έκανε τον χθεσινοβραδινό περίπατο ακόμα πιο ευχάριστο.
Κάπου στις αρχές της Διονυσίου της Αρεοπαγίτου, απ' τη μεριά του Θησείου, λίγο πριν τα περίπτερα της έκθεσης βιβλίου και τους διάφορους πλανόδιους μικροπωλητές και μουσικούς, ένας διαφορετικού τύπου πάγκος και μια οθόνη, μας μαθαίνουν την ύπαρξη της Fair Trade Hellas.

Η Fair Trade Hellas είναι μια μη κερδοσκοπική, μη κυβερνητική οργάνωση με σκοπό της την προώθηση του κινήματος του δίκαιου και του αλληλέγγυου εμπορίου στην Ελλάδα. Σε αντίθεση με το συμβατικό εμπόριο, το δίκαιο επιθυμεί να προστατεύσει τα ανθρώπινα δικαιώματα και το περιβάλλον και να εξασφαλίσει ίσες ευκαιρίες ανάμεσα στα δύο φύλλα, υγιείς και ασφαλείς συνθήκες εργασίας και υψηλή ποιότητα προϊόντων. Στόχος της Fair Trade Hellas είναι να εκπαιδεύσει ενσυνείδητους και υπεύθυνους καταναλωτές.
Γι' αυτόν τον λόγο:
  • Προωθεί πιστοποιημένα προϊόντα μέσα από μη κερδοσκοπικά καταστήματα, όπως αυτό στην οδό Νίκης 30 στο Σύνταγμα, σε συνεργασία με διεθνή δίκτυα του Δίκαιου και Αλληλέγγυου Εμπορίου καθώς και μέσα από τη σχέση της με συνεταιρισμούς μικροπαραγωγών σε Αφρική, Ασία και Λατινική Αμερική.
  • Οργανώνει δεκάδες εκστρατείες, πολιτιστικές δραστηριότητες και εκπαιδευτικά προγράμματα με στόχο την πληροφόρηση και την ευαισθητοποίηση του κοινού.
  • Όλες οι δραστηριότητες πραγματοποιούνται από εθελοντές.
  • Συμμετέχει ως οργάνωση φιλοξενίας και αποστολής στο πρόγραμμα Ευρωπαϊκής Εθελοντικής Υπηρεσίας του προγράμματος Νέα Γενιά σε Δράση. volunteers@fairtrade.gr
Η Fair Trade Hellas δεν ζητά χρήματα, όπως άλλες οργανώσεις που απευθύνονται στα ανθρωπιστικά μας αισθήματα, αλλά το πέρασμα του χρόνου μας έχει κάνει να είμαστε δύσπιστοι απέναντι στο έργο που λένε ότι προσφέρουν.
Η Fair Trade Hellas, ζητά ίσως μόνο να δώσουμε την ευκαιρία στους παραγωγούς και στους εργάτες των φτωχών χωρών να αμείβονται τουλάχιστον δίκαια για τα προϊόντα που εμείς οι προνομιούχοι στοιβάζουμε με "πλαστική" ή όχι άνεση στα ντουλάπια μας.

Δευτέρα, Μαΐου 07, 2007

Με ολίγη από Προυστ...

Η Κροτούλα μ' έβγαλε απ' τη δύσκολη θέση του τι να γράψω κι έτσι ευτυχώς δεν πιάσαμε αράχνες. Την ευχαριστώ. Επίσης ευχαριστώ την Νίνα γιατί απηύθυνε ανοιχτή πρόσκληση κι αν δεν είχα λάβει την προσωπική, θα απαντούσα στη δική της που είχε και το original ερωτηματολόγιο...

1. Πετάει ο γάιδαρος;
Ο γάιδαρος όχι. Το άλογο ναι όμως. Και το λένε το αλογάκι της Παναγίας…

2. Τι σας κάνει να σηκώνεστε το πρωί;
Το βρωμοξυπνητήρι!

