Δευτέρα, Δεκεμβρίου 22, 2008
Τρίτη, Δεκεμβρίου 09, 2008
ΚΑΛΟ ΣΟΥ ΤΑΞΙΔΙ!
Είναι βλέπεις οι ώρες που εμείς μετά από μια κουραστική μέρα δουλειάς γυρνάμε σπίτι και δεν θέλουμε ν’ ακούμε ούτε τη φωνή μας.
Κι εκεί ακριβώς είναι το πρόβλημα. Μέσα στην απόλυτη σιωπή που νομίζουμε ότι μπορεί να μας ξεκουράσει, αρνούμαστε ν’ ακούσουμε ήχους και φωνές που σε ιδανικές συνθήκες θα έπρεπε αν μη τι άλλο να μας θυμίζουν τους εαυτούς μας στην εφηβεία.
Οι συνθήκες δεν είναι ιδανικές, ο κόσμος δεν είναι τόσο ονειρικός όσο προσπάθησαν να μας κάνουν να φανταζόμαστε όταν είμασταν στην ηλικία που μπορούσαμε να κάνουμε όνειρα.
Κι αυτό είναι ακριβώς το πρόβλημα. Θέλουμε την ησυχία μας μέσα στο ωραίο μας σπιτάκι, με το ωραίο μας αυτοκινητάκι και κλείνουμε τη «φασαρία» απέξω. Αλλά μαζί με τη «φασαρία» και τις φωνές σας πάνω στο παιχνίδι, κλείνουμε τ’ αυτιά και στο δικαίωμα σας να ζείτε την νιότη σας με το δικαίωμα που έχουν όλοι οι νέοι να μιλήσουν δυνατά, να βρίσουν, να πούνε ψέματα, να κοροϊδέψουν, να έχουν αντίθετη γνώμη.
Συγκλονίστηκα το Σάββατο στο άκουσμα της είδησης που σε αφορούσε. Ήταν ακόμα πιο οδυνηρό να βλέπω την εικόνα σου. Η εικόνα είναι πάντα πιο δυνατή.
Ντρέπομαι για τη λέξη «κωλόπαιδα» που μου ερχόταν στο στόμα κάθε φορά που κάποιος κλώτσαγε μια μπάλα και μου διατάρασσε την ησυχία.
Το να λυπάμαι σήμερα που δεν είσαι πια εδώ, ξέρω ότι δεν είναι αρκετό. Μόνο η μάνα κι ο πατέρας που σε γέννησαν μπορούν να νιώσουν αυτό τον απόλυτο πόνο.
Ντρέπομαι που ζω σε μια τέτοια χώρα μια τέτοια στιγμή. Μ’ ενοχλεί που ο κόσμος είναι έτσι. Με πειράζει και μ’ εξοργίζει η αδικία και ξέρω καλά πια πως δεν υπάρχουν περιθώρια αισιοδοξίας.
Θα ήθελα όμως παρόλα αυτά, να μπορούσες να συνεχίσεις τη ζωή σου κι ας κατέληγες στο τέλος κι εσύ συμβιβασμένος όπως όλοι μας.
Καλό ταξίδι.
Να μην μας σκέφτεσαι καθόλου.
Μόνο εμείς πρέπει να σε σκεφτόμαστε και να σε νοσταλγούμε.
Κυριακή, Δεκεμβρίου 07, 2008
Τα ξέφτια μιας ΕΙΔΗΣΗΣ
Τι σημασία έχει;
Δεν αρκεί σαν είδηση και συνταρακτικό γεγονός η εν ψυχρώ εκτέλεση του;
Δεν θα συνέβαινε το ίδιο αν κατοικούσε στα Δυτικά Προάστεια και ήταν από φτωχή οικογένεια;
Από πότε η ανθρώπινη ζωή "κοστολογείται"ανάλογα το πού κατοικείς και ποια είναι η οικονομική σου επιφάνεια ;
Παρασκευή, Δεκεμβρίου 05, 2008
ΔΡΟΜΟΙ ΖΩΗΣ: ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ BAZAAR
Παρασκευή, Νοεμβρίου 28, 2008
Σε νάρθηκα!
Δευτέρα, Νοεμβρίου 17, 2008
«Εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο»!
Την Παρασκευή που μας πέρασε η μαμά του μου διηγήθηκε ότι ο μικρός μπήκε στο σπίτι με το σύνθημα «Ψωμί, παιδεία, ελευθερία»!
«Υποψιάστηκα ότι κάτι τους έχουν πει για το Πολυτεχνείο», μου είπε, «αλλά θέλησα να το τσεκάρω». Το απόγευμα, εκεί που ο μικρός έπαιζε αμέριμνος, τον πλησίασε και τον ρώτησε: «Δεν μου λες Δημητράκη; Σας είπαν τίποτα στο σχολείο για το Πολυτεχνείο;» Ο Δημητράκης παράτησε τα παιχνίδια του, έστρεψε το κεφάλι του προς τη μαμά του και της είπε: «Εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο»!
Γέλασα πολύ με το παραπάνω στιγμιότυπο το οποίο και πληροφορήθηκα σήμερα το πρωί, ανήμερα του Πολυτεχνείου.
Ο λόγος που το γράφω είναι γιατί αν και μου φαίνεται εξαιρετικά αστείο να σκέφτομαι ένα τρίχρονο να αναφέρεται στο Πολυτεχνείο, αναγνωρίζω τη σπουδαιότητα του να το κάνει κανείς από τόσο μικρή ηλικία κοινωνό ενός ιστορικού γεγονότος που συνέβη πολλά χρόνια πριν εκείνο γεννηθεί.
Στη σημερινή εποχή της πλήρους αδιαφορίας και απάθειας, της τηλεόρασης που νυχθημερόν ασχολείται με τα κατορθώματα και τους τραμπουκισμούς των επωνύμων που τάχα προβάλλουν αντίσταση με οχήματα τα ακριβά τους SUV ως άλλα τανκς κατά της Αρχής, ανατρέφεται μια γενιά που αν δεν ενδιαφερθεί κανείς να την πληροφορήσει για ό, τι κάποτε συνέβη, θα νομίζει πως κάθε χρόνο στις 17 Νοεμβρίου τηρούμε το έθιμο του να σπάνε κάποιοι τζαμαρίες και να καίνε αυτοκίνητα πέριξ του ιστορικού κτιρίου του Πολυτεχνείου, καπηλευόμενοι την ιστορική αλήθεια και τη συλλογική μνήμη.
