Πέμπτη, Απριλίου 15, 2010

Πρέσπες - Νυμφαίο Φλώρινας

Οι Πρέσπες είναι μαγικό μέρος, αυτό είναι το πρώτο που μου έρχεται για εισαγωγή.
Όταν βλέπεις ξαφνικά μπροστά σου τη Μικρή Πρέσπα, καθώς ξεπροβάλλει απ’ τα βουνά, νομίζεις πως βλέπεις τη θάλασσα , τόσο μεγάλη είναι!

Φτάσαμε με το αυτοκίνητο μέχρι την όχθη της. Διάφοροι φασολοπαραγωγοί είναι παραταγμένοι με το εμπόρευμα τους προς πώληση. Μπροστά μας, η πλωτή γέφυρα που ενώνει την παραλίμνια περιοχή των Πρεσπών με το νησάκι του Αγίου Αχιλλείου.
Μέχρι το 2000 η διαδρομή των 650 μέτρων γίνονταν με μικρές βάρκες ή με τα πόδια όταν πάγωνε η λίμνη.
Στο νησί του Αγίου Αχιλλείου υπάρχουν αρχαιολογικά καθώς και βυζαντινά και μεταβυζαντινά μνημεία με σημαντικότερη τη βασιλική εκκλησία του 10ου αιώνα.

Η φύση στο νησάκι, μόλις αφήσουμε πίσω τα ελάχιστα σπιτάκια οργιάζει.Παντού πράσινο, μαργαρίτες, αμυγδαλιές, ένα σκυλί να τρέχει ελεύθερο κι ευτυχισμένο κι εμείς όλο και να περπατάμε ακούραστα.Λίγο οξυγόνο θέλει τελικά ο καταπιεσμένος «Αθηναίος» για ν’ απελευθερωθεί και να νιώσει ευτυχισμένος.

Όσο ανεβαίνουμε στο λόφο, ακολουθώντας το μονοπάτι των κατσικιών, το θέαμα της λίμνης γίνεται φαντασμαγορικό.

Τα πουλιά κελαηδάνε.Πελεκάνοι, κορμοράνοι, λαγγόνες, ερωδιοί, αλλά και βατράχια, σαλαμάνδρες, νερόφιδα, ψάρια είναι κάποια απ' τα είδη που ζουν εδώ.


Η κουβέντα μας με τον νεαρό που μας έφτιαξε τους καφέδες όταν επιστρέψαμε στον «πολιτισμό» υπήρξε άκρως διαφωτιστική. Στο νησί ζούνε 4 οικογένειες. Η ζωή γίνεται δύσκολη αν θέλει ένα παιδί να φοιτήσει στο Λύκειο. Πριν 10 χρόνια ήταν ακόμη χειρότερα γιατί όπως είπαμε δεν υπήρχε η γέφυρα. Ο ίδιος όταν ήταν μικρός και πάγωνε η λίμνη, πριν το 2000 δηλαδή, έβλεπε αυτή την καθημερινή πορεία πίσω από έναν γέροντα που τους έδειχνε τον δρόμο πάνω στην παγωμένη λίμνη, διασκεδαστική και περιπετειώδη.
Ο νεαρός είναι τώρα μόνιμος στρατιωτικός, όπως και η πλειονότητα των νέων παιδιών στις ακριτικές περιοχές. Εκεί, στα σύνορα, οι άνθρωποι δεν είναι περισσότερο ή λιγότερο ευαισθητοποιημένοι με τους ξένους λόγω γειτνίασης, έρχονται στη Αθήνα κι εκπλήσσονται που δεν υπάρχει πια στους δρόμους το λευκό του "καθαρόαιμου" Έλληνα….
Είναι ευγενικός μαζί μας και μας προειδοποιεί για να μην πέσουμε στην παγίδα των επιτηδείων που θα προσπαθήσουν να μας πουλήσουν ξένα φασόλια για εγχώρια! Χαρακτηριστικά λέει: «ας κοροϊδεύουμε τους ξένους όχι όμως να κοροϊδευόμαστε και μεταξύ μας».Τέλος, μας δίνει τη χρήσιμη πληροφορία για το Διαβαλκανικό Πάρκο που έμεινε μόνο στα χαρτιά παρά τις βαρύγδουπες δηλώσεις των τότε κυβερνόντων. «Τα φάγανε» λέει με απόλυτη φυσικότητα.
Οι Ψαράδες είναι το χωριό στην Μεγάλη Πρέσπα. Εντάξει, αν η μικρή φάνταζε μεγάλη, τούτη δω είναι τεράστια. Το χωριό είναι πιο οργανωμένο απ’ τον Άγιο Αχίλλειο κι ως εκ τούτου και πιο τουριστικό (με την καλή έννοια)! Αρκετά σπιτάκια, αρκετά μαγαζιά με τοπικά προϊόντα, αλλά και ελεύθεροι μικροπωλητές, αρκετά ταβερνάκια για να επιλέξουμε, αλλά φευ, Μεγάλη Πέμπτη και οι επιλογές που μας προσφέρονται είναι μετρημένες στα δάχτυλα. Ωστόσο, γευόμαστε επιτέλους το λιμνίσιο ντόπιο γριβάδι και βεβαίως γίγαντες. Είπαμε, στα μέρη αυτά τα φασόλια έχουν την τιμητική τους! Ένα χάσκι προστίθεται στην παρέα μας, ακατάδεκτο στους μεζέδες που τους προσφέρουμε σε αντίθεση με τον μεγαλόσωμο κόπρο που έρχεται αργότερα και τους τιμάει και με το παραπάνω.