3. Η μεγαλύτερη μαλακία που έχετε πει σε κάποιον και την έχει πιστέψει;
Όταν ήμουνα 5 χρονών και είπα σ’ ένα κοριτσάκι ότι η μαμά μου είναι διάσημη τραγουδίστρια και έχει τεράστιο κότσο και φοράει πελώρια σκουλαρίκια…

4. Το βασικό γνώρισμα του χαρακτήρα σας είναι;
Όταν αγαπώ πολύ το δείχνω κι όταν αντιπαθώ πολύ επίσης το δείχνω!

5. Το βασικό ελάττωμά σας;
Η ενοχικότητα. Νομίζω ότι για όλα φταίω εγώ

6. Σε ποια λάθη δείχνετε τη μεγαλύτερη επιείκεια;
Σε όσα δεν γίνονται από πρόθεση.

7. Ποια είναι η πρωτεύουσα του Λιχτενστάιν;
Δεν ξέρω- Δεν απαντώ

8. Ποιοι είναι οι ήρωές σας σήμερα;
Μ’ αρέσει ο Σνούπυ

9. Το αγαπημένο σας ταξίδι;
Κυανή Ακτή

10. Οι αγαπημένοι σας συγγραφείς;
Ο Ίψεν

11. Αγαπημένη ταινία;
«Φράνσις. Μια γυναίκα με όνειρα»

12. Αγαπημένη trashιά;
Τα πρώτα χρόνια της TV trashιάς. Ας πούμε το «Ερωτοδικείο»

13. Χειρότερο τραγούδι όλων των εποχών;
Δυσκολεύομαι να διαλέξω. Ας επιλέξω το «Μείνε μαζί μου έγκυος-είμαι πολύ φερέγγυος»

14. Τι νοσταλγείτε πιο πολύ απ’ όλα;
Στιγμές απ’ την παιδική μου ηλικία.

15. Κανένα σοκαριστικό μυστικό έχετε;
Τι μόνο ένα;

16. Μόνο αυτό;
Δεν είναι μόνο ένα λέμε…

17. Που αναφέρεται ο Βαν Γκογκ ως Βαν Νταμ;
Πού; Δεν ξέρω!

18. Το αγαπημένο σας πτηνό;
Το φλαμίνγκο

19. Αγαπημένος τρόπος θανάτου;
Δεν υπάρχει συμβατότητα στο αγαπημένο και στον θάνατο.

20. Το αγαπημένο σας ποτό;
Κόκκινο κρασί. (Μπαμπάκη, με παραδέχεσαι;)

21. Το αγαπημένο σας φαγητό;
Τα οστρακοειδή (Μπαμπάκη, υποκλίνεσαι;)

22. Τι απεχθάνεστε περισσότερο απ’ όλα;
Σε φαγητά τον πατσά. Κατά τα άλλα, απεχθάνομαι την ασυνέπεια.

23. Όταν δεν γράφετε, ποια είναι η αγαπημένη σας ασχολία;
Να πηγαίνω στο θέατρο

24. Ο μεγαλύτερος φόβος σας;
Ο θάνατος (ο δικός μου και των αγαπημένων μου)

25. Μεγαλύτερο ψέμα;
Ότι η εργασία κάνει καλό στον άνθρωπο. Ας γελάσω Χα! Ας ξαναγελάσω Χα, χα!

26. Ποιο είναι το μότο σας;
Άδραξε τη μέρα

27. Πώς θα επιθυμούσατε να ζήσετε;
Σ’ ένα νησί με τον αγαπημένο μου. Με παιδιά, μια γάτα κι έναν σκύλο.

28. Εάν συνέβαινε να συναντήσετε τον Θεό, τι θα θέλατε να σας πει;
Αν τον συναντούσα θα του έλεγα: "Α, ώστε υπάρχεις δηλαδή;"

29. Σε ποια πνευματική κατάσταση βρίσκεστε αυτόν τον καιρό;
Σε ηρεμία.

Για τιμωρία που δεν απάντησε στην προηγούμενη πρόσκληση μου για τα τραγούδια, καλείται τώρα να κάνει το ερωτηματολόγιο ο φίλος Μπαμπάκης.

