Ορμώμενη από τον chartopontika που στο post του «Η βασίλισσα κι ο καμπούρης», θυμίζει μια λησμονημένη ιστορία, αποφάσισα να δημοσιεύσω κι εγώ με τη σειρά μου την ιστορία που ακολουθεί σαν μια ιστορία που αν και παλιά, δεν της πρέπει να μείνει ξεχασμένη.
Το άστρο της Ελένης Παπαδάκη διέγραψε σύντομη τροχιά γύρω απ’ τον πλανήτη γη, αλλά έλαμψε με ασυνήθιστη ένταση για 19 ολόκληρα χρόνια, όσα δηλαδή κράτησε και η καριέρα της στο θεατρικό στερέωμα. Έμελλε να έχει μόνο καλλιτεχνικές αποχρώσεις, αλλά η απρόβλεπτη τροπή των γεγονότων μέσα στις βαρβαρότητες ενός εμφυλίου, προσέδωσαν μια έντονη πολιτική χροιά στο τραγικό της φινάλε.
Η ιστορία της τα είχε όλα: έρωτα, πάθη, τέχνη κι ένα φόνο που παραμένει ανεξιχνίαστος ως τις μέρες μας. Ίσως γι’ αυτό να ιντριγκάρει κιόλας.
Η ηθοποιός Ελένη Παπαδάκη είναι λιγότερο γνωστή σήμερα, αλλά στην εποχή της, ήταν μια από τις σπουδαιότερες ερμηνεύτριες του θεάτρου. Όσοι την είδαν επί σκηνής, συμφωνούσαν πως το παίξιμό της δεν είχε ούτε προηγούμενο ούτε επόμενο. Κι αυτό, ενώ συνυπήρχε με "ιερά τέρατα", όπως η Παξινού, η Μανωλίδου, ο Βεάκης, ο Μινωτής, η Αλκαίου, ο Γληνός, κ.ά. Άλλωστε, όταν την είδαν για πρώτη φορά στη σκηνή, τόσο η Κοτοπούλη, όσο κι η Κυβέλη, αναγνώρισαν στο πρόσωπό της τη μεγάλη διάδοχό τους. Όμως, στα 41 της χρόνια και στο απόγειο της καριέρας της, έμελλε να βρει τραγικό και αποτρόπαιο θάνατο την περίοδο των Δεκεμβριανών.
Ποιος έδωσε την εντολή να σκοτώσουν την Ελένη Παπαδάκη; Ερώτημα που μάλλον δεν πρόκειται ν’ απαντηθεί ποτέ. Οι ηθικοί αυτουργοί δεν έχουν κατονομαστεί αν και ο φόνος της χρεώνεται στο αριστερό λαϊκό κίνημα της εποχής. Πάντως, ακόμη και ξένες μυστικές υπηρεσίες ενεπλάκησαν στην υπόθεση.
Αλλά ας ξετυλίξουμε το νήμα της ιστορίας απ’ την αρχή:
Γεννήθηκε στις 4 Νοεμβρίου του 1903 στην οδό Ιπποκράτους 70Β, σ’ ένα νεοκλασικό σπίτι απ’ αυτά που κοιτώντας τα σήμερα προσπαθούμε να μαντέψουμε την ιστορία των ανθρώπων που τα κατοίκησαν κάποτε και που συμπτωματικά υπάρχει ακόμα.
Κάποια Κυριακή, την ώρα που η οικοδέσποινα τραγουδούσε μια άρια απ’ την «Τόσκα», ακούστηκε ασυνήθιστος θόρυβος απ’ το διπλανό δωμάτιο. Όταν οι καλεσμένοι και οι οικοδεσπότες άνοιξαν περίεργοι την ενδιάμεση πόρτα βρέθηκαν μπροστά σ’ ένα ασυνήθιστο θέαμα. Όλες οι καρέκλες ήταν βαλμένες προσεκτικά σαν να κάθονταν πάνω τους θεατές. Το μικρό κορίτσι ήταν ανεβασμένο πάνω στο τραπέζι κάνοντας παντομιμικές κινήσεις και υποκλινόταν μπροστά στο κοινό της.
