Τρίτη, Ιανουαρίου 29, 2008

France!!!

Επιστρέφοντας την Κυριακή το βράδυ σε μια κρύα Αθήνα ένιωθα αυτό το μείγμα γλυκιάς κούρασης και μελαγχολίας.
Οι επιστροφές απ’ τα ταξίδια είναι αμείλικτες. Σε κάνουν να εκδύεσαι γρήγορα, αντανακλαστικά σχεδόν τους ωραίους ρυθμούς που είχες αποκτήσει για ένα διάστημα και να λειτουργείς σαν αυτόματο. Αρχίζεις να προγραμματίζεις πόσα πλυντήρια θα χρειαστεί να βάλεις μέσα στο διήμερο που ακολουθεί, τι θα φας το βράδυ αφού γυρνάς σε σπίτι με άδειο ψυγείο, τι θα ψωνίσεις την επόμενη μέρα απ’ το σούπερ μάρκετ που ευτυχώς είναι δίπλα στη δουλειά σου και δεν θα κουραστείς να κουβαλάς.
Λίγο αργότερα κι ενώ ο κάδος του πλυντηρίου ξεπλένει τα ίχνη των οσμών απ’ τα ξένα μέρη που περπάτησα, κάθομαι με ανακούφιση στον καναπέ παρέα με ένα ποτήρι κόκκινο κρασί και χαζεύω τις άρτι φορτωθείσες φωτογραφίες στο λάπτοπ. Τις βλέπω ξανά και ξανά σαν να θέλω να τα ζήσω όλα πάλι απ’ την αρχή. Στο πίσω μέρος του μυαλού μου υπάρχει αυτή η ενοχλητική υπενθύμιση: να βρω πού έχωσα την τσάντα της δουλειάς και πού στο καλό έχω βάλει την κάρτα εισόδου μου. Και να βάλω και το ξυπνητήρι δέκα λεπτά νωρίτερα απ’ το συνηθισμένο για να απολαύσω έναν καφέ πριν παραδοθώ ξανά στην ανελέητη καθημερινότητα...
Τη Δευτέρα το πρωί φτάνω στο γραφείο με αέρα εξωτερικού- έτσι λένε οι συνάδελφοι που γεύονται με απόλαυση τα σοκολατάκια που έφερα για κέρασμα. Ξεχνώ το password για τον υπολογιστή. Στην πέμπτη προσπάθεια ευτυχώς το θυμάμαι. Τα spam ξεπερνούν τα 1000. Το mailbox της δουλειάς και το προσωπικό στο yahoo γεμάτα.
Πίνω έναν καφέ και με θλίψη σκέφτομαι ότι τέτοια ώρα την περασμένη Δευτέρα επισκεπτόμουνα την πανέμορφη La Rochelle με τα τέσσερα λιμάνια της, το μικρό ψαροχώρι του 10ου αιώνα που σύντομα έγινε σπουδαίο εμπορικό κέντρο του Ατλαντικού χάρη στο κρασί και το αλάτι.
H La Rochelle ανέπτυξε σπουδαίες εμπορικές σχέσεις με την Αγγλία, την Ολλανδία, την Ισπανία και τον Καναδά σε όλη τη διάρκεια του μεσαίωνα αλλά και αργότερα. Περπατήσαμε ανάμεσα στα τείχη στο παλιό λιμάνι και την παλιά πόλη που διατηρούν την γραφικότητα τους με τα πεζοδρομημένα δρομάκια, τα ωραία κτίρια, τους τρεις επιβλητικούς πύργους προς τη θάλασσα και τα αμέτρητα εστιατόρια με τα θαλασσινά. Μικρά πλοιάρια εκτελούν δρομολόγια για τα νησάκια île d’ Aix και île de Ré. Μας εντυπωσίασε το ωκεανογραφικό μουσείο που απ’ την στιγμή που μπαίνεις μέσα κλείνουν ερμητικά οι πόρτες και νομίζεις ότι είσαι σε υποβρύχιο που βυθίζεται.

