Πέμπτη, Ιουνίου 07, 2007

Το ξενοδοχείο του τέλους

Το κάρο σταμάτησε μπροστά στη μεγάλη πύλη. Το παλιό πέτρινο κτίριο έμοιαζε σαν φάντασμα μπροστά τους, σαν υπερμεγέθης γίγαντας με στόμα που έχασκε για να τους καταπεί.
O Αμίτ κατέβηκε απ’ το γαϊδούρι κι έκανε νόημα στον αδερφό του τον Ανίλ να κατεβάσουν τον πατέρα τους. Ο γερό Ραμίς στα 80 του χρόνια ήταν ξαπλωμένος στην αυτοσχέδια καρότσα και υπέφερε στωικά τους πόνους του.
«Φτάσαμε πατέρα», είπε ο Αμίτ με γλυκειά φωνή, χαιδεύοντας τα κάτασπρα μαλλιά του γέρου.
«Λίγο κουράγιο ακόμα μέχρι να σε πάμε πάνω, στο δωμάτιο».

Ο γερό Ραμίς ανοιγόκλεισε απλώς τα βλέφαρα, σημάδι ότι καταλάβαινε. Αυτή η κίνηση άλλωστε, ήταν και η μοναδική που έκανε τους τελευταίους μήνες.
Μέχρι τον περασμένο Ιανουάριο, ήταν όρθιος και περπατούσε, αν και περισσότερο αδύναμος από ποτέ. Τα χρόνια που κουβαλούσε στην πλάτη του και η σκληρή αγροτική δουλειά είχαν αποτυπωθεί με αυλακιές σ’ όλο του το πρόσωπο. Τα χέρια του ήταν τραχιά και γεμάτα ρόζους. Το μυαλό του όμως δούλευε ξυράφι κι απολάμβανε να κάθεται στο τραπέζι του φτωχού σπιτικού του κάθε σούρουπο και να απολαμβάνει το φαγητό με τα παιδιά και τα εγγόνια του. Η γυναίκα του είχε πεθάνει λίγα χρόνια πριν κι έτσι η φροντίδα του γερό Ραμίς είχε πέσει αποκλειστικά στις δυο του νύφες, την Νάγια και την Σίβα.
Ήταν κάπου εκεί, τον Γενάρη λοιπόν που τους επισκέφθηκε η αρρώστεια. «Εγκεφαλικό», διέγνωσε ο γιατρός που τον είδε. «Να τον πάρετε σπίτι και να εύχεστε να σβήσει γρήγορα. Έτσι κι αλλιώς, δεν καταλαβαίνει τίποτα στην κατάσταση που είναι».

Ο γερό Ραμίς δεν θα ξανασηκωνόταν πια. Δεν μπορούσε ούτε να περπατήσει, ούτε να μιλήσει. Έτρωγε μερικές κουταλιές ζωμό που τον τάϊζαν οι δυο γυναίκες της οικογένειας και του έβρεχαν τακτικά τα χείλη με νερό. Η μόνη του επικοινωνία ήταν αυτό το ανοιγόκλειμα των βλεφάρων. Η μόνη ένδειξη ότι μπορούσαν ακόμα να επικοινωνήσουν μαζί του, έστω και μ’ αυτόν τον υποτυπώδη τρόπο.
Τα παιδιά του είχαν πίστη. Τόσες και τόσες αναποδιές είχε περάσει ο γέρος, τόσες δυσκολίες. Είχε δει τη γη του να καταστρέφεται απ’ τις βροχές ή τις ξηρασίες, πέντε απ’ τα παιδιά του είχαν πεθάνει, άλλα σε νηπιακή σχεδόν ηλικία κι άλλα αργότερα. Είχε χάσει τη γυναίκα του κι υπήρχαν μέρες που την έβγαζαν εντελώς νηστικοί, αλλά παρόλα αυτά, εκεί στην άκρη αυτής της γης, της θαρρείς ξεχασμένης απ’ τον πολιτισμό και τους ανθρώπους, οι λιγοστοί κάτοικοι έμεναν πάντα γελαστοί κι αισιόδοξοι κι ο Ραμίς δεν αποτελούσε εξαίρεση.
Αυτά συλλογίζονταν οι γιοι του κι οι νύφες του και συνέχιζαν να τον φροντίζουν αγόγγυστα, ελπίζοντας σ’ ένα θαύμα.
Οι μήνες όμως που πέρναγαν, άφηναν ανεξίτηλα τα σημάδια τους πάνω στο κορμί του βασανισμένου γέρου. Είχε αδυνατίσει κι απομείνει σκιά του εαυτού του. Ένα μάτσο κόκκαλα ντυμένα με λίγο δέρμα διάφανο και ζαρωμένο. Ο γερό Ραμίς ήθελε να φύγει πια. Το ταξίδι του στη γη είχε τελειώσει.