«Ελένη, τι κάνεις εκεί»; ρώτησαν οι γονείς της. «Είμαι…θοποιός», απάντησε με σταθερή φωνή το μικρό κορίτσι.
Η Ελένη Παπαδάκη μεγάλωσε σ’ ένα περιβάλλον διανοούμενων. Ο παππούς της υπήρξε διαπρεπής φιλόλογος και καθηγητής αισθητικής. Ο πατέρας της γεννημένος στο Φανάρι σπούδασε στη Ροβέρτειο Σχολή, η μητέρα της πήρε ανώτατη μουσική παιδεία. Απ’ τα παιδικά της χρόνια λοιπόν, η μικρή Ελένη γαλουχήθηκε με τη μουσική και τη λογοτεχνία. Λάτρευε το διάβασμα, τη μελέτη και την ησυχία. Τελείωσε το Γυμνάσιο Κρίκου και μιλούσε άριστα τέσσερις γλώσσες, γερμανικά, γαλλικά, αγγλικά και ιταλικά. Παρακολούθησε ως ακροάτρια τα μαθήματα της Φιλοσοφικής σχολής για δύο χρόνια. Αγαπημένα της βιβλία ήταν αυτά που μιλούσαν για το ίνδαλμα της, την Ελισάβετ της Αυστρίας. Μάλιστα δεν πραγματοποίησε ποτέ και το όνειρο της να ερμηνεύσει κάποτε ένα θεατρικό ρόλο εμπνευσμένο απ’ τη ζωή της αυτοκράτειρας.
Ως άνθρωπος ήταν ιδιόρρυθμη, πολύ ευγενική με όλους, πολύπλοκη και δύσκολη. Την αποκαλούσαν «πριγκίπισσα της μοναξιάς».
(...) φύση πολύπλευρα χαρισματική και υπερευαίσθητη (...) αγχώδης και συχνά απειθάρχητη (...) υπέφερε από τη δίψα που ένιωθε να κατακτήσει το φευγαλέο απόλυτο προπάντων στη δουλειά της (...) ήταν η εκλεκτή ανάμεσα στους εκλεκτούς (...) παιδί μέσα στην ψυχή της, γεμάτη ευαισθησίες και τρυφερότητα (...) δυνατή προσωπικότητα, ανεξάρτητη, αποφασιστική, ριψοκίνδυνη, γενναία (...) πνευματικός άνθρωπος (...) σιλουέτα λεπτή και σβέλτη με αρμονικές, αργές, αριστοκρατικές κινήσεις και λυγερό παράστημα (...) γνωστή για το χιούμορ της που σε ορισμένες περιπτώσεις μπορούσε να γίνεται και καυστικό (...) ζεστός άνθρωπος (...) με αλάνθαστη έμφυτη διαίσθηση (...) καλή και ευγενική με όλους, πρόθυμη να ακούσει και να βοηθήσει (...) ένας θησαυρός ανεκτίμητος για εκείνους που κέρδιζαν την εμπιστοσύνη και εκτίμησή της, τη συμπάθεια και τη φιλία της (...) σεμνή (...) αγαπούσε και αναζητούσε τη μοναξιά...».
Η επιθυμία της να βγει στο θέατρο δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί εύκολα καθώς οι γονείς της δεν διανοούνταν ν’ ασχοληθεί η κόρη τους με το ευτελές επάγγελμα της θεατρίνας. Την άφησαν ωστόσο ν’ ασχοληθεί με τη μουσική προσπαθώντας να δώσουν ένα διέξοδο στις παράξενες ανησυχίες της. Το 1923 εξαιτίας μιας σοβαρής πλευρίτιδας, αναγκάστηκε να διακόψει τα μαθήματα τραγουδιού και πιάνου κι έπεισε τελικά τους γονείς της να παρακολουθήσει ως ακροάτρια τα μαθήματα της Δραματικής σχολής του Ελληνικού Ωδείου. Συμμαθήτρια της στη σχολή και η Αντιγόνη Μεταξά, μετέπειτα «Θεία Λένα». Η πρώτη της εμφάνιση πραγματοποιήθηκε με το «Gloria Victis» του Στέφανου Δάφνη και την «Μακρινή πριγκίπισσα» του Χέρμαν Σούντερμαν.