Το μαγαζάκι με τα παραδοσιακά προϊόντα απέναντι, δίνει φυλλάδια που ενημερώνουν για τον φυσικό πλούτο της περιοχής, έχει στα ράφια του ένα βιβλιαράκι με συνταγές πιπεριάς από μαθητές δημοτικού και των τριών γειτονικών χωρών(σ.σ Ελλάδα, Σκόπια, Αλβανία) και παρέχει πλούσιο έντυπο υλικό για ανάπτυξη διασυνοριακού τουρισμού και πολιτισμικών δραστηριοτήτων. Η βόλτα κλείνει με βαρκάδα στη Μεγάλη Πρέσπα. Βλέπουμε πόσο καθαρά είναι τα νερά, μαθαίνουμε ότι το καλοκαίρι ο κόσμος κάνει μπάνιο εκεί κι επισκεπτόμαστε το Ασκηταριό της Ανάληψης που είναι συγκινητική η ύπαρξη του εκεί ψηλά στο άνοιγμα δυο βράχων.

Πέρα, όχι και τόσο μακριά, τα βουνά των Σκοπίων και της Αλβανίας. Περίπου το 60% της λίμνης, ανήκει στην Σκόπια ενώ στην Ελλάδα το 22% και στην Αλβανία το 18%. Ο Άγιος Γερμανός το τελευταίο χωριό του νομού Φλωρίνης και λίγο πιο κει, το πρώτο Σκοπιανό. Στα νότια , η Μεγάλη Πρέσπα συνδέεται με την γειτονική της Μικρή, από την οποία απέχει περίπου 300 μέτρα, ενώ με τη λίμνη Οχρίδα (ή Αχρίδα) χωρίζεται από το όρος Ξεροβούνι (Σούβα Γκόρα), υπάρχουν όμως πολλά υπόγεια ρήγματα.

Ρωτάμε αν υπάρχει τουρισμός και βαρκάδες κι απ’ τα Σκόπια αφού εκεί που τρώγαμε, στους Ψαράδες, είχαμε ακούσει δυο άντρες να μιλάνε Σκοπιανά। Ο Αλβανικής καταγωγής βαρκάρης μας πληροφορεί ότι ούτε η Αλβανία, ούτε τα Σκόπια έχουν τουρισμό, συνεπώς ούτε αντίστοιχες βαρκάδες.«Όλοι όμως εδώ μιλάνε Σκοπιανά» μας λέει…
Σκεφτόμαστε όχι και τόσο τυχαία τη Μακεδονική σαλάτα καθώς είμαστε μέσα στην αγκαλιά της λίμνης, στο δυτικό άκρο της Ελλάδας και με τους «άλλους» τόσο δίπλα μας…