Τετάρτη, Νοεμβρίου 05, 2008
Εις το Όνομα του Ομπάμα!
Τελοσπάντων, για να επανέλθω στην αρχική πρόταση, το πρώτο βιβλίο της ζωής μου ήταν «Η καλύβα του Μπάρμπα Θωμά». Μου το είχε φέρει μια φίλη της μαμάς στα γενέθλια των 7 μου χρόνων. Θυμάμαι τη μαμά να μονολογεί μεγαλοφώνως όταν έφυγαν οι καλεσμένοι, «μα καλά, μικρό παιδί τι θα καταλάβει απ’ αυτό το βιβλίο;».
Μπορεί να ήταν το πείσμα μου που γεννήθηκε από την απορία της μαμάς. Η πρώτη μου επαφή όμως με το πρώτο βιβλίο της ζωής μου υπήρξε άκρως ερωτική. Η αλήθεια είναι ότι δεν καταλάβαινα και πολλά πράγματα. Αγνοούσα πλήρως το θέμα των φυλετικών διακρίσεων, δεν καταλάβαινα για την εκμετάλλευση των μαύρων απ’ τους λευκούς, δεν ήξερα τι σημαίνει η λέξη σκλάβος. Ωστόσο, το βιβλίο το κουβαλούσα παντού μαζί μου και το ρουφούσα μετά μανίας. Θυμάμαι ότι μ’ έστελνε η γιαγιά το μεσημέρι στην είσοδο της πολυκατοικίας να περιμένω το σχολικό που θα έφερνε τον αδερφό μου απ’ το νηπιαγωγείο. Πήγαινα μαζί με το βιβλίο κι από μέσα μου ευχόμουν ν’ αργήσει λίγο το σχολικό λεωφορείο για να διαβάσω κι άλλο.
Κάποιες σελίδες του βιβλίου είχαν μέσα μικρά σκίτσα σχετικά με την ιστορία. Έτσι είδα την Τόπσι τη μικρή μαύρη υπηρέτρια. Στενοχωρήθηκα με την Ελίζα, το λευκό, ξανθό κορίτσι που πέθανε γιατί ήταν άρρωστο (στα 7 μου δεν ήταν βέβαια δυνατό να επικοινωνήσω πλήρως με το γεγονός του θανάτου, παρόλα αυτά η αρρώστεια κι ο θάνατος της Ελίζας με είχαν αναστατώσει). Στο βιβλίο η Ελίζα λίγο πριν πεθάνει δίνει εντολή να τις κόψουν τις μακριές ξανθές μπούκλες της και να τις μοιράσει στους μαύρους υπηρέτες του σπιτιού για να τη θυμούνται. Στο σκίτσο την έδειχνε ξαπλωμένη με τα μακριά της μαλλιά απλωμένα στο μαξιλάρι και τους μαύρους υπηρέτες δίπλα της να κλαίνε.
Οι μαύροι που πάντα παίρνουν τα αποφάγια των λευκών, τα απομεινάρια τους, τα παλιά τους ρούχα, τα χτυπήματα στο σώμα και τις πληγές στην ψυχή. Οι μαύροι που αιώνες ολόκληρους έζησαν ως σκλάβοι επειδή θεωρήθηκαν κατώτεροι λόγω χρώματος. Οι μαύροι που ακόμα σε κάποιες γωνιές του πλανήτη αντιμετωπίζονται χειρότερα κι από ζώα.
Έχει ο καιρός γυρίσματα όμως κι από χτες, στο τιμόνι του κόσμου βρίσκεται ένας μαύρος, μακρινός απόγονος σκλάβων. Κι αυτός ο μαύρος είναι ο Μπάρακ Ομπάμα, 44ος πρόεδρος των ΗΠΑ, ελπίδα μεταξύ άλλων και των απανταχού λευκών και μακρινών απογόνων δυναστών της φυλής του για έναν καλύτερο κόσμο
Για να δούμε Μπαρμπά Θωμά, μπορεί ν’ αλλάξει αυτός ο κόσμος;
Τρίτη, Οκτωβρίου 28, 2008
Φθινοπωρινές εξοχές
Ο καιρός ακόμα δεν έχει αποφασίσει τι θερμοκρασία του ταιριάζει καλύτερα, η 28η Οκτωβρίου αποτέλεσε αφορμή για τετραήμερη αποχή από εργασιακά καθήκοντα, μια μέρα άδεια απ’ τη σημαία κυριολεκτικά και η συνέχεια ακολουθεί φωτογραφικά:
Παραλία Επιδαύρου τον Οκτώβριο.
Μυκήνες ως all time classic
Ναύπλιο από ψηλά- υπέροχο όπως πάντα
Ο πλούσιος κήπος του νέου σπιτιού της φίλης μας
Δυόσμος για τα mojito μας!
Μέθανα σαν να' χει σταματήσει ο χρόνος κάπου στο' 50
Ταβερνάκι σε υπέροχο σημείο στο Βαθύ-Μεθάνων
Μέθανα: κοντά στο ηφαίστειο
Και η αποκάλυψη της εκδρομής μας:
Ναι, κάπου στον Νομό Τροιζηνίας υπάρχει και η Τακτικούπολη
Σάββατο, Οκτωβρίου 18, 2008
Ερωτήσεις...
Με προσκάλεσε η Ρενάτα που την προσκάλεσε η νεοφώτιστη στα μπλογκς Aura Voluptas.
Πρέπει να γράψω από μία ερώτηση που θα έκανα στους εξής :
Σ’ ένα φιλόσοφο : Φοβάστε τον θάνατο;
Έναν παλιό έρωτα : Μα ποιον μου θυμίζεις;....
Σ’ ένα μέντιουμ : Είναι πολλά τα λεφτά ε;
Σ’ ένα παιδί: Πώς σε λένε;
Στον καθρέφτη μου : Χαλάρωσε, εντάξει;
Παραδίδω τη σκυτάλη σε όποιον κάνει κέφι να παίξει!