«[…]κυριαρχία της σκηνής, επιβολή αυστηρή στον εαυτό της και αυτοπειθάρχησις αξιοθαύμαστη, τάκτ σπάνιο, αέρας θεάτρου σπάνιος, βλέμμα θερμό κι εκφραστικό, πολλή εξυπνάδα κι αντίληψις, έκφραση, μιμική του προσώπου καλή και προπάντων τέμπο και κλίμαξ φωνής σπανίως θεατρικά. Να την φωτίσει μονάχα το Άγιο Πνεύμα να μείνει οριστικά στο θέατρο! Αυτή είναι το μεγάλο άστρο του Ελληνικού Ωδείου[...]»
Στις 10 Ιανουαρίου του 1925 παίρνει και επίσημα το βάπτισμα της σκηνής σε επαγγελματική παράσταση με τον «Πειρασμό» του Ξενόπουλου υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση του Σπύρου Μελά.
Μέσα σε 19 μόλις χρόνια καριέρας σφράγισε όσο ελάχιστες την θεατρική τέχνη με συγκλονιστικές ερμηνείες. Αναφέρονται ενδεικτικά: Μαργαρίτα Γκοτιέ στην «Κυρία με τας καμελίας» του Αλεξάνδρου Δουμά υιού, Ελα Ρέντχαϊμ στον «Γιάννη Γαβριήλ Μπόρκμαν» του Ίψεν, Λαίδη Ουίντερμηρ στη «Βεντάλια της Λαίδης Ουίντερμηρ» του Όσκαρ Ουάιλντ, Δυσδαιμόνα στον «Οθέλλο», Πόρσια στον «Έμπορο της Βενετίας» του Σαίξπηρ, Πριμαντόνα στη «Ζακυνθινή Σερενάτα» του Διονύση Ρώμα, Κλυταιμνήστρα στην ιστορική παράσταση της «Ηλέκτρας» του Σοφοκλή στο Αρχαίο θέατρο Επιδαύρου στις 11/9/1938, «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, βασίλισσα Ελισάβετ στον «Ντον Κάρλος» του Σίλερ, Ερσίλια Ντρέι στο «Να ντύσουμε τους γυμνούς» του Πιραντέλο, Ιφιγένεια στην «Ιφιγένεια εν Ταύροις» και τέλος Εκάβη στην «Εκάβη» του Ευριπίδη.
«[…]Κι ήταν για μένα μια μικρή ευτυχία η γνωριμία μου με το κείμενο του Όσκαρ Ουάιλντ. Ευτυχία να βλέπω την Ελένη Παπαδάκη να κατεβαίνει τη μνημειακή εσωτερική σκάλα της πλημμυρισμένης από άπλετη λάμψη σκηνής του Βασιλικού Θεάτρου με τη βεντάλια της Λάιδης Ουίντερμηρ στα χέρια της. Η βεντάλια με τα γλυκά χρωματιστά φτερά, η χάρη κι η λυγεράδα της Ελένης, ο κομψός σαρκασμός του Ουάιλντ, μια τέλεια βραδιά το δίχως άλλο[...] Ι.Μ Παναγιωτόπουλος, 8/12/37
Με την είσοδο της στο νεοσύστατο Εθνικό θέατρο το 1932,δεν άργησε να γνωρίσει το φθόνο και τον παρασκηνιακό πόλεμο που της κήρυξαν οι ίδιοι της οι συνάδελφοι, με αποτέλεσμα να της δίνονται ρόλοι δευτερεύοντες ή ακατάλληλοι για την αξιοποίηση των δυνατοτήτων της.