Το Cognac το ερωτεύτηκα με το που πατήσαμε το πόδι μας. Πρόκειται για μια μικρή κωμόπολη στο νομό Poitou- Charentes. Το ξενοδοχείο που μείναμε ήταν ένα κτίριο του 17ου αιώνα, ανακαινισμένο με πολύ ζωντανά χρώματα και στυλ και με αρμονικό συνδυασμό του παλιού με το νέο. Τις δυο πρώτες μέρες είχαμε την παράξενη αίσθηση ότι ζούμε σ’ ένα τεράστιο σπίτι και είμαστε μόνοι. Την Κυριακή και τη Δευτέρα το ξενοδοχείο αργεί κι έτσι ο ιδιοκτήτης αφού μας υποδέχτηκε και μας εξήγησε τα βασικά, μας έδωσε έναν κωδικό για να μπαινοβγαίνουμε και τον ξαναείδαμε την Τρίτη το πρωί!
Τρώγαμε πρωινό σε μια τεράστια σάλα με βαθύ κόκκινο χρώμα στους τοίχους, με καθρέφτες, ωραία τραπεζομάντιλα και μια παλιά ξύλινη κονσόλα που φυλάσσονταν τα πιατικά. Έξω η μικρή αυλή έδινε υποσχέσεις ότι το καλοκαίρι θα είναι πραγματικά ειδυλλιακά να τρως πρωινό ή βραδυνό εκεί και να περιβάλλεσαι από δεκάδες ετικέτες γαλλικών κρασιών και κονιάκ της περιοχής.
Στο Cognac γεννήθηκε το 1494 ο μελλοντικός βασιλιάς της Γαλλίας Φραγκίσκος ο 1ος που υπέγραψε τη συμφωνία για διέλευση του αλατιού απ’ τον ποταμό Charentes, δημιουργώντας έτσι τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη της πόλης. Το σπίτι του σήμερα είναι στην ιδιοκτησία της οικογένειας Otard που παράγει τα ομώνυμα κονιάκ. Κατά μήκος μάλιστα της όχθης του ποταμού βρίσκονται το ένα δίπλα στο άλλο όλα τα μεγάλα maison de cognac: Hennessy, Martell, Rémy-Martin, Camus, Otard.
Από την 1η Απριλίου και ως το τέλος του Οκτώβρη πραγματοποιούνται εκδρομές με πλοιάρια στις ιδιοκτησίες των οικογενειών, επεξήγηση της παρασκευής του κονιάκ, εξοικείωση με τα σύμβολα παλαιότητας και δωρεάν δοκιμή.


Για την Angoulême τι να πρωτοπώ; Αυτή η πόλη που σχεδόν κανείς δεν τη γνώριζε απ’ όσους μας ρωτούσαν που θα πάμε, είναι η πρωτεύουσα του Poitou- Charentes. Χτισμένη ψηλά, ανάμεσα σε τείχη προσφέρει πανοραμική θέα στην Charentes και είναι μια πόλη που για τέσσερες μέρες κάθε Ιανουάριο ζει στους ρυθμούς ενός πολύ πετυχημένου διεθνούς φεστιβάλ. Το φεστιβάλ κόμικς της Angoulême ξεκίνησε πριν από 34 χρόνια σαν ιδέα να αναγεννηθεί η πόλη που παλιά υπήρξε η «πρωτεύουσα» του χαρτιού και κατέληξαν να γίνουν το σήμα κατατεθέν της. Παντού στους δρόμους έβλεπες σκίτσα από κόμικς και χάπενινγκς. Ακόμα και οι βιτρίνες των καταστημάτων ήταν εμπνευσμένες ως προς τη διακόσμηση από κινούμενα σχέδια. Έξω από μαγαζί καλλυντικών έβλεπα τον Corto Maltese να μας κλείνει πονηρά το μάτι δίπλα σε αντρικό γνωστό after shave. Τεράστια περίπτερα φιλοξενούσαν εκθέσεις κόμικς, άλμπουμ παλιά και καινούργια, κομίστες σου υπέγραφαν το βιβλίο σου κάνοντας σου ένα σκίτσο, οι καθεδρικοί ναοί της πόλης φιλοξενούσαν κι αυτοί εκθέσεις κινουμένων σχεδίων με εκκλησιαστικά θέματα. Φέτος γιορτάστηκαν πανηγυρικά τα 50 χρόνια των στρουμφ με υπαίθριες εκδηλώσεις παντού και χαμογελαστά πιτσιρίκια να επιδίδονται με μανία σε στρουμφικές δραστηριότητες. Φέτος το φεστιβάλ της Angoulême τιμούσε τον μεγάλο Αργεντινό κομίστα Jose Munoz με μια έκθεση έργων δικών του αλλά κι ένα σπουδαίο αφιέρωμα στα κόμικς της Αργεντινής σε όλο τον 20ο αιώνα. Η αίθουσα ήταν σκηνικό αργεντίνικου σπιτιού και μπαρ ενώ ακουγόταν απ΄ τα μεγάφωνα ένα αισθησιακό ταγκό.
Μπορώ να γράφω συνέχεια για τα κόμικς που έστω και τώρα κάπως καθυστερημένα λόγω ηλικίας μυήθηκα στον κόσμο τους. Το μυαλό μας γέμισε χιλιάδες εικόνες και τα μάτια μας δεν χόρταιναν να κοιτάνε δεξιά κι αριστερά. Γεμίσαμε μια βαλίτσα μ’ αυτά που αγοράσαμε και είδαμε πριν αποχαιρετίσουμε το φεστιβάλ και μια καταπληκτική ταινία σε avant premiere, συλλογική δουλειά καλλιτεχνών κινουμένων σχεδίων, το «Peur(s) du Noir ».