Παρασκευή, Οκτωβρίου 10, 2008
Φθινόπωρο στη Βιέννη!
Εντυπωσιάστηκα. Δεν είχα ξαναδεί κάτι τέτοιο. Ούτε βέβαια μέχρι εκείνη τη στιγμή είχα δει έρημη μια ευρωπαϊκή πόλη τις μέρες των γιορτών. Και βέβαια, μέχρι τότε, δεν είχα ξαναδεί τόσα αυτοκρατορικά κτίρια μαζεμένα.
Σήμερα το γυάλινο κτίριο έχει πια εγκατασταθεί για τα καλά αλλά δεν έχει καταφέρει – ευτυχώς- να κλέψει την παράσταση απ’ το λαμπερό περίγυρο.
Στη Βιέννη του 1990, δεν υπήρχαν ζητιάνοι. Ακόμα... Μόλις είχε καταρρεύσει το ανατολικό μπλοκ και οι μόνοι που έβλεπες να είναι σε υποδεέστερη μοίρα ήταν κάτι Γιουγκοσλάβοι (καλά για τους νεαρούς αναγνώστες, κατανοώ ότι ο όρος Γιουγκοσλάβος δεν είναι δόκιμος πλέον). Κι αυτοί όμως δεν ζητιάνευαν με την κλασική έννοια. Πουλούσαν βιβλία στον δρόμο! Από τότε βέβαια αυτό έχει αλλάξει. Είδα ανθρώπους να ζητιανεύουν και άλλους να κοιμούνται στον δρόμο. Λίγοι- είναι η αλήθεια- αλλά υπαρκτοί.
Στη Βιέννη του 1990 είδα για πρώτη φορά τραμ εν κινήσει. Είδα και για πρώτη φορά νεαρούς μπαμπάδες να περιφέρουν τα μωρά τους στον μάρσιπο.
Αυτές οι εικόνες ήταν παντελώς άγνωστες στην Αθήνα του 1990.
Σήμερα 18 χρόνια μετά, είδα τη Βιέννη με φθινοπωρινή ενδυμασία και με άλλα μάτια βεβαίως. Ε, φυσικό είναι. Άλλο πράγμα να είσαι στο εξωτερικό οικογενειακώς και υπό τη σκέπη του γκρουπ κι άλλο να έχεις την ανεξαρτησία σου. Αυτή τη φορά βέβαια περιορίστηκα στο κέντρο της πόλης κι όχι στα περίχωρα όπως παλιότερα. Έτσι, δεν είδα ξανά τα θερινά ανάκτορα Schönbrunn, το Mayerling ή το Baden.
Περπάτησα όμως πολύ σε μια πόλη που είναι ιδανική για περπάτημα, κατέταξα τους Βιεννέζους στους πολιτισμένους λαούς της Ευρώπης: σταματούν να περάσει ο πεζός, κυκλοφορούν με ποδήλατα, είναι άψογοι στο σέρβις, είναι καλλιεργημένοι. Είδα μικρά παιδιά στην όπερα να παρακολουθούν με προσήλωση και πολύ το χάρηκα.
Α, και μάλιστα το εντυπωσιακό στη δεύτερη περίπτωση ήταν ότι ήταν ημέρα εκλογών…
Αξίζει επίσης να πω ότι στην Staatsoper λειτουργεί στην εντέλεια σύστημα για τους όρθιους θεατές που είναι πολλοί και που δεν νιώθουν ότι τους υποτιμά κανείς επειδή πληρώνουν πολύ φτηνό εισιτήριο.
Αυτή ήταν και η δική μας περίπτωση: πληρώσαμε 4 ευρώ για «θέση» ορθίου αφού όλα τα εισιτήρια είχαν εξαντληθεί. Μπορούσαμε να μαρκάρουμε τη θέση μας ( οι θέσεις μοιάζουν με στασίδια εκκλησίας στο πίσω μέρος της αίθουσας αλλά σε υπερυψωμένο σημείο έτσι ώστε να βλέπουν όλοι) και να κάτσουμε στο μπαρ μέχρι ν’ αρχίσει η παράσταση.
Στην Αθήνα, στα θέατρα, όταν εξαντλούνται οι θέσεις, κάθεσαι στα σκαλοπάτια ή σε σκαμνί στην άκρη χωρίς να βλέπεις καλά κι έχοντας πληρώσει ακριβώς το ίδιο εισιτήριο με τους άλλους!
Περιττό να προσθέσω ότι τυχαία καταλάβαμε για τις εκλογές. Κανένα χαρτί πεταμένο στον δρόμο, καμιά τεράστια αφίσα. Κάτι μικρά αφισάκια μόνο σε κολώνες εδώ κι εκεί. Την Δευτέρα μάλιστα, στο ένα απ’ αυτά υπήρχε κολλημένο ένα χαρτί με τη λέξη «Ευχαριστώ» στα γερμανικά…
Αυτή τη φορά στη Βιέννη απόλαυσα πραγματικά μια καινούργια γωνιά μουσείων το Museums Quartier με μια ενδιαφέρουσα έκθεση μοντέρνας ζωγραφικής υπό τον τίτλο «Bad painting, good art» καθώς επίσης και τη συλλογή στο Leopold Museum με έργα Schiele, Kokoschka, Klimt κά καθώς και με την αναδρομική έκθεση για τον Christian Schad.
Η Βιέννη του 2008 εξακολουθεί να είναι αριστοκρατική, να έχει άρωμα παλιών μεγαλείων αλλά και τον αέρα μιας σύγχρονης πόλης. Προσφέρει την αίσθηση μιας ζωής άνετης και ήσυχης σε ανθρώπινους ρυθμούς.
Στις φωτογραφίες βλέπετε 1)τον Άγιο Στέφανο, 2) μέρος του κήπου των χειμερινών Ανακτόρων Hofburg, 3) άποψη της "ελληνικής" γειτονιάς πλάι στην ορθόδοξη εκκλησία της Αγίας Τριάδας, 4) το καφέ που φημολογείτα ότι σύχναζε ο Ρήγας Φεραίος, 5) το εσωτερικό της Staatsoper, 6) αλογάκια, 7) το περίφημο Sacher torte και οι 2 τελευταίες φωτογραφίες είναι απ' τη Ζυρίχη όπου είχαμε μια 4ωρη αναμονή που εκμεταλλευτήκαμε για να περπατήσουμε λίγο το κέντρο της πόλης.