To Νυμφαίο ή Νεβάσκα όπως ήταν η παλιά του ονομασία είναι ένα πανέμορφο χωριό χτισμένο σε υψόμετρο 1400 περίπου μέτρων στο Βίτσι. Η παλιότερη ονομασία που είχαν δώσει οι πρώτοι κάτοικοι του χωριού ήταν Νιβεάστα, όνομα βλάχικης προέλευσης, με τρεις ερμηνείες: «Νύφη» λόγω της ομορφιάς του χωριού και της τοποθεσίας, «αθέατη» (ni vista) πιθανώς διότι βρισκόταν σε σημείο όπου δεν γινόταν εύκολα ορατό και «χιονάτη» ή «όπου μένει το χιόνι» (nives sta). Όταν τα τέλη του 18ου αιώνα οι Νιβεστιάνοι (Νυμφαιώτες) απώθησαν τους Γκέγκηδες επιδρομείς το όνομα σταδιακά παρεφθάρη σε Νέβεσκα, το οποίο στα αρβανίτικα σημαίνει «σαν εμάς δεν έχει» (σι νέβε σκα), αναπαράγοντας την ιαχή των υπερασπιστών, αλλά και «δεν υπάρχει νύφη» (νέβε σκα). Μετονομάσθηκε σε Νυμφαίο το 1928.
Το χωριό, που περιβάλλεται από ένα δάσος οξιάς και διασχίζεται από λιθόστρωτα μονοπάτια και πετρόκτιστα σπίτια είχε εγκαταλειφθεί, αλλά εδώ και δέκα περίπου χρόνια με πρωτοβουλία των οικογενειών Μπουτάρη και Μέρτζου που κατάγονται από κει αναγεννήθηκε και μεταβλήθηκε σε παραδοσιακό, διατηρητέο οικισμό. Στο κέντρο του χωριού, απαγορεύεται το αυτοκίνητο κι έτσι μπορεί κανείς να περπατήσει άνετα, θαυμάζοντας τη φύση και τα πανέμορφα σπίτια. Ο κόσμος και η γενικότερη αίσθηση που μπορεί ν’ αποκομίσει κανείς αν αρχίσει να παρατηρεί προσεκτικά, απέχει ελάχιστα απ’ το είναι δήθεν. Ναι, ακόμα κι εδώ βλέπεις ξανθές που μοιάζουν σε όλα, απ’ το χρώμα της ανταύγειας, ως τις μπότες, βαριεστημένους πρώην γιάπηδες, ζευγάρια που δεν έχουν να πούνε πια τίποτα κι έχουν ξαποστείλει και τα παιδιά στην διπλανή παιδική χαρά. Ευτυχώς, όλα αυτά είναι σε περιορισμένη κλίμακα και δεν παραπέμπουν σε άλλα γνωστά χειμερινά θέρετρα.

Στη βόλτα μας ανακαλύπτουμε τη Νίκειο σχολή, όπου λειτουργούσε κάποτε ως σχολείο, αλλά η οποία λόγω έλλειψης μαθητών, σταμάτησε τη λειτουργία της। Μια μόνιμη έκθεση φωτογραφίας που απεικονίζει κατοίκους του χωριού 100 χρόνια πριν, μας γυρίζει νοσταλγικά πίσω στον χρόνο, ενώ δεν μπορώ να μην σκεφτώ ότι το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης του οποίου η Νίκειος αποτελεί πλέον Συνεδριακό κέντρο, θα μπορούσε ν’ αμβλύνει τα έντονα σημάδια εγκατάλειψης που επικρατούν στο εσωτερικό.


Στο Νυμφαίο, δραστηριοποιείται και η οργάνωση του Αρκτούρου με ένα περιβαλλοντικό κέντρο ενημέρωσης για την καφέ αρκούδα και τον λύκο ενάμισι χιλιόμετρο έξω από το χωρίο. Το περπατήσαμε!!! Οι αρκούδες είχαν μόλις ξυπνήσει απ’ τον χειμερινό τους ύπνο, αλλά δεν ήταν καθόλου σίγουρο ότι θα τις δούμε, όπως μας ενημέρωσαν οι ειδικοί. Τελικά, από μακριά, είδαμε τον Γιώργο, τη μοναδική ανάμεσα στις 13 καφετιές, μαύρη εξ Αμερικής αρκούδα που μας είχε γυρίσει την πλάτη κι ατένιζε κουλουριασμένος.
Η μέρα έκλεισε με λαγό στιφάδο και χοιρινό σε γραφικό ταβερνάκι με θέα στον περιφερειακό του χωριού. Ε, ήταν μεν Μεγάλο Σάββατο, αλλά η πρώτη Ανάσταση είχε γίνει…