Το Rochefoucauld κοντά στην Angoulême είναι ένα μικρούλι χωριό με ένα επιβλητικό κάστρο να δεσπόζει που δυστυχώς όμως ανοίγει μόνο κάθε Κυριακή. Στις όχθες του αποζημιωθήκαμε με μια τέλεια χειροποίητη σοκολάτα με φουντούκια από τη σοκολατερί που βρίσκεται εκεί.
Κι άλλη γαλλική ύπαιθρο απολαύσαμε το Σάββατο, επισκεπτόμενοι πρώτα μια μικρή εκκλησία με τοιχογραφίες Ναϊτών του 12ου αιώνα (κι αυτή δυστυχώς ήταν κλειστή) και στη συνέχεια πήγαμε στο Aubeterre sur Dronne που όχι άδικα ο guide bleu το χαρακτηρίζει ένα απ’ τα ωραιότερα χωριά της Γαλλίας. Αξίζει να αναφερθώ στην εντυπωσιακή μονολιθική εκκλησία του Saint Jean με βαπτιστήριο, κρύπτη, νεκρόπολη και σαρκοφάγους , χτισμένη μέσα σε βράχο.


Αφήνω για το τέλος τη Bordeaux για την οποία αφιερώσαμε μια μόνο μέρα και γιατί ήταν μακριά από κει που μέναμε αλλά και γιατί τελικά σ’ αυτό το ταξίδι οι εξοχές και τα χωριά μας κίνησαν περισσότερο το ενδιαφέρον. Η Bordeaux είναι μεγάλη πόλη, με αυτοκρατορικό στυλ που θυμίζει κάπως το Παρίσι, εντυπωσιακά μνημεία, ένα ωραίο θέατρο και τον ποταμό Garonne βέβαια στη μέση που διαχωρίζει το ιστορικό κέντρο απ’ την καινούργια πόλη.
Ολοκληρώνοντας, αν μπορεί κανείς να ολοκληρώσει σε λίγες γραμμές ένα ταξίδι, να μην ξεχάσω να πω ότι φάγαμε και ήπιαμε του σκασμού αφού η Γαλλία είναι μια χώρα που αν μη τι άλλο ξέρει να προσφέρει γευστικές απολαύσεις. Και εννοείται ότι θέλουμε να ξαναπάμε οπωσδήποτε! Εμένα ήδη μου λείπει η μικρή πόλη του Cognac.
A, κι αυτό δεξιά είναι la fauve η μασκώτ του φετεινού φεστιβάλ κόμικς. Δεν είναι κούκλα;

Σάββατο, Ιανουαρίου 19, 2008

Κίχλη

Με κάλεσε η Ρενάτα να αντισταθώ δια της ποιήσεως και αφήνω εδώ κάτι απ' τον αγαπημένο μου Γιώργο Σεφέρη:

Τ σπίτι κοντ στ θάλασσα

Τ σπίτια πο εχα μου τ πραν. τυχε
νά᾿ ναι τ χρόνια δίσεχτα πόλεμοι χαλασμο ξενιτεμο
κάποτε κυνηγς βρίσκει τ διαβατάρικα πουλι
κάποτε δν τ βρίσκει- τ κυνήγι
ταν καλ στ χρόνια μου, πραν πολλος τ σκάγια-
ο λλοι γυρίζουν τρελαίνουνται στ καταφύγια.
Μ μο μιλς γι τ᾿ ηδόνι μήτε γι τν κορυδαλλ
μήτε γι τ μικρούλα σουσουράδα
πο γράφει νούμερα στ φς μ τν ορά της-
δν ξέρω πολλ πράγματα π σπίτια
ξέρω πς χουν τ φυλή τους, τίποτε λλο.
Καινούργια στν ρχή, σν τ μωρ
πο παίζουν στ περβόλια μ τ κρόσσια το λιου,
κεντον παράθροφυλλα χρωματιστ κα πόρτες
γυαλιστερς πάνω στ μέρα-
ταν τελειώσει ρχιτέκτονας λλάζουν,
ζαρώνουν χαμογελον κόμη πεισματώνουν
μ᾿ κείνους πο μειναν μ᾿ κείνους πο φυγαν
μ᾿ λλους πο θ γυρίζανε ν μποροσαν
πο χάθηκαν, τώρα πο γινε
κόσμος να πέραντο ξενοδοχεο.

Δν ξέρω πολλ πράγματα π σπίτια,
θυμμαι τ χαρά τους κα τ λύπη τους
καμι φορά, σ σταματήσω-
κόμη
καμι φορά, κοντ στ θάλασσα, σ κάμαρες γυμνς
μ᾿ να κρεβάτι σιδερένιο χωρς τίποτε δικό μου
κοιτάζοντας τ βραδινν ράχνη συλλογιέμαι
πς κάποιος τοιμάζεται να᾿ ρθε, πς τν στολίζουν
μ᾿ σπρα κα μαρα ροχα μ πολύχρωμα κοσμήματα
κα γύρω του μιλον σιγ σεβάσμιες δέσποινες
γκρίζα μαλλι κα σκοτεινς δαντέλες,
πς τοιμάζεται ν ᾿ ρθει ν μ᾿ ποχαιρετήσει-

, μι γυναίκα λικοβλέφαρη βαθύζωνη
γυρίζοντας π λιμάνια μεσημβρινά,
Σμύρνη Ρόδο Συρακοσες λεξάντρεια,
π κλειστς πολιτεες σν τ ζεστ παράθυροφυλλα,
μ ρώματα χρυσν καρπν κα βότανα,
πς νεβαίνει τ σκαλι χωρς ν βλέπει
κείνους πο κοιμήθηκαν κάτω π᾿ τ σκάλα.

Ξέρεις τ σπίτια πεισματώνουν εκολα, σν τ γυμνώσεις.



Τετάρτη, Ιανουαρίου 16, 2008

Ο Ολυμπιακός, ο Παναθηναϊκός κι εγώ...

Μέχρι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, δεν έχει τελειώσει ο αγώνας, αλλά σε μια στιγμή που άνοιξα πριν την τηλεόραση κατάλαβα ότι το 3-0 είκοσι λεπτά πριν το τέλος, δύσκολα ανατρέπεται.

Η πρώτη μου σκέψη είναι να χαμογελάσω. Αν μη τι άλλο, δεν κινδυνεύει το αυτοκινητάκι μου να πυρποληθεί ή να βανδαλιστεί από οργισμένους Ολυμπιακούς που θα θέλουν να ξεσπάσουν. Οι Παναθηναϊκοί είναι πιο "κύριοι" σ’ αυτά- έτσι τουλάχιστον λέγεται...

Η δεύτερη σκέψη μου εκφρασμένη σε ωραιότατα αγγλικά είναι: so what? Δεν με νοιάζει καθόλου. Για την ακρίβεια καρφάκι δεν μου καίγεται για τον αποψινό αγώνα και κατά πάσα πιθανότητα δεν θα το ήξερα καν ότι υπάρχει αγώνας σήμερα αν δεν είχα τη «δυνατότητα» ν’ ακούω τις ιαχές απ’ το Καραϊσκάκη σπίτι μου ή αν δεν είχα πρόβλημα πού να παρκάρω κάθε φορά που γίνεται αγώνας και μαζεύονται οι κόκκινοι φίλαθλοι στη γειτονιά.

