Δευτέρα, Μαρτίου 13, 2006

Bella Venezia


Αφορμή γι’ αυτές τις σκέψεις στάθηκε η παράσταση του καινούργιου έργου του Γιώργου Διαλεγμένου Bella Venezia από το Λευτέρη Βογιατζή στο θέατρο της Οδού Κυκλάδων.

Επικρατεί η άποψη ότι τα νεοελληνικά έργα είναι προορισμένα να διαβάζονται και να παρασταίνονται μόνο στη γενέτειρα τους κι αυτό γιατί υπάρχουν γλωσσικοί, κοινωνικοί, πολιτικοί και ευρύτερα πολιτιστικοί παράγοντες που τα καθιστούν δυσπρόσιτα για εξαγωγή. Και η αλήθεια είναι ότι όλη σχεδόν η συγγραφική παραγωγή μιας θαυμαστής γενιάς θεατρικών συγγραφέων που άνθισε στις δεκαετίες του ’70 και του ’80 ελάχιστα μπορεί να ενδιαφέρει και να συγκινήσει το μέσο Ευρωπαίο ή Αμερικανό, κυρίως γιατί είναι βαθιά βιωματική γραφή.

Ακόμα κι ο παλαιότερος Καμπανέλης με την εξαιρετική Αυλή των θαυμάτων δύσκολα μπορεί να προσεγγίσει ένα ευρωπαϊκό αστικό κοινό, ενώ αντίθετα μπορεί ακόμα να συγκινήσει κι ένα ελληνικό νεανικό και τούτο γιατί οι χαρακτήρες της αυλής αν και έσβησαν πια από την άναρχη αστική οικοδόμηση, είναι εγγεγραμμένοι σ’ έναν συνολικό εθνικό θα τολμούσαμε να πούμε γενετήσιο κώδικα μνήμης.

Είναι λοιπόν εξαιρετικά ενθαρρυντική η περίπτωση του Διαλεγμένου που αν και τα πρώτα του έργα ανάγονται στο πεδίο του ρεαλισμού, πρώτα με τη Νύχτα της Κουκουβάγιας πριν από έξι χρόνια και πιο ολοκληρωμένα τώρα, να μας αποκαλύπτει ένα εντελώς διαφορετικού ύφους νεοελληνικό έργο. Ένα έργο που δύσκολα θα μπορούσε κανείς να το κατατάξει υφολογικά σε μια συγκεκριμένη κατηγορία και που επιπλέον αν και χρονικά εξελίσσεται στις αρχές του 20ου αιώνα και αφορά μια οικογενειακή ιστορία πατριού, μητέρας και κόρης και με έντονο το γλωσσικό ύφος της εποχής, εντούτοις λειτουργεί σε μια ιδιαίτερα ποιητική και ατμοσφαιρική διάσταση που άλλωστε προβάλλεται ιδιαίτερα από τη λεπτή και προσεγμένη σκηνοθεσία του Βογιατζή.

Η παράσταση του Βογιατζή, αποτελεί παράδειγμα του πώς η θεατρική πράξη ακόμα και μέσα σε εποχές που ποσοτικά η θεατρική παραγωγή αυξάνεται με αλματώδεις ρυθμούς, μπορεί να τραβήξει την προσοχή του θεατή, του απλού αλλά και του πιο εκπαιδευμένου και να λειτουργήσει ευεργετικά μέχρι την ψυχική κάθαρση κατά τα ζητούμενα της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας. Μια σκηνοθεσία σχεδόν κινηματογραφική, με απανωτά φλας μπακ και με μόνιμο σχεδόν ένα μουσικό χαλί που άλλοτε κορυφώνεται κι άλλοτε σιωπά, η παράσταση ισορροπεί ανάμεσα σ’ ένα ονειρικό σύμπαν όμοιο με το σκοτεινό υποσυνείδητο όπου ακόμα και οι πιο μύχιες και άνομες σκέψεις κι επιθυμίες μπορούν να νομιμοποιηθούν και σε μια πραγματικότητα στην οποία τα όσα παραστάθηκαν ξεπηδούν από τις σελίδες ενός παλιού μυθιστορήματος, αρωγού στη νυχτερινή ανάπαυση μιας γριάς καμαριέρας.

Η Bella Venezia είναι η ηρωίδα του Διαλεγμένου, το νεαρό κορίτσι που ποθεί ο πατριός, η κόρη που δεν συμμορφώνεται με τους ηθικούς και κοινωνικούς κανόνες της εποχής της κατά τις επιταγές της μητέρας της. Είναι ένα κανάλι με βρώμικα νερά το όνομα μου, λέει σαρκαστικά η ίδια σε μια σκηνή του έργου. Είναι η Βενετία με τα κανάλια του ονείρου για τις ρομαντικές ψυχές, είναι και το ζωντανό σύμβολο του ίδιου του υγρού στοιχείου που μας προσκαλεί σε μια αέναη επιστροφή στη μήτρα της ύπαρξης μας.


2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Ουάου!! Μάλλον πρέπει να το δούμε το έργο!

Ανώνυμος είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.