Δευτέρα, Απριλίου 30, 2007

Λα, λα, λα, λα!

Αποφάσισα να σας δείξω την εντελώς ρετρό μου πλευρά σήμερα και γι’ αυτό θα περιοριστώ σε ελληνικά και μάλιστα αρκετά παλιά.

1. Όλα τα παλιά του Γούναρη και του Μαρούδα
Ξεχωρίζω:
Ένα βράδυ που’ βρεχε
Ένας φίλος ήρθε απόψε απ’ τα παλιά
Άρχισαν τα όργανα

2. Ό, τι τραγούδησε το δίδυμο Μανώλης Χιώτης- Μαίρη Λίντα, χωρίς εξαιρέσεις.

3. Οι θαλασσιές οι χάντρες – Χορν

4. Εφτά τραγούδια θα σου πω, τραγουδισμένο απ’ τη Μελίνα στη «Στέλλα».

5. Το άσπρα, κόκκινα, κίτρινα, μπλε καραβάκια στο Αιγαίο δεν με παίρνετε καλέ κλπ, κλπ, κλπ - Μοσχολιού
Έχω πληροφορηθεί ότι το τραγουδούσα κατά την προσχολική μου ηλικία!

6.Κάθε λιμάνι και καημός του Γαβαλά

7.Η ζωή εδώ τελειώνει του Διονυσίου


Ευχαριστώ θερμά την Composition doll για την πρόσκληση
Τι, πρέπει να καλέσω κι εγώ τώρα ή θ’ αρχίσετε να βαράτε;

Αν θέλουν λοιπόν, ας τραγουδήσουν μαζί μας οι ακόλουθοι:
Goudaki
Στέφυ
All my life
Bebelac
Μπαμπάκης

Παρασκευή, Απριλίου 27, 2007

Η παράνοια της περσόνας.