Βέβαια, σήμερα είχα κάθε ευκαιρία να πληροφορηθώ ότι το βράδυ αναμετρώνται οι αιώνιοι αντίπαλοι. (Φοβερά αυτά τα βαρύγδουπα)!

Οι συνάδελφοι στη δουλειά το λέγανε με χαρά ανάλογη της δικής μου όταν π.χ έχω δει μια καλή παράσταση στο θέατρο... (μην με πείτε ψωνισμένη, καθένας με τα βίτσια του).

Στο φέρυ που ερχόμουνα απ’ τη Σαλαμίνα, οι λιγοστοί επιβάτες ήταν προσηλωμένοι στη μικρή οθόνη. Μάλιστα, πριν φτάσουμε είχε ήδη μπει και τον πρώτο γκολ. Οι μηχανές του φέρυ μου φαίνεται ότι γκάζωσαν λιγάκι σήμερα, ίσα για να φτάσουμε 5 λεπτά νωρίτερα να δούνε και οι υπόλοιποι του πληρώματος τον αγώνα. Το Πέραμα πιο άδειο από ποτέ, η διαδρομή ως το σπίτι συγκλονιστική. Αν δεν υπήρχαν και τα φανάρια, θα’χα φτάσει σε ελάχιστα λεπτά, σαν να ήταν Δεκαπενταύγουστος έμοιαζε, εγώ και κάτι ταξί μόνο στον δρόμο. Οδηγούσα και σκεφτόμουνα με αγωνία πού στο καλό θα παρκάρω. Το είπα και πιο πάνω, το σπίτι είναι πολύ κοντά στον τόπο του εγκλήματος ή στον Ναό (διαλέχτε και πάρτε!).

Δεν θα ξεχάσω τον Σεπτέμβρη που μας πέρασε όπου γυρνάγαμε κατάκοποι από ταξίδι, σχόλαγε το γήπεδο και κάναμε σχεδόν μια ώρα να προσεγγίσουμε την περιοχή. Επειδή το να μπούμε και στο στενό του σπιτιού μας φάνταζε σαν σενάριο επιστημονικής φαντασίας, καθίσαμε σε παρακείμενο σουβλατζίδικο και συνδυάσαμε το τερπνόν μετά του ωφελίμου.

Παραδόξως, σήμερα το βράδυ πάρκαρα έξω ακριβώς απ’ το σπίτι. Ο καλός Θεός της μπάλας με καλοπιάνει για να μην καταφερθώ εναντίον του αθλήματος.

Όταν ήμουνα μικρή, αποφάσισα να γίνω Ολυμπιακός για να διαφοροποιηθώ απ’ τον Παναθηναϊκό αν και Πειραιώτη μπαμπά και τον επίσης Παναθηναϊκό αδερφό μου αφενός και για να αποκτήσω κοινά σημεία με τον συμμαθητή Ολυμπιακό που είχα βάλει στο μάτι εκείνη την εποχή. Κι έτσι μου έμεινε. Παρόλα αυτά, ουδέποτε έχω ασχοληθεί με ποδόσφαιρο και τρεις φορές μόνο έχω καταφέρει να δω ολόκληρο αγώνα, την περίοδο του ευρωπαϊκού της Λισσαβώνας όπου με είχε συνεπάρει κι εμένα το πατριωτικό...

Θυμώνω με τοους φανατισμένους φιλάθλους και μ’ αυτούς που τους φανατίζουν ακόμα πιο πολύ. Εκνευρίζομαι που την επόμενη μέρα η γειτονιά μου είναι ένα απέραντο σκουπιδαριό από πλαστικά μπουκάλια και χαρτί που περιείχε χοτ- ντογκ. Βρίσκω αντιαισθητικό το θέαμα των χιλιάδων αυτοκινήτων παρκαρισμένων όπως- όπως, ακόμα και διπλή σειρά πάνω στη γέφυρα, καθώς και τους πάγκους με τα κασκώλ και τις σημαίες. Βρίσκω και απαράδεκτα την ανοχή και τα στραβά μάτια της αστυνομίας για τα παρκαρισμένα. Μόνο η μπάλα φαίνεται αποτελεί άλλοθι για να γλυτώσεις μια κλήση...