Πέμπτη, Οκτωβρίου 09, 2008
Ατάκες!
Έβλεπα τα πρωινάδικα το Σαββατοκύριακο κι έπαιρναν συνεντεύξεις απ’ τους περαστικούς στον δρόμο. Τι θα κάνετε με τις καταθέσεις σας; ρωτούσαν. Και ξέρετε τι πρόσεξα; Κανένας Έλληνας δεν έχει καταθέσεις. Καταθέσεις έχουν μόνο οι Αλβανοί…
Ε, τι να σχολιάσει κανείς απ’ αυτό το παραλήρημα;
Την εμπιστοσύνη στα πρωινάδικα; Αυτά ξέρουμε, αυτά εμπιστευόμαστε.
Την ειλικρίνεια των περαστικών στον δρόμο; Σιγά μην ομολογήσει κανείς on camera ότι έχει το κάτιτις του στην τράπεζα.
Τον a priori ρατσισμό του «αστεριού»; Μισούμε τους αλλοδαπούς και το δείχνουμε με κάθε τρόπο. Αυτοί φταίνε που σε μας δεν περισσεύουν πια λεφτά.
Φαντάζομαι ότι είναι περιττό να προσθέσω ότι αυτά τα ρεπορτάζ στον δρόμο πάνε σε συγκεκριμένες περιοχές και συνήθως ρωτάνε συνταξιούχους, μικρομεσαίους και φοιτητές ή νέους της γενιάς των 700…
Κυριακή, Οκτωβρίου 05, 2008
MADE IN ΤΣΙΝΑ!
Είχα καιρό να πάρω ταξί, η αλήθεια είναι ότι το χρησιμοποιώ σπάνια πια. Η εμπειρία που είχα απ’ τη σύντομη διαδρομή Ομόνοια- Καλλιθέα επιβεβαίωσε την άποψη μου για την «κίτρινη φυλή». Καλά, υπάρχουν και οι εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Στη συμβολή Πειραιώς και Χαμοστέρνας, μάνα και γιος κατεβαίνουν. Ο ταξιτζής που δεν έχει σταματήσει να μιλάει στο κινητό για κάποια κούρσα ή ντέρμπυ, πιάνει τώρα και το δεύτερο κινητό, ενώ ταυτόχρονα προλαβαίνει να γυρίσει προς τα πίσω και να μου πει απαξιωτικά: «χαζοί ήταν αυτοί οι δύο κι ο γιος κι η μάνα. Χα, χα, χα»...
Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 24, 2008
Συνέβη στην Αθήνα...
Ο νεαρός ξεπρόβαλλε ξαφνικά στο φανάρι του Hilton και πρόσφερε ολίγη τέρψη στα κουρασμένα μάτια των μονίμως ταλαιπωρημένων οδηγών της Αθήνας.
Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 17, 2008
Αλεπουδίσματα!
Το σκυλάκι γαβγίζει, η γάτα νιαουρίζει, ο γάϊδαρος γκαρίζει, το αρνάκι βελάζει (καλά, καλά το κόβω εδώ πέρα). Το ερώτημα είναι η αλεπού τι ήχο βγάζει;
Η αλεπού λοιπόν αλεπουδίζει! Και για του λόγου το αληθές, πηγαίνετε στο Radio Bubble και πατήσετε την επιλογή live radio ή πηγαίνετε κατευθείαν εδώ.
Τα «Αλεπουδίσματα» είναι τα ραδιοφωνικά φτερουγίσματα της Αλεπούς και στόχο έχουν να παντρεύουν κάθε φορά τη μουσική με το θέατρο. Άλλοτε η αφορμή θα είναι μια θεατρική παράσταση της επικαιρότητας ή του παρελθόντος, μια θεατρική προσωπικότητα απ’ το σήμερα ή το χθες κι άλλοτε ένα τραγούδι ή η μουσική επένδυση ενός θεατρικού έργου ή ακόμα και μιας ταινίας.
«Αλεπουδίσματα»: κάθε δεύτερη Τετάρτη από τις 19.00 ως τις 20.00 εναλλάξ με το "Μια σταγόνα στον αέρα" της Ροδιάς .
Μπορεί να δυσκολευτείτε λίγο σήμερα να μπείτε στο site (ο δαίμων του διαδικτύου γαρ). Παρόλα αυτά να επιμείνετε. Το νέο πρόγραμμα του Radio Bubble είναι εδώ και αξίζει να "κλέψει" απ' τον χρόνο σας!
Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 15, 2008
«Το ευχαριστημένο ή οι δικοί μου άνθρωποι».
Έχω διάφορες εμμονές με μεγάλες προσωπικότητες της τέχνης ή των γραμμάτων, κάποιες απ’ τις οποίες εν ζωή ακόμα και κάποιες άλλες κοιμισμένες για πάντα. Μάλλον οι περισσότερες εμμονές μου ανήκουν στην δεύτερη κατηγορία. Ίσως γιατί αυτοί που έφυγαν για το μεγάλο ταξείδι έχουν αφήσει τον γοητευτικό μύθο πίσω τους. Μια τέτοια περίπτωση είναι και ο Μ. Καραγάτσης ή αλλιώς Δημήτρης Ροδόπουλος.
Ο Καραγάτσης ήταν κατά γενική ομολογία η πιο πληθωρική και τελικά η πιο ατόφια πεζογραφική ιδιοφυΐα της λεγόμενης γενιάς του ’30 σύμφωνα με τα όσα είπε ο Γ.Π Σαββίδης στη νεκρολογία που έγραψε τον Σεπτέμβρη του 1960 στο «Βήμα». Ο Καραγάτσης ήταν αναγνωρισμένος για το μεγάλο ταλέντο του και την ικανότητα του να γράφει από τους κορυφαίους συγγραφείς της γενιάς του- προνόμιο που δεν απολαμβάνουν οι περισσότεροι λογοτέχνες. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην έκδοση της «Νέας Εστίας» που κυκλφόρησε το 1961, το τεύχος 823 ήταν αφιερωμένο στη μνήμη του και υπογεγραμμένο από τους Βενέζη, Καστανάκη, Μυριβήλη, Παναγιωτόπουλο, Πετσάλη-Διομήδη. Ο Μυριβήλης λέει: «ήταν ο πιο προικισμένος απ’ όλους μας, ο πιο εργατικός, ο πιο συνθετικός, ο πιο γνήσιος μυθιστοριογράφος. Κανείς άλλος μας δεν μπορούσε να στήσει τον μύθο και να κινήσει τους ήρωες του με τόση ευκολία κα με τόση αληθοφάνεια. Ήταν εκπληκτικές οι ικανότητες του στη δημιουργία ατμόσφαιρας και στην επινόηση πειστικών εκ πρώτης όψεως καταστάσεων».