Έκλεισε με δύναμη πίσω του την πόρτα. Όλα είχαν πάει στραβά. Τα σημάδια φαινόντουσαν απ’ το πρωί που είχε ξυπνήσει. Η δουλειά του τον απογοήτευε έτσι κι αλλιώς. Ένιωθε πιεσμένος. Γιατί αναγκαζόταν να κάνει κάτι που δεν του αρέσε πια; Γιατί δεν έβρισκε το κουράγιο να τους διαολοστείλει ένα ωραίο πρωινό. Αφού τον έπρηζαν που τον έπρηζαν ας τους άφηνε μετέωρους και μάλιστα εν μέσω μιας πολύ hot περιόδου. Στην επόμενη διαφημιστική καμπάνια!
Έβαλε ένα malt, άνοιξε την μπαλκονόπορτα και βάλθηκε να σχεδιάζει την εκδίκηση του. Εκδίκηση αριθμός 13855. Αυτόν τον αριθμό θα χρησιμοποιούσε ένας αόρατος παρατηρητής της ζωής του. Όσες φορές είχε σχεδιάσει να εκδικηθεί τους κρατούντες στον εργασιακό του χώρο, άλλες τόσες είχε καταλήξει να κοιμάται στον καναπέ αποκαμωμένος έχοντας τελειώσει όλο το μπουκάλι με το malt που αρχικά προοριζόταν για ένα ποτηράκι- έτσι να χαλαρώσει.
Όχι, αυτήν τη φορά το είχε αποφασίσει. Θα έφτανε ως το τέλος. Αρκετά πια!
Οι μυρωδιές απ’ τα λουλούδια της άνοιξης του προκάλεσαν δυσφορία. Του γύρναγαν τον χρόνο πίσω, στην παιδική του αθωότητα, στα εφηβικά του ξενύχτια, στους νεανικές του έρωτες κι αυτό ήταν κάτι που πονούσε πολύ.
Πισωπάτησε και χώθηκε ξανά μέσα στο αχανές μοναχικό του σπίτι. Έκλεισε τα παράθυρα, έβαλε τα air condition να δουλεύουν στο φουλ. Πέταξε με μανία το ακριβό του κοστούμι στο πάτωμα. Η θέρμη απ’ το πάτωμα του γαργάλησε τις πατούσες. Θερμαινόμενα δαπεδα. Η απαίτηση της πρώην του όταν αγόρασε το διαμέρισμα. «Θέλω να περπατάω ξυπόλητη και να το φχαριστιέμαι». Ποιος ξέρει σε ποιανού το θερμαινόμενο δάπεδο περπατάς τώρα, αναρωτήθηκε και μπήκε στο ντους.
Το νερό που έτρεχε με ορμή πάνω του τον βοηθούσε να ξεδιαλύνει τις σκέψεις του
Θα κάνω κοσμογονικές αλλαγές, αποφάσισε καθώς σκουπιζόταν.
Έκλεισε όλα τα μηχανήματα air condition και ξανάνοιξε τα παράθυρα. Έβαλε κι ένα CD να παίζει. Ας μην αφεθώ στο τυχαίο του ραδιοφώνου, είπε στον εαυτό του, ενώ το κινητό του που χτυπούσε τον έκανε να χαμογελάσει. Οπς, με πρόλαβε η Barbie, σκέφτηκε κι απάντησε με την πιο αδιάφορη φωνή που διέθετε.
EKEINH: Μωρό μου θα βγούμε;
ΑΥΤΟΣ:Δεν έχω όρεξη για έξοδο.
ΕΚΕΙΝΗ: Για ένα ποτάκι μόνο. Έλαααα
ΑΥΤΟΣ:Όχι, όχι για ποτό. Με τίποτα.
ΕΚΕΙΝΗ: Ε, καλά. Να φας δεν θέλεις;
ΑΥΤΟΣ:Ναι, θα φάω.
ΕΚΕΙΝΗ: Θα παραγγείλεις κινέζικα;
ΑΥΤΟΣ:Όχι, όχι κινέζικα.
ΕΚΕΙΝΗ: Σούσι που έχουμε και καιρό;
ΑΥΤΟΣ:Ούτε σούσι
ΕΚΕΙΝΗ: Τι λες για πολυνησιακό;
ΑΥΤΟΣ:Ούτε πολυνησιακό
ΕΚΕΙΝΗ: Πάμε στο καινούργιο ιταλικό;
ΑΥΤΟΣ:Τις σιχάθηκα τις πίτσες
ΕΚΕΙΝΗ: Δηλαδή να μην έρθω; Κρίμα και ήθελα να με δεις με το καινούργιο μου Dolce & Gabanna
ΑΥΤΟΣ:Αν θες έλα, αλλά φόρα κάτι απλό. Θα πάμε στο ταβερνάκι της γειτονιάς. Είναι υπόγειο κι ο τηγανητός μπακαλιάρος μπορεί ν’ αφήσει ανεξίτηλα την παρουσία του στα ρούχα σου γλυκειά μου.
ΕΚΕΙΝΗ: Ε, άσε καλύτερα. Κάνω και δίαιτα. Θα πάρω την Κλαίρη να πάμε για κανά ποτάκι.
ΑΥΤΟΣ: Καλά, όπως νομίζεις. Μια άλλη φορά.. Καληνύχτα.

Έσκασε στα γέλια. Εύκολο ήταν τελικά να την ξαποστείλει.
Άνοιξε το ψυγείο. Χυμός, περιέ, παγάκια.
Μάλιστα. Ίσως τελικά να έπρεπε να πάει μέχρι το ταβερνάκι της γωνίας.
Ο άλλος στον οποίο θα μεταμορφωνόταν σιγά-σιγά έπρεπε ακόμα και να διατρέφεται διαφορετικά.


Συνεχίζεται

Παρασκευή, Απριλίου 20, 2007

Θυμάστε;


Το βρήκα σκαλίζοντας το συρτάρι του γραφείου μου κι είπα να γελάσουμε λίγο κίτρινα (rire jaune που λένε και οι Γάλλοι)...