Τελοσπάντων! Ας το δω χιουμοριστικά όλο αυτό αφού δεν είχε καμία αρνητική επίπτωση πάνω μου ( μέχρι στιγμής- ας μην αποκλείουμε και το ενδεχόμενο βανδάλου Παναθηναϊκού που θα τα βάλει με το κόκκινο αυτοκινητάκι μου λόγω χρώματος και μόνο- χτυπάμε ξύλο εδώ) και με δεδομένο ότι θα κοιμηθούμε ήσυχοι μάλλον απόψε λόγω της νίκης. Στο κάτω- κάτω της γραφής, εγώ δεν έχω και κανένα όφελος, ηθικό, οικονομικό ή άλλο απ’ τον αποψινό αγώνα.

Και σε τελευταία ανάλυση, το αστείο είναι ότι τόσο το πράσινο όσο και το κόκκινο είναι τα δύο αγαπημένα μου χρώματα. Σε αποχρώσεις του πράσινου είναι οι μπότες που έχω βάλει στο μάτι, ενώ κόκκινη είναι η αγαπημένη μου τσάντα....

ΥΓ: Α, μόλις πρέπει να έληξε ο αγώνας γιατί ακούω τις κόρνες της νίκης. 4-0 τελικά!

Δευτέρα, Ιανουαρίου 14, 2008

Πελατειακός ρατσισμός...

Είχε γράψει πριν από καιρό η Έλενα Ακρίτα ένα πολύ ωραίο κείμενο στη στήλη που έχει κάθε βδομάδα στα Νέα.
«Δίκιο έχει», αναφώνησα μόλις τη διάβασα. «Καλά τα λέει. Με ποιο δικαίωμα μας ζητάνε ονοματεπώνυμο, διεύθυνση και τηλέφωνο για μια απλή απόδειξη;»
Θυμήθηκα πόσες φορές έχω αγανακτήσει κι εγώ, είτε γιατί βιαζόμουνα και οι συνεχείς ερωτήσεις της πωλήτριας με καθυστερούσαν, είτε γιατί πολύ απλά δεν έβρισκα τον λόγο να κοινοποιήσω προσωπικά μου στοιχεία. Μια φορά που ρώτησα εμφανώς εκνευρισμένη, «μα τι τα θέλετε όλα αυτά;» έλαβα ως απάντηση ένα «έτσι μας έχουν πει… να ρωτάμε, εγώ μια απλή υπάλληλος είμαι…» και η συζήτηση έλαβε τέλος.

Προχθές όμως, εξοργίστηκα πολύ μαθαίνοντας ότι τελικά σε κάποια καταστήματα πάνε και παραπέρα αποδεικνύοντας ότι έχουν μεγάλο θράσος.
Φιλικό μου ζευγάρι πήγε σε γνωστό κατάστημα της περιοχής του Χαλανδρίου που εμπορεύεται επώνυμα χειροποίητα χαλιά.
Είχε αγοράσει προ καιρού απ’ το ίδιο κατάστημα ένα χαλί και πήγαινε τώρα για το δεύτερο.

Την ώρα που περιμένανε για να εξυπηρετηθούν, η κοπέλα απ’ το ζευγάρι πλησίασε το γραφείο του μαγαζιού στο οποίο δεν καθόταν κανείς εκείνη την ώρα κι άρχισε να το περιεργάζεται βρίσκοντας το του γούστου της. Έπεσε το μάτι της σε κάποιες σκόρπιες καρτέλες πάνω στο γραφείο. Στην πάνω- πάνω διέκρινε τα ονοματεπώνυμα τους, τον χαρακτηρισμό «μεσαίου εισοδήματος», τόπος κατοικίας: «….» και στις παρατηρήσεις την ένδειξη: «μην ασχοληθείτε και πολύ μαζί τους.»!!!