Μ’ όλα αυτά τα φαντάσματα αποφασίζει να αναμετρηθεί η κόρη του Καραγάτση, η Μαρίνα που πήρε το όνομα της απ’ την ηρωίδα της «Μεγάλης Χίμαιρας», η απόγονος ενός σπουδαίου συγγραφέα, η ίδια συγγραφέας άξια σήμερα και ανατόμος της οικογένειας της.
Στο βιβλίο της «Το ευχαριστημένο ή οι δικοί μου άνθρωποι», η Μαρίνα Καραγάτση δανείζεται τα λόγια των οικείων της προσώπων και μ’ αυτά τους ζωντανεύει ξανά σε τρεις παράλληλους μονολόγους μιας ανοιξιάτικης μέρας του 1950 κι ενός θεατρικού μονόπρακτου του 2006. Στο μονόπρακτο της, οι τρεις δικοί της άνθρωποι μαζί με τον παππού και τον θείο της συναντιούνται στο αυλιδάκι του ουρανού, περιγελούν τα εγκόσμια και ζουν την αιώνια ζωή απόλυτα συμφιλιωμένοι πια μεταξύ τους και με όσα τους πίκραναν όσο ήταν ζωντανοί.
Το βιβλίο είναι απολαυστικό και διαβάζεται ευχάριστα. Αποτελεί πλούτο γνώσης για την εποχή που περιγράφει, την καθημερινότητα του συγγραφέα, αλλά και την ιστορία της ναυτιλίας στην Άνδρο.
Με μια γλυκειά μελαγχολία, διάβασα την τελευταία σελίδα κι έκλεισα το φως χτες το βράδυ. Ήταν 14 Σεπτεμβρίου, η ημερομηνία που 48 χρόνια πριν, ο Καραγάτσης πέρναγε στην αιωνιότητα κλείνοντας τον μαγικό κόσμο των γραπτών του με την περίφημη φράση «Ας γελάσω».
Φοβερή σύμπτωση να διαβάζω για κείνον στην επέτειο του θανάτου του. Τo ανακάλυψα σήμερα. Είναι να μην με στοιχειώνει μετά ο συγκεκριμένος συγγραφέας;
Τρίτη, Σεπτεμβρίου 09, 2008
Της Κυριακής!
Με ανακάλυψε πρώτη εκείνη μέσα απ’ το διαδίκτυο. Στην αρχή δεν το πίστευα! Δεν είχα μέχρι τώρα βρει κανέναν απ’ τα παλιά και ψιλοζήλευα που ήξερα ότι σε άλλους συνέβαινε. Να που ήρθε και σε μένα!
Η παλιά μου συμμαθήτρια είναι πια μαμά 3 παιδιών! Αυτό από μόνο του ήταν φοβερό νέο! Ούτε 1, ούτε 2 αλλά 3 πιτσιρίκια (πολύ χαριτωμένα όπως διαπίστωσα από φωτογραφίες).
Είχαμε δώσει ραντεβού στο σταθμό του Θησείου. Εννοείται ότι αναγνώρισε η μία την άλλη αμέσως. Ε, δεν έχουν περάσει δα και τόσα χρόνια…
Ήπιαμε καφέ και το γυρίσαμε και σε ποτάκια. Προσπαθούσαμε να χωρέσουμε διαδρομή σχεδόν εικοσαετίας σε λίγες ώρες. Προσπαθούσαμε μάλλον ν’ ανακαλύψουμε σε τι είδους άνθρωπο εξελίχθηκε η κάθε μια μας.
Θέλω να κάνω ένα μεγάλο πάρτυ, μου είπε κάποια στιγμή. Να ακούγονται όμως τα τραγούδια που ακούγαμε τότε και να χορέψουμε όπως χορεύουμε τότε.
Γυρνάω τη μνήμη μου στην ανέμελη εφηβεία μου και τη νοσταλγώ. Θέλω να γυρίσω για μια μέρα στην τάξη που μοιραστήκαμε όλοι για 6 χρόνια. Να μας δω με τα ρούχα και τα μαλλιά της δεκαετίας του ’80. Να ξανακάνουμε τις ίδιες πλάκες, να μην ξέρουν οι καθηγητές πώς να μας συμπεριφερθούν. «Άριστοι μαθητές, αλλά πολύ άτακτοι».
Την περίμενα με ανυπομονησία την παλιά μου συμμαθήτρια χτες το απόγευμα. Στα λίγα λεπτά που στεκόμουν εκεί μέχρι να έρθει, ένιωθα σαν να περιμένω γκόμενο για ραντεβού. Της το είπα και γέλασε. Κι εγώ το ίδιο ένιωθα, μου είπε. Και μετά τα μπλε μάτια της γέμισαν δάκρυα. Συγκινήθηκαμε που συναντηθήκαμε ξανά μετά από χρόνια. Μεγαλώνουμε μήπως; Μπα! Σαν πιτσιρίκες νιώθαμε ξανά καθώς γυρνάγαμε τον χρόνο πίσω. Σαν να μην είχε περάσει μια μέρα.
Με κάλεσε σπίτι. Θα έρθετε εσείς για φαγητό γιατί εμείς με τα παιδιά είναι δύσκολο.
Προσγειώθηκα στο σήμερα. Θα βρεθούμε ως ζευγάρια.
