Δευτέρα, Μαΐου 08, 2006

Οι Δώδεκα Πριγκηποπούλες και το μυστικό τους


Όταν ήμουνα μικρή περίμενα με αγωνία κάθε Πέμπτη να διαβάσω τα μικρά εικονογραφημένα κλασσικά. Κυκλοφορούσαν απ’ την ίδια σειρά και τα μεγάλα κλασσικά που συνήθως είχαν θέματα παρμένα απ’ την παγκόσμια κλασσική λογοτεχνία. Έτσι πρωτοδιάβασα τους «Άθλιους» του Ουγκώ ή την «Παναγία των Παρισίων». Κι έμειναν τόσο ανεξίτηλα χαραγμένα στη μνήμη μου που χρόνια αργότερα όταν διάβασα τους «Άθλιους» σε κανονικό βιβλίο ή είδα την ταινία, στο μυαλό μου είχαν εντυπωθεί οι εικόνες της πρώτης εκείνης εικονογραφημένης έκδοσης. Το πιο αγαπημένο μου όμως απ’ τη σειρά των μικρών κλασσικών ήταν αυτό με τις δώδεκα πριγκήπισσες και το μυστικό τους. Ακόμα κι όταν πέρασαν τα χρόνια και η συλλογή σκορπίστηκε, αυτό το συγκεκριμένο έσπευσα να το προμηθευτώ ξανά απ’ τις εκδόσεις «Ατλαντίς» που τα εξέδιδαν. Και για καλή μου τύχη το βρήκα!
Και το διάβασα πάλι μανιωδώς ξανά και ξανά νοσταλγώντας εκείνη την αθώα εποχή. Θυμήθηκα μάλιστα ότι με είχε επηρεάσει τόσο που ήθελα να φαντάζομαι ότι και στο δικό μου σπίτι υπήρχαν μαγικά έπιπλα που αν τα έσπρωχνες φανέρωναν μυστικά τούνελ ή καταπακτές που σε οδηγούσαν σε άλλους, παραμυθένιους κόσμους.
Εις ανάμνησιν εκείνης της εποχής λοιπόν:

Κάθε βράδυ ο βασιλιάς καληνύχτιζε τις δώδεκα κόρες του και κλείδωνε την πόρτα τους για να μην μπει κανείς και τις τρομάξει. Μια μέρα παρατήρησε ότι τα παπούτσια τους είχαν λιώσει και ανέθεσε στον παπουτσή του παλατιού να τους φτιάξει καινούργια. Το άλλο πρωί όμως ακόμα και τα καινούργια παπούτσια είχαν καταστραφεί. Αφού αυτό συνέβαινε για σειρά ημερών, ο βασιλιάς κατάλαβε ότι οι κόρες του το σκάνε κρυφά κάθε βράδυ και πάνε για χορό. Αναρωτιότανε όμως πώς γίνεται αυτό αφού η πόρτα τους παρέμενε κλειδωμένη και τα κλειδιά τα είχε μόνον ο ίδιος. Έτσι, έβγαλε μια προκήρυξη όπου ζητούσε όποιος ανακαλύψει που πηγαίνουν κάθε βράδυ οι πριγκήπισσες, σαν ανταμοιβή θα παντρευτεί μια απ΄ αυτές. Έδινε μια νύχτα περιθώριο σε καθέναν απ’ τους υποψήφιους, αλλά όλους τους έπαιρνε ο ύπνος κι έτσι έχαναν το μυστικό των κοριτσιών. Μια μέρα, ένας νεαρός στρατιώτης, ο Φελίξ, πήρε μυστικές οδηγίες από μια γριά μάγισσα. Θα σε βάλουν σ’ ένα δωμάτιο να προσέχεις τις δώδεκα πριγκήπισσες. Θα σου φέρουν ένα ποτήρι γάλα.. Μην το πιης. Χύστο και κάνε ότι κοιμάσαι. Όταν πεισθούν ότι κοιμάσαι, θα φύγουν για να πάνε να χορέψουν. Φόρα αυτό το μαγικό πανωφόρι που θα σε κάνει αόρατο και ακολούθησε τις. Ο νέος παρουσιάστηκε στο παλάτι κι έκανε ό, τι του είχε πει η μάγισσα. Όταν τα κορίτσια πείστηκαν ότι κοιμάται, χτύπησαν ένα μαγικό κρεββάτι που άρχισε να βουλιάζει και αποκάλυψε μια καταπακτή. Οι πριγκίπησσες μπήκαν μέσα κι άρχισαν να περπατάνε. Ο νεαρός τις ακολούθησε σαν αόρατος αλλά κατά λάθος πάτησε το φόρεμα της Φλόρας. Εκείνη το είπε στις αδερφές της αλλά καθώς ο νεαρός ήταν αόρατος την πέρασαν για τρελλή. Τα κορίτσια συνέχισαν το δρόμο τους μέσα στο δάσος. Μόλις έφτασαν στη λίμνη, πήραν τις βάρκες και πήγαν στην άλλη άκρη σ’ ένα υπέροχο παλάτι. Μόλις μπήκαν μέσα άρχισαν να χορεύουν. Ο νεαρός που τις ακολουθούσε συνέχεια, πάτησε πάλι το φόρεμα της Φλόρας αφού ήθελε να χορέψει μαζί της από ζήλεια όταν την είδε να χορεύει με κάποιον άλλο. Μάλιστα, ήπιε κι όλη τη λεμονάδα της επειδή διψούσε απ’ τον πολύ χορό. Στο τέλος της νύχτας, τα κορίτσια πήραν το δρόμο της επιστροφής ανανεώνοντας το ραντεβού για την επόμενη βραδιά. Ο νεαρός έφτασε πιο γρήγορα και ξανάπεσε στο κρεββάτι παριστάνοντας τον κοιμισμένο. Η Φλόρα στάθηκε για λίγο κοιτάζοντας τον και σκέφτηκε πόσο θα της άρεσε να χόρευε κάποτε μαζί του. Το επόμενο πρωί ο νεαρός Φελίξ φανέρωσε όλη την αλήθεια στο βασιλιά.

-Λοιπόν νεαρέ μου, βρήκες που πάνε και χορεύουν οι κόρες μου όλη τη νύχτα;
-Μάλιστα, Μεγαλειότατε. Πάνε και χορεύουνε σ’ ένα όμορφο κάστρο κάτω απ’ τη γη μαζί με δώδεκα πρίγκηπες.
Ο Φελίξ παρέδωσε στο βασιλιά τα πειστήρια, ένα ασημένιο φύλλο, ένα χρυσαφί κι ένα διαμαντένιο, όλα κομμένα απ’ το μαγικό δάσος κάτω απ’ τη γη.
Ο βασιλιάς ευχαριστήθηκε και θέλησε να τον ανταμείψει όπως του είχε υποσχεθεί. Ο Φελίξ διάλεξε για γυναίκα του τη Φλόρα.
-Φλόρα, θέλεις να σε συνοδεύω εγώ στο χορό από δω και μπρος;
-Ω, ναι!
Κι άναψε γλέντι τρελλό κι όλοι χόρεψαν χαρούμενοι κι ευτυχισμένοι.

Κι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα!

1 σχόλιο:

Χαρτοπόντικας είπε...

Βρε τι μου θυμίζεις!
Διάβαζα κλασσικά σε πολύ μικρή ηλικία (κάτω των 6) και την ιστορία αυτή την αχνοθυμάμαι.
Πολύ γλυκιές μνήμες...