Επρόκειτο δηλαδή για σημειώσεις του καταστήματος στα πλαίσια του κρατάω αρχείο με το προφίλ των πελατών για να τους βοηθήσω καλύτερα στις επιλογές τους.
Με άλλα λόγια, μπούρδες!
Όταν λοιπόν το ζευγάρι της ιστορίας μας είχε κάνει την πρώτη αγορά, κλήθηκε να απαντήσει σε κάποιες ερωτήσεις προκειμένου να συγκροτηθεί το προφίλ τους κι έτσι να επιλέξουν το χαλί που τους ταίριαζε περισσότερο.
Προφανώς τους ζήτησαν και στοιχεία εισοδήματος, αλλιώς πώς να εξηγήσω την κατάταξη τους σε πολίτες μεσαίου εισοδήματος;
Εδώ τα παιδιά είναι φάουλ. Γιατί δέχτηκαν να απαντήσουν σε τέτοια ερώτηση; Δεν σκέφτηκαν ότι αυτό εμπίπτει στα προσωπικά δεδομένα τους κι ότι δεν αποτελεί στοιχείο που θα βοηθούσε το μαγαζί να φτιάξει το προφίλ τους;
Εντάξει, προφανώς δεν το σκέφτηκαν λόγω αφέλειας απ’ την οποία όλοι μας λίγο πολύ την έχουμε κάποια στιγμή πατήσει. Ή βρέθηκαν σε δύσκολη θέση ή ακόμα και να κολακεύτηκαν που «κοτζάμ μαγαζάρα» ενδιαφέρεται τόσο πολύ για τον πελάτη και συντάσσει προφίλ στοχεύοντας στην εύρεση του ιδανικού χαλιού… Δεν ξέρω ποιος λόγος πραγματικά τους έκανε να απαντήσουν και δεν είναι αυτό το θέμα μου.
Την μεγαλύτερη ευθύνη την έχει το ίδιο το κατάστημα κι εδώ υπάρχει ολόκληρη σειρά φάουλ.

Θες τάχα να βοηθήσεις τους πελάτες σου ή τους υποψήφιους έστω πελάτες σου να διαλέξουν χαλί;
Γιατί τότε δεν τους ρωτάς τα χρώματα που τους αρέσουν, το στυλ επίπλωσης που έχουν, το μέγεθος του χώρου για τον οποίο προορίζεται το χαλί κι άλλες ανώδυνες ερωτήσεις αλλά κατάλληλες να εξυπηρετήσουν τον προαναφερθέντα σκοπό;
Η ερώτηση εισοδήματος πώς δένει με το τι τύπος χαλιού ταιριάζει στους εκάστοτε πελάτες;
Η απαξίωση στις παρατηρήσεις «μην ασχοληθείτε πολύ μαζί τους» δεν προσβάλλει βασικά το μαγαζί αφού καμία δουλειά και κανένα εισόδημα δεν είναι ντροπή γι’ αυτόν που το λαμβάνει; Τι σε νοιάζει ποιο είναι το εισόδημα του άλλου και σε ποια περιοχή μένει; Αν πληρώσει κάποιες χιλιάδες ευρώ για ένα χαλί και το εκκαθαριστικό του είναι χαμηλό, την ώρα του ταμείου, δεν θα καταδεχτείς να τα πάρεις;
Υπάρχουν άραγε χαρτονομίσματα ευρώ που διακρίνονται ανάλογα με το σε πόσο ακριβό, φιρμάτο πορτοφόλι κατοικούν ή ανάλογα με το τι ακριβώς δουλειά κάνει αυτός που τα κερδίζει;
Η πωλήτρια που έγραψε την παρατήρηση στο συγκεκριμένο κατάστημα είναι άραγε πλούσια και κατοικεί στα ακριβά βόρεια προάστεια; Κι αν ναι, γιατί εργάζεται και δεν κάνει μασάζ κάθε Σάββατο πρωί;
Κι αν δεν ευθύνεται η πωλήτρια- εγώ εντολές εκτελώ- αλλά η διεύθυνση ή η ιδιοκτησία της επιχείρησης, τότε κύριοι, είστε ανόητοι, διότι το προφίλ των παιδιών και τις παρατηρήσεις που το συνοδεύουν το γράψατε ενώ είχατε εισπράξει απ’ αυτούς και 1000 ευρώ για το πρώτο χαλάκι που αγόρασαν την πρώτη φορά που ήρθαν και τους είδατε ξανά να σας επισκέπτονται, πράγμα που δηλώνει την επιθυμία αυτών των παιδιών του μεσαίου εισοδήματος να τα σκάσουν και πάλι χοντρά για ένα δεύτερο χαλάκι...