Τη στιγμή όμως που θα σταθώ έξω απ’ την πόρτα του σπιτιού της, ξέρω ότι στα λίγα λεπτά που θα κάνει μέχρι να την ανοίξει, εγώ θα νομίζω ότι θα δω τη μητέρα της κι ότι θα μου πει: Μέσα είναι και οι άλλες στο δωμάτιο, πήγαινε.
Και θα μπω στο παλιό, παιδικό της δωμάτιο που και τώρα παιδικό είναι αλλά για τα δικά της παιδιά. Θα βγω στη βεράντα που κάναμε συζητήσεις επί συζητήσεων ώρες ολόκληρες. Και θ’ απογειωθώ πάλι στο χθες περιμένοντας να κάνω μια από κείνες τις παλιές σκανταλιές, να μοιραστώ ένα από’ κεινα τα παλιά μυστικά που ο χρόνος τα σκέπασε καλά και τα προστατεύει γιατί ήταν τα μυστικά της αθωότητας μας.
Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 04, 2008
Πέτα τη γραβάτα απ’ το τρένο (της ζωής σου)!
Το πιστεύω. Δεν το είπε για να εντυπωσιάσει. Απλώς, ανήκει κι αυτός στην κατηγορία των κουρασμένων σαράντα something που νιώθουν ότι οι πολυεθνικές τους έχουν ρουφήξει το αίμα, τον προσωπικό χρόνο, τη γυναίκα και τα παιδιά τους έστω και με ακριβά ανταλλάγματα βέβαια…και που φτάνουν σ’ ένα σημείο κορεσμού που πραγματικά δεν θέλουν να πληρώσουν άλλο το τίμημα του να μην μπορούν ούτε διακοπές να κάνουν με την ησυχία τους, έστω κι αν αυτό θα μεταφραστεί σε μικρότερο ποσό στον τραπεζικό τους λογαριασμό.
Εγώ να σας πω: τον πιστεύω και τον κατανοώ. Γνωρίζω άλλωστε στον στενό μου περίγυρο, ανθρώπους που πέταξαν με μεγάλη ευχαρίστηση τη στολή του γιάπι, αποχωρίστηκαν κάποια απ’ τα μηδενικά του μισθού τους κι άρχισαν να απολαμβάνουν την ποιότητα του να ορίζουν αυτοί τον χρόνο τους. Και κυρίως δεν το μετάνιωσαν!
Όλο αυτό πάντως μου θυμίζει το σύστημα Hollywood που αφού ξεζουμίσει την αφρόκρεμα των σταρ που πιστά υπηρετούν το σύστημα σαν καλοπληρωμένα μεγαλοστελέχη πολυεθνικής, βρίσκει τον τρόπο και τους αντικαθιστά άμεσα. Είναι αυτός ο νέος ή η νέα που θα έχει λίγο μικρότερο κασέ στην αρχή, θα ασκεί περισσότερη γοητεία στο κοινό, θα έχει λιγότερες απαιτήσεις και θα λάμψει στη θέση του προκατόχου του/ της που περιορίζεται πια σε ρόλους γκεστ ή σε off Broadway παραστάσεις ή (επειδή στην Αμερική τα πράγματα στις show business είναι πιο σκληρά) θα αποσυρθεί στο ράντσο του βυθισμένος στο αλκοόλ και στη λησμονιά (κάπως σαν τη Gloria Swanson στη «Λεωφόρο της Δύσης».
Το κρίσιμο σημείο πάντως τόσο στις πολυεθνικές όσο και στο Hollywood είναι αυτές οι ρημάδες οι ρυτίδες που κάνουν τη διαφορά. Α, και οι άσπρες τρίχες. Μόλις οι πρώτες ρυτίδες κάνουν την εμφάνιση τους, θα υπάρχει πάντα στη γωνία ένας νεότερος να παίξει τον ρόλο. Και τους διευθυντές των πολυεθνικών άλλωστε οι πρώτες ρυτίδες είναι που τους προβληματίζουν. Κοιτιούνται μια μέρα στον καθρέφτη κι αναρωτιούνται μήπως τις απέκτησαν λίγο πιο νωρίς απ’ το κανονικό ή πώς γκρίζαραν έτσι; Θα’ ναι εδώ και καιρό, αλλά φταίει που δεν έχουν χρόνο ούτε στον καθρέφτη να κοιταχτούν…
Το θέμα είναι να απαλλαγείς απ’ το σύστημα πριν προλάβει να απαλλαγεί αυτό από σένα!
Στη φωτογραφία η Gloria Swanson απ’ τη «Λεωφόρο της Δύσης».
Κυριακή, Αυγούστου 31, 2008
Τα μυθιστορήματα του Mitch Albom
Τον Mitch Albom τον γνώρισα μέσα σ’ ένα βιβλιοπωλείο της Νέας Υόρκης. Χάζευα έναν πάγκο με τις νέες κυκλοφορίες μέσα στο Borders και το μάτι μου έπεσε πάνω στο πιο πρόσφατο μυθιστόρημα του «For one more day». Έριξα μια ματιά στην περίληψη στο οπισθόφυλλο, μου φάνηκε ενδιαφέρον και χωρίς δεύτερη σκέψη το αγόρασα. Στη διαδρομή με το τρένο Νέα Υόρκη- Ουάσινγκτον , ξεκίνησα - υποτίθεται - να το διαβάζω χαλαρά και μέσα σε 3,5 ώρες το είχα ρουφήξει. Στα τελευταία κεφάλαια βούρκωνα όλο και πιο πολύ, στις τελευταίες σελίδες δεν μπορούσα να ελέγξω τα δάκρυα που έτρεχαν ασταμάτητα. Δεν είχαμε και χαρτομάντηλα και βγήκα απ’ το τρένο με πρησμένα μάτια. Το είχα ευχαριστηθεί όμως αυτό το κλάμα. Ήταν λυτρωτικό. Και ήταν η στιγμή που αγάπησα πολύ και τον Mitch Albom τον συγγραφέα αυτού του υπέροχου βιβλίου.
Εύχεται να γύριζε τον χρόνο πίσω, να είχε την ευκαιρία να ξαναδεί τη μητέρα του και να της πει όσα δεν πρόλαβε όσον εκείνη ζούσε. Και ω του θαύματος, η ευκαιρία του δίνεται και μέσα απ’ αυτήν ο ήρωας επανασυναρμολογεί κομμάτια απ’ το παζλ της παιδικής του ηλικίας, βλέπει με άλλο μάτι τις οικογενειακές σχέσεις, ανακαλύπτει τη μητέρα και τον πατέρα του και συμφιλιώνεται με τον εαυτό του.