Κλείνω με ολίγη - διαφωτιστική για πολλά - ιστορία όπως την αντέγραψα απ’ τη Wikipedia:
Το Νυμφαίο συνοικίστηκε περί το 1385 από Βλάχους Οδίτες, δηλαδή λατινόφωνους αυτόχθονες Μακεδόνες, που επί 1.400 χρόνια φύλαγαν τη γειτονική Εγνατία Οδό και οι οποίοι κατέφυγαν τότε στα απρόσιτα βουνά ύστερα από σκληρές μάχες με τους Οθωμανούς. Αυτοί οι πολεμιστές οικιστές του Νυμφαίου συνθηκολόγησαν αργότερα υπό όρους. Έτσι παρέμειναν ένοπλοι και αυτοδιοικούμενοι, υπαγόμενοι απευθείας στη Βαλιντέ Σουλτάνα, , στην οποία πλήρωναν πολύ μειωμένους φόρους. Μέχρι τις αρχές του 17ου αιώνα ζούσαν κυρίως με ληστρικές επιδρομές στα τσιφλίκια του κάμπου. Περί το 1630 άρχισαν να επιδίδονται στην ασημουργία και ανέδειξαν το χωρίο τους σε περιώνυμο κέντρο αργυροχρυσοχοΐας όλης της Μακεδονίας για τους υπόλοιπους τρεις αιώνες.
Κατά τις σαρωτικές επιδρομές των Αλβανών, κατά τα τέλη του 18ου αιώνα μετά τα Ορλωφικά, το Νυμφαίο δέχτηκε πολλούς πρόσφυγες από βλάχικα μέρη που καταστράφηκαν από τους επιδρομείς. Παράλληλα, ένας σημαντικός αριθμός κατοίκων του χωρίου μετακινήθηκε σε χωριά της ανατολικής Μακεδονίας.

6 σχόλια:

Σταυρούλα είπε...

Πανέμορφοι τόποι ! Ο τρόπος που τους παρουσιάζεις μ' αρέσει (και οι γλωσσολογικές εκδοχές)! Το ζήλεψα το ταξίδι σας! :)

Πάντα όμορφα να περνάτε!

theorema είπε...

Μαγευτικό το οδοιπορικό σου, αλεπουδίτσα!!!

Roadartist είπε...

ma ti omorfia...
den exw paei..

Αλεπού είπε...

@renata
Ευχαριστούμε κι ανταποδίδουμε. ΆΛλωστε απ' ότι διαπιστώσαμε, μια χαρά περάσατε στας Ευρώπας κι εσείς!
@theorema
Να είσαι καλά. Χαίρομαι που σε μάγεψε ;)
@roadartist
Βάλτο στο πρόγραμμα :)

Кроткая είπε...

Δεν ξέρεις πόσο έχω σκάσει από τη ζήλεια μου!
Θέλω κι εγώ, θέλω κι εγώ, θέλω κι εγώ!!

vangelakas είπε...

πάντως, αὐτὰ τὰ μέρη ἐκεῖ, πέρα ἀπὸ τὴν φυσικὴ καλλονὴ διαθέτουν καὶ κάτι ἄλλο: Μποροῦν καὶ σοὺ δημιουργοῦν ἕνα ἐπιτακτικὸ αἴσθημα ἀνάγκης ἐπίσκεψης ξανὰ καὶ ξανὰ καὶ ξανά.

Προσωπικῶς, πηγαίνω κάθε περίπου δύο ἢ τρία χρόνια καὶ ποτέ, ἀκόμη καὶ ὅταν οἱ εἰκόνες εἶναι φρέσκιες, δὲν μοῦ δημιουργεῖται διάθεσις κορεσμοῦ.