Ενώ τη διόρισαν στο Εθνικό, τη διέγραψαν αμέσως επειδή δεν μπόρεσε να διακόψει τις παραστάσεις της στην Κωνσταντινούπολη και να επιστρέψει πάραυτα! Μετά την ξαναπήραν, βέβαια. Οι αντιπαλότητες όμως ήταν μεγάλες σε μία εποχή που γέννησε μύθους: Παξινού, Μινωτής, Μανωλίδου, Χορν, Αυλωνίτης, αδελφές Καλουτά, Βλαχοπούλου και από την ΕΑΜική πλευρά Βεάκης, Κατράκης, Βανδής, Δημήτρης Μυράτ, Βασταρδής, Ασπασία Παπαθανασίου και τόσοι άλλοι. Όπως αποκαλύπτεται από γράμμα της Ελένης Παπαδάκη προς φίλη της από την Αγγλία, όπου είχε πάει με την Κατίνα Παξινού και τον Κωστή Μπαστιά. «Δεν φαντάζεσαι πόσο "καλλιεργημένο" είναι το έδαφος από την Κατίνα για την Κατίνα (...) H κατάστασις πάντοτε αηδής».
Με αφορμή τον τελευταίο της ρόλο στην Εκάβη, ο Λίνος Καρζής έγραψε:
«[…]Την έχω παρακολουθήσει από τα πρώτα υποσχετικά βήματα της πάνω στη σκηνή. Την είδα να μαραίνεται στο περιθώριο αδυνατώντας να εξανθήσει την πλούσια θεατρική της ιδιοφυΐα. Την ένιωσα στα δεσμά αντιτραγικών σκηνοθετικών αντιλήψεων που είχαν τη δύναμη από εξωκαλλιτεχνικούς λόγους να την κρατούν στα πλαίσια τους ανίκανη ν’ αποδώσει την τραγική που μέσα της ανυπομονούσε ν αναδυθεί έξαρση. Έπρεπε να’ ρθει η ώρα που οι σκηνοθετικές αντιλήψεις στα χέρια διστακτικών επιγόνων θα’ χαναν την επιβολή τους. Οι κλίκες θα σκορπίζονταν. Και ιδού η εξάνθηση των ικανοτήτων, η θαυμαστή αποκάλυψη[..]»
και αλλού:
«[…]ήταν μια γνήσια τραγωδός η Ελένη Παπαδάκη εκείνο το Δεκέμβρη του 43. Το Εθνικό θέατρο έδινε κι αυτό τη μάχη του όπου καμιά κατοχή δεν μπορούσε να θολώσει. Ήταν! Η ευγένεια και το μεγαλείο με τα οποία ενσάρκωσε τη βασιλική γερόντισσα της Τροίας […]»
«[…]Αλλά, αφού είδαμε οπωσδήποτε τη ρίζα και μαντέψαμε τη ζωτικότητα της ρίζας, τούτο μόνο για την ώρα ας μας αρκεί. Κι όταν η ρίζα υπάρχει, αύριο θα ξαναϋπάρξει και ο κορμός […]» Άγγελος Σικελιανός, Ελεύθερον Βήμα, 30 12.1943).
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
5 σχόλια:
καλή μας αλώπηξ σ' ευχαριστούμε για την τόσο εμπεριστατωμένη παρουσίαση μιας τόσο ενδιαφέρουσας μορφής
@markos
Σ' ευχαριστώ κι εγώ για τα καλά σου λόγια και τη συχνή σου παρουσία στο blog
@Χαρτοπόντικας
Μμμ! Τι να περιμένει κανείς από έναν ποντικό. Δυστυχώς, μόνο βία θα έχει το επόμενο επεισόδιο. Πάντως να το περιμένεις. Μην αλλάξεις κανάλι.
Super color scheme, I like it! Good job. Go on.
»
Interesting website with a lot of resources and detailed explanations.
»
Δημοσίευση σχολίου