«Να έρχεσαι να μου μιλάς όταν εγώ θα έχω φύγει», προτρέπει ο Morrie τον συγγραφέα.
«Μα δεν θα μπορούμε να συζητάμε », του αντιγυρίζει εκείνος.
«You talk, I'll listen».
Αυτό λοιπόν το τρίτο ήταν πια για μένα προσωπικό στοίχημα. Με κούρασε πολύ να το βρω, αλλά το κράτησα σαν τρόπαιο όταν επιτέλους το ανακάλυψα σ’ ένα ακόμα Borders, στη Βοστώνη αυτή τη φορά ∙τίτλος του «The five people you meet in heaven» και διαβάστηκε στη διαδρομή Βοστώνη- Νέα Υόρκη – έτσι για να δώσω και τις λεπτομέρειες.
Κι επειδή σε μια αναζήτηση που έκανα στο διαδίκτυο έμαθα ότι το «Tuesdays with Morrie» έχει γυριστεί και ταινία με τον Jack Lemon, θα επιδιώξω οπωσδήποτε να τη δω!
Σάββατο, Αυγούστου 30, 2008
Καλό αποκαλόκαιρο με εορταστικές πινελιές!
Κάθε φορά που είχα τη γιορτή μου ή τα γενέθλια μου όταν ήμουν παιδί, τσαντιζόμουν -για αστείο λόγο σύμφωνα με τη σκέψη ενός ενήλικα, αλλά εξαιρετικά σοβαρό για το σύμπαν ενός μικρού παιδιού-.
Έτσι γίνεται φαίνεται όταν μεγαλώνεις. Εστιάζεις περισσότερο στο πού θες να κεράσεις την καραμελίτσα κι όχι στην καραμελίτσα την ίδια.
«Καλό αποκαλόκαιρο», αντί του κλασικού «Καλό χειμώνα». Ακούγεται πιο αισιόδοξο, έτσι δεν είναι;
Παρασκευή, Αυγούστου 29, 2008
Τα παιδιά των μεταναστών δεν είναι παιδιά ενός κατώτερου Θεού.
Τον χειμώνα που μας πέρασε είχα την ευκαιρία να κάνω εθελοντικά μαθήματα διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας στο "Ανοιχτό Σχολείο Μεταναστών του Πειραιά". Εκεί για πρώτη φορά γνώρισα μετανάστες απ’ όλον τον κόσμο – άλλους παράνομους κι άλλους με χαρτιά. Γνώρισα ανθρώπους που μοχθούν δουλεύοντας σε θέσεις που οι Έλληνες σνομπάρουν. Εργάτες που ιδρώνουν σε δύσκολες εργασιακές συνθήκες, γυναίκες που κάνουν τις καθαρίστριες και που διαθέτουν μια Κυριακή να μάθουν τη γλώσσα της «πατρίδας» που τους
Εμείς, οι «Έλληνες» συναναστρεφόμαστε τέτοιους ανθρώπους στην καθημερινότητα μας. Τους πληρώνουμε για να μας βάψουν ή να μας καθαρίσουν το σπίτι μας ή για να κάνουν τις νοσοκόμες στους γηραιούς κι ανήμπορους συγγενείς μας.
Πόσο πατρίδα λοιπόν μπορεί να αποκαλείται μια χώρα που τους χρησιμοποιεί αλλά στην ουσία τους αγνοεί; Για ποια φιλοξενία μιλάμε όταν η μεγάλη πλειονότητα αυτών δεν έχει στοιχειώδη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη;
Κάποιοι απ’ αυτούς γέννησαν εδώ τα παιδιά τους. Τα παιδιά αυτά δεν ομιλούν τη γλώσσα των δικών τους. Δεν έχουν καμιά επαφή με τη χώρα καταγωγής τους. Δεν την έχουν ίσως ποτέ επισκεφθεί αφού όταν μιλάμε για παράνομους μετανάστες, μια επίσκεψη θα ισοδυναμούσε με αναχώρηση χωρίς επιστροφή ή τουλάχιστον με επιστροφή χρυσοπληρωμένη.
Τα παιδιά αυτά δεν γνωρίζουν ινδικά ή αλβανικά ή πακιστανικά αφού στις παιδικές ηλικίες κάθε διαφοροποίηση δεν είναι αποδεκτή. Τα παιδιά έχουν ανάγκη να νιώθουν ότι απολαμβάνουν τα ίδια δικαιώματα με τους υπόλοιπους συνομήλικους τους. Μιλάνε ελληνικά γιατί αυτά ακούνε, διδάσκονται ελληνικά στο σχολείο γιατί σε ελληνικό σχολείο πηγαίνουν, κάνουν ό, τι και τα ελληνάκια: βλέπουν τις ίδιες σειρές στην τηλεόραση, τρώνε την ίδια μάρκα πατατάκια και θέλουν μπάρμπι στις σχολικές τους τσάντες.
Τα κοριτσάκια του Μπιτού (Ινδία) και της Αρόσας (Σρι-Λάνκα), η Κωνσταντίνα και η Δήμητρα και η Αγγελική του Λαλ (Ινδία ) και της Μπίας (Ινδονησία) είναι βαφτισμένα εδώ και ακούνε σε ελληνικά ονόματα. Το μόνο που τα διαφοροποιεί από τα ελληνάκια της ηλικίας τους είναι το λίγο πιο σκούρο χρώμα στο δέρμα τους. Ο ελληνικός νόμος άραγε, τι δικαιώματα τους δίνει;
Μόλις ενηλικιωθούν για πού κινδυνεύουν να απελαθούν; Για μια χώρα της οποίας τη γλώσσα, την όψη, τα ήθη και τα έθιμα δεν γνωρίζουν καθόλου;
Υπάρχουν και άλλα «ξένα παιδάκια». Αυτά που ζούνε στο Γκάζι. Αυτά για τα οποία οι "Δρόμοι Ζωής" εδώ και χρόνια ακούραστα και με εθελοντική εργασία πασχίζουν να τους δώσουν ίσα δικαιώματα ζωής και παιδείας. Να μην είναι κοινωνικά αποκλεισμένα. Ένα παιδί απ’ αυτά, πέρασε πέρυσι στο Πανεπιστήμιο. Το παιδί αυτό, πώς το αντιμετωπίζει το ελληνικό κράτος; Το αποδέχεται ή θα το θεωρεί εσαεί διαφορετικό;
Σύμφωνα με το Α1, παρ.1 του Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας και βάσει του ν. 3284/2004, την ελληνική ιθαγένεια αποκτά μόνο το τέκνο Έλληνα ή Ελληνίδας. Σπάνια κάποιος αποκτά αυτομάτως την ελληνική ιθαγένεια, χωρίς να συντρέχει η παραπάνω προϋπόθεση (όταν για παράδειγμα γεννιέται σε ελληνικό έδαφος και δεν αποκτά αλλοδαπή ιθαγένεια ή είναι αγνώστου ιθαγένειας).