Τα δυο αδέρφια έκαναν ένα μικρό οικογενειακό συμβούλιο. Δεν υπήρχε πλέον λόγος καθυστέρησης. Το ταξίδι ήταν μεγάλο για το Μουκτί Μπουάν, αλλά το χρωστούσαν στον πατέρα τους. Η ψυχή του έπρεπε να λυτρωθεί στα ιερά νερά του Γάγγη, έστω κι αν αυτό σήμαινε ταξίδι δυο ολόκληρων ημερών για να φτάσουν εκεί.
Αφού πήραν την απόφαση, έσκυψαν πάνω στο κρεββάτι του γέρου και με δάκρυα στα μάτια του ανακοίνωσαν την απόφαση τους. «Τι λες κι εσύ πατέρα»; ρώτησε στο τέλος ο Ανίλ κοιτάζοντας τον κατάκοιτο γέρο.
Ο Ραμίς ανοιγόκλεισε τα βλέφαρα, σημάδι πως είχε ακούσει και συμφωνούσε.

Το άλλο πρωί ξεκίνησαν. Το χωριό ολόκληρο βγήκε απ’ τα σπίτια ν’ αποχαιρετήσει τον γερό Ραμίς.
Η Νάγια τον φίλησε με τα μάτια κόκκινα απ’ το πολύ κλάμα κι άφησε ένα πακετάκι με το λευκό ρούχο που φοράνε οι πεθαμένοι δίπλα του, στο κάρο. Η Σίβα του φόρεσε στο χέρι ένα βραχιολάκι με φυλαχτό και του έβρεξε τα χείλη για τελευταία φορά.

Δυο μέρες αργότερα βρισκόντουσαν έξω απ’ το Μουκτί Μπαουάν, το ξενοδοχείο του θανάτου.
Τους υποδέχτηκε ο ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου και τους οδήγησε σ’ ένα απ’ τα δώδεκα δωμάτια.
Τους υπέδειξε έναν χώρο στο πάτωμα για να ξαπλώσουν τον γέρο και συγχρόνως τους έδωσε τις οδηγίες.
«Έχει περιθώριο δυο βδομάδες για να λυτρωθεί απ’ την ψυχή του», είπε με σοβαρό ύφος. «Όταν με το καλό συμβεί αυτό, θα του ανάψουμε μια μεγάλη φωτιά δίπλα στην όχθη του ποταμού. Αν περάσει όμως αυτό το διάστημα και είναι ακόμα εδώ, θα πρέπει να τον πάρετε πίσω. Δεν μπορούμε να κρατάμε άλλο το δωμάτιο. Περιμένουν κι άλλοι βλέπετε», κατέληξε με σοβαρό ύφος.
Ο Αμίτ κι ο Ανίλ κούνησαν το κεφάλι σε ένδειξη ότι καταλάβαιναν απόλυτα τα λεγόμενα του ιδιοκτήτη.
Ζήτησαν να έχουν ένα τελευταίο λεπτό μαζί του.
«Εντάξει», συμφώνησε ο ιδιοκτήτης, αλλά μην τυχόν του αφήσετε νερό ή τροφή ή φάρμακα. «Απαγορεύονται όλα αυτά εδώ», τόνισε με αυστηρότητα.
«Ακόμα και να του αφήναμε, δεν θα μπορούσε ποτέ να πιει νερό μόνος του έτσι όπως είναι», είπε ο Ανίλ κι αμέσως το αυστηρό βλέμμα του ιδιοκτήτη καθώς έβγαινε απ’ το δωμάτιο τον έκανε να σταματήσει τη φράση του στον αέρα.