Έχω θυμώσει πολύ από την ώρα που άκουσα την ιστορία την οποία και σαφώς δεν αμφισβητώ ούτε στο ελάχιστο, γιατί συμβαίνει να γνωρίζω και τι επιπτώσεις είχε στα παιδιά. Η θλίψη που μου γεννήθηκε απ’ το παραπάνω περιστατικό έχει να κάνει με την αδιαμφισβήτητη πια διαπίστωση ότι τελικά για τον σημερινό κόσμο οι άνθρωποι έχουν αξία μόνο με βάση τα χρήματα που κερδίζουν και που ξοδεύουν. Κάποιοι ανάμεσα μας μπορούμε ίσως ακόμα να αντιδρούμε μ’ αυτά που συμβαίνουν και με τους μηχανισμούς στους οποίους εμπλεκόμαστε κι εμείς με τον έναν ή τον άλλον τρόπο.
Δεν είμαι καθόλου αισιόδοξη για τις επερχόμενες γενιές.

Τρίτη, Ιανουαρίου 08, 2008

2008!



Επανακάμπτω λοιπόν μετά από την απουσία των διακοπών.
Φέτος μου άρεσε πολύ γιατί βασικά δεν έκανα κανέναν απολογισμό. Δεν ήθελα, δεν μου χρειάστηκε, έχει άλλωστε αρχίσει να μ' εκνευρίζει φοβερά αυτό το ...από Δευτέρα ή απ' τον καινούργιο χρόνο. Αν είναι να κάνεις κάτι, κάντο τώρα.

Δεν γκρίνιαξα πολύ που δεν πήγα ταξιδάκι, ίσως γιατί θα πάω κατόπιν εορτής...
Τι άλλο;
Α, μαγείρεψα πολύ φέτος στις γιορτές, τόσο πολύ που τώρα που το σκέφτομαι δεν το πιστεύω! Μου άρεσε όμως γιατί και στις τρεις περιπτώσεις το έκανα για ανθρώπους που ήθελα να περάσουν καλά και δεν θα διστάσω να το επαναλάβω
Σάπισα δυο απογεύματα στη σειρά στον καναπέ διαβάζοντας και τελειώνοντας επιτέλους το "Δέκα" του Καραγάτση για το οποίο άλλωστε έχω ήδη μιλήσει και άρχισα και το "Παλιοκόριτσο"(όχι, ο τίτλος δεν υπονοεί τίποτα) του Μάριο Βάργκας Λιόσα.
Είδα φίλους και χάρηκα ιδιαιτέρως δυο Παρασκευές που βρέθηκε με κοριτσοπαρέα και τα λέγαμε...
Απέκτησα το πορτρέτο μου- αυτό της Αλεπούς- που θα γερνάω εγώ και θα μένει αναλλοίωτο στο χρόνο εκείνο, σαν τον Ντόριαν Γκρέυ, στο πιο normal όμως! Είναι τέλειο από κάθε άποψη και το βράδυ θα ανεβάσω και φωτογραφία.
Ξενύχτησα μια μέρα στη δουλειά, μένοντας μαζί με άλλους δύο συναδέλφους ως τη 1.30 π.μ. Κέρδισα βέβαια day off την επομένη, αλλά η κούραση παρέμεινε.
Γιόρτασα τα γενέθλια μου με πρωτότυπο τρόπο: πήγαμε στο θέατρο αντί για φαγητό, αφού έτσι κι αλλιώς τα γενέθλια μου συμπίπτουν χρονικά με το τέλος των γιορτών κι έχουμε όλοι κάνει τις σχετικές υπερβάσεις σε φαγητό και ποτό. Με το θέατρο θρέψαμε τις άλλες μας αισθήσεις και τις εντυπώσεις ελπίζω να τις ανεβάσω το βράδυ στο άλλο μπλογκ.
Κατέληξα στο συμπέρασμα ότι τελικά τις βαριέμαι μάλλον τις γιορτές, γιατί κουράζομαι πολύ μέχρι να έρθουν, αφού όλο εκκρεμότητες μαζεύονται και κατά τη διάρκεια τους φορτώνομαι με άγχος για το τι θα προλάβω να κάνω και ποιους θα προλάβω να δω και τελικά ούτε τα μισά δεν προλαβαίνω.