Τετάρτη, Μαρτίου 29, 2006

Αγαπητό μου blog,


αποφάσισα να σε αντιμετωπίσω σύμφωνα μ’ αυτό ακριβώς που είσαι, σαν ημερολόγιο. Βέβαια, δεν μου θυμίζεις και πολύ εκείνο το ροζ χοντρό λευκωματάκι που πρώτη φορά απέκτησα στα έντεκα μου χρόνια. με τη φιγούρα Sarah Key απέξω και την μικρή κλειδαριά στο πλάι. Σε κλείδωνα τότε και σε προστάτευα από τα αδιάκριτα βλέμματα. Σε ξεκλείδωνα με τελετουργικό τρόπο κάθε βράδυ πριν πέσω για ύπνο κι αφού είχα διαβάσει τα μαθήματα μου, είχα δει στην τηλεόραση Χαβάη 5-0, είχα φάει δρακουλίνια και είχα διαβάσει εξονυχιστικά όλη τη Μανίνα και την Κατερίνα. Και το θεωρούσα χρέος μου να σου δώσω πλήρη αναφορά για όλα τα συμβάντα της ημέρας. Με τα χρόνια, απέκτησες κι άλλη μια ρομαντική και ματαιόδοξη διάσταση. Τόσες και τόσες ηρωίδες ρομαντικών μυθιστορημάτων διηγήθηκαν τη ζωή τους μέσα από τις σελίδες ενός ημερολογίου. Έπρεπε λοιπόν να σε προετοιμάσω κατάλληλα και γι’ αυτό το ρόλο. Κάποιος θα σε διαβάσει κάποτε και τότε θα πρέπει να ανασυνθέσει όλον αυτόν τον άγνωστο για’ κεινον μικρόκοσμο.

Κι έπειτα, πέρασαν τα χρόνια και γλίτωσες απ’ το μαρτύριο να γράφω καθημερινά πάνω σου έστω κι ελάχιστες αράδες, απλώς και μόνο για να δικαιολογήσω την ύπαρξη σου/μου/μας και τη μυστική μας σχέση. Έγινες ο σιωπηρός «ψυχοθεραπευτής» ο υποδοχέας κάθε ξεσπάσματος, αγωνίας, χαράς, λύπης και προσμονής. Κι έτσι παρέμεινες. Άλλαξες βέβαια εμφανισιακά, μεγάλωσες. Απέκτησες μια πιο κατάλληλη ζωγραφιά απέξω και δεν έχεις πια κλειδί – ίσως γιατί κανείς δεν υποψιάζεται ότι επέζησες και υπάρχεις.
Κι ούτε ποτέ θα φανταζόμουνα ότι θα μπορούσες να προσαρμοστείς ανάλογα με την εποχή σου, ν’ αλλάξεις και πάλι μορφή και να γίνεις αυτή τη φορά ψηφιακό. Κι εγώ να χτυπάω πλήκτρα και να σχηματίζονται λέξεις πάνω σου, όλες ίδιες, χωρίς γραφικό χαρακτήρα, χωρίς να μαρτυρούν τον ήχο του χτυπήματος και χωρίς να φαίνεται κάτω από ποιο συναισθηματικό βάρος γράφτηκαν.
Τελοσπάντων! Όλη αυτή η εισαγωγή ήταν για να σε κάνω να μπεις στο νέο κλίμα και να αισθάνεσαι πιο άνετα. Έχεις καταλάβει ότι το βασικό μας θέμα είναι η τέχνη.
Κι αφού δεν μας δίνουν «βήμα να μιλήσουμε», το δημιουργήσαμε μόνοι μας…
Τη Δευτέρα που μας πέρασε ήταν η παγκόσμια ημέρα θεάτρου. Γενικά νιώθω μια αμηχανία μ’ αυτές τις παγκόσμιες ημέρες, της μητέρας, της γυναίκας, του ύπνου, της υγείας, του θεάτρου. Κι έτσι φτάνω στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν παγκόσμιες ημέρες μόνο για τους «αναξιοπαθούντες» και για τα αγαθά που χτυπάνε κόκκινο και τείνουν να εκλείψουν.
Αν πρέπει να πω κάτι για το θέατρο δεν ξέρω ποιο είναι αυτό, πάντως σίγουρα όχι τα βαρύγδουπα του τύπου ότι σώζει ζωές και σε κάνει καλύτερο άνθρωπο.
Δεν μπορώ καν ν’ αναλωθώ σε θεωρίες περί του τι είναι θέατρο και γιατί πηγαίνουμε.
Η αλήθεια είναι ότι το θέατρο δεν έκανε κανέναν καλύτερο άνθρωπο γιατί δεν έχει καθαρό διδακτικό χαρακτήρα κι όποτε έχει συμβεί αυτό θυμίζει σχολική παράσταση στα πλαίσια κάποιας εθνικής επετείου.
Εγώ θα έλεγα ότι στο θέατρο πάει κανείς γιατί είτε πολύ απλά του αρέσει σαν τέχνη αυτή καθεαυτή, είτε έλκεται απ’ το συγκεκριμένο έργο ή από κάποιον ηθοποιό. Από κει και πέρα, μέσα στη σκοτεινή αίθουσα, με υπόγειο τρόπο αλλά πάντα φωτεινό σαν τα φώτα της ράμπας μπορεί να επικοινωνήσει με την ψυχή του, τα διανοήματα του, τον υποσυνείδητο κόσμο του και να βγει κάπως διαφορετικός απ’ όταν μπήκε.
Κι αυτό που συντελέστηκε πάνω στη σκηνή μπορεί να μείνει σαν παρακαταθήκη σε κάποιο κουτάκι της ψυχής και να ανασυρθεί σε ανύποπτο χρόνο.
Αυτό είναι για μένα το θέατρο. Μικρά πολύτιμα στολίδια που τα φυλάς για να τα προστατέψεις και κάποτε τα βγάζεις και τα φοράς ή τα κρατάς καλά κλειδωμένα κι όταν τα βγάλεις, αν διατηρούν τη λάμψη τους είναι αληθινά, αν παραμείνουν μαύρα ήταν ψεύτικα.
Αγαπημένο μου ημερολόγιο, σαν επίλογο πρέπει να σου πω ένα μυστικό για να σου φύγει το άγχος. Τα ιδιαίτερα μας θα συνεχίσουμε να τα ξέρουμε μόνο οι δυο μας και με τον τρόπο που κάνουμε τόσα χρόνια.. Θα τα εικονογραφούμε με ανθρωπάκια Sarah Key και θα κλειδώνουμε νοερά με το χρυσό κλειδάκι του παραμυθιού. Θα τα φέρνουμε στην επιφάνεια μόνο όταν εμείς θέλουμε και θα είναι σαν τα μικρά κουτάκια του θεάτρου που σου είπα πριν. Κι εδώ, θα καταθέτουμε αυτά που έχουμε την ανάγκη να μοιραστούμε και να συζητήσουμε με τους άλλους που θα τύχει να τα διαβάσουν.
Εις το επανειδείν.