Στην Ελλάδα ισχύει το δίκαιο του αίματος κι όχι το δίκαιο του εδάφους όπως συνήθως συμβαίνει στα περισσότερα ευρωπαϊκά τουλάχιστον κράτη. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι δεν χορηγούνται πιστοποιητικά γέννησης σε παιδιά μεταναστών, ούτε γίνονται εγγραφές σε δημοτολόγια (γεγονός που εξασφαλίζει την απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας), με αποτέλεσμα παιδιά που έχουν γεννηθεί και μεγαλώσει στην Ελλάδα, να φτάνουν 18 χρονών και να κινδυνεύουν να απελαθούν ως οικονομικοί μετανάστες. Από την άλλη, οι χώρες καταγωγής δεν χορηγούν πιστοποιητικά γέννησης, μιας και είναι δύσκολη η απόδειξη συγγενικού δεσμού των παιδιών με τους γονείς. Συνεπώς τα παιδιά αυτά εκτίθενται σε ένα αδιανόητο νομικό κενό, δεν προστατεύονται ούτε καν στοιχειωδώς και το κυριότερο, δεν αναγνωρίζονται ως φορείς δικαιωμάτων, όπως αυτών που απολαμβάνουν όσοι έχουν την ελληνική ιθαγένεια. Η ανάγκη προσαρμογής του νομοθετικού πλαισίου είναι κάτι παραπάνω από επιτακτική, καθώς εκθέτει στην παράλογη αυστηρότητα του νόμου, παιδιά που δεν έχουν γνωρίσει άλλη πατρίδα πλην της Ελλάδας. Ακόμα, αξίζει να σημειωθεί ότι παιδιά μεταναστών, «κληρονομούν» την παρανομία των γονιών τους και δεν υπάρχουν νομικά πουθενά.
Τις ζωγραφιές μου τις χάρισαν η Κωνσταντίνα, η Δήμητρα και η Αγγελική.
Τετάρτη, Αυγούστου 27, 2008
Οι ευαίσθητοι μετανάστες του Φατίχ Ακίν.
Άκρως ποιητική ταινία, αποτελεί παράδειγμα του ότι η πραγματική τέχνη αναδεικνύεται απ’ τα απλά κι όχι απ’ τα περιττά φτιασίδια, δικαιώνοντας έτσι και το σοφό αρχαίο ρηθέν «Ουκ εν τω πολλώ το ευ».
Η θετική εντύπωση μου γι’ αυτόν ενισχύθηκε όταν είδα και το «Μαζί ποτέ» (έπαινοι στο dvdάδικο της γειτονιάς για τη συλλογή του) που αποτελεί το πρώτο μέρος της τριλογίας του στην οποία εντάσσεται και «Η άκρη του ουρανού».
Ο Φατίχ Ακίν είναι μόνο 34 χρονών κι όμως ήδη το όνομα του έχει κάνει αίσθηση στο σοβαρό κινηματογραφικό στερέωμα. Τουρκικής καταγωγής ο ίδιος αλλά γεννημένος στο Αμβούργο μεταφέρει αυτή του την περιπλάνηση ανάμεσα στη χώρα καταγωγής και στη χώρα ανατροφής με πολύ συγκινητικό και επίκαιρο τρόπο.
Αυτός ο νόστος για την πατρίδα που κυλάει στο αίμα, η πραγματικότητα που μεταφράζεται σε μια νέα πατρίδα και μια νέα γλώσσα, οι βαθειά ριζωμένες παραδόσεις αλλά και η συνειδητή ή ασυνείδητη απόρριψη τους συναντιούνται στους ήρωες των δύο ταινιών του κι αντιμετωπίζονται σκηνοθετικά και σεναριακά με φυσιολογικό κι ευτυχώς απενοχοποιημένο τρόπο.
Με κυκλικές επαναλήψεις ανάμεσα στους δυο τόπους, τη Γερμανία και την Τουρκία, ο σκηνοθέτης πραγματεύεται το ευαίσθητο θέμα της συγχώρεσης και της αποδοχής ανάμεσα σε γονείς και παιδιά πηγαίνοντας ένα βήμα παραπέρα το γνωστό «αμαρτίαι γονέων παιδεύουσι τέκνα».
Χρυσή Άρκτος στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βερολίνου, 2004
Βραβείο FIPRESCI, 2004
5 βραβεία Lola in Gold του Deutscher Filmpreis
Καλύτερη ταινία
Καλύτερη σκηνοθεσία
Καλύτερος Α' Γυναικείος ρόλος
Καλύτερος Α' Αντρικός ρόλος
Καλύτερη φωτογραφία
Βραβείο Gilde-Filmpreis της Filmmesse Leipzig, 2004
Βραβείο Silver Mirror Award στο Φεστιβάλ Ταινιών του Όσλο
Δυο Ευρωπαικά Βραβεία Κινηματογράφου (Europäischer Filmpreis), 2004
Καλύτερη Ταινία 2004
Καλύτερη σκηνοθεσία
Βραβείο Goya (καλύτερη ευρωπαϊκή ταινία 2005)
«Η άκρη του ουρανού»
Βραβείο Σεναρίου στο Φεστιβάλ Κανών 2007