Φίλησαν το χέρι του πατέρα τους και χάϊδεψαν τα μαλλιά του με στοργή.

«Γεια σου πατέρα», είπε ο Ανίλ με κόμπο στον λαιμό του
«Γεια σου πατέρα», είπε κι ο Αμίτ βγαίνοντας απ’ το δωμάτιο.Κοντοστάθηκε και γύρισε πάλι πίσω προσθέτοντας: «σε παρακαλούμε πατέρα, μην περιμένεις άλλο. Αν δεν πας στο Γάγγη σε δυο βδομάδες, πρέπει να έρθουμε να σε πάρουμε και να σε γυρίσουμε πίσω στο χωριό. Και θα’ ναι μεγάλη ντροπή πατέρα, να γυρίσεις πίσω ζωντανός, το καταλαβαίνεις αυτό, έτσι δεν είναι»;

Ο γέρος ανοιγόκλεισε τα βλέφαρα του, σημάδι ότι καταλάβαινε.

Την αφορμή για το παραπάνω κείμενο την πήρα όταν διάβασα αυτό.

15 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

είναι απίστευτη η δύναμη που μπορεί να δείξει ένας άνθρωπος τις τελευταίες του ώρες, αλλά και η ηρεμία του την ώρα που συμφιλιώνεται με την ιδέα του θανάτου και την ανάγκη του να φύγει από τη ζωή για να μην ταλαιπωρείται ο ίδιος και οι υπόλοιποι.
Μακράν το πιο ενδιαφέρον post που διάβασα τον τελευταίο καιρό

Alexandra είπε...

άρωμα εξωτικό και ανθρώπινες ιστορίες...

An-Lu είπε...

Ανατριχιαστικά καλό !!

Кроткая είπε...

πάρα πολύ καλό, Αλεπούδι!

αλλά, σνιφφ...

Αλεπού είπε...

@neofitos
Με κολακεύει ιδιαιτέρως αυτό που λες και σ' ευχαριστώ πολύ!
Κατά τα λοιπά, την έχω δει αυτή τη δύναμη και την ηρέμία κατά το επερχόμενο τέλος και την αποδίδω στα πέραν της υπάρξεως μας μυστήρια
@alexandra
Όλα απ' τη ζωή είναι βγαλμένα συνονόματη :)
@an-lu
!Ανατριχιαστικό και το πρωτότυπο όμως! (πρόσεξες ότι στα σημεία στίξης ακολούθησα την ισπανικήν...)
@krotkaya
Πάγωσα όταν το διάβασα στην Καθημερινή, γι' αυτό και θέλησα να γράψω κάτι.

markos-the-gnostic είπε...

ανατριχιαστικό αλλά ίσως μόνο για μας τους δυτικούς, για τους ινδούς ίσως απλό και φυσικό...

bebelac είπε...

οι αποχωρισμοί είναι ΠΑΝΤΑ δύσκολοι, ακόμη και αυτοί που γίνονται τόσο γλυκά και τόσο συνειδητά... ωραιότατο...

Lupa είπε...

Πανέμορφο αλεπουδάκι μου... Σου εύχομαι πάντα να σου δίνει τέτοιες εμπνεύσεις , το κάθε τι.

Αλεπού είπε...

@markos the gnostic
Δίκιο έχεις. Οι Ινδοί προσεγγίζουν το θέμα με εντελώς άλλη φιλοσοφία!
@bebelac
Κάτι ξέρουμε απ' αυτά αγαπημένη ε;
@lupa
Γεια σου λυκάκι! Σ' ευχαριστώ :)

insomnia#3 είπε...

Καλημέρα ,

Πρώτη μου φόρά έδω και κέρασες ανάσες ...

Ευοίωνο

Γιάννης , κατά κάποιο τρόπο ίσως γνωστός...

o είπε...

υπέροχο Αλεπού!
:)

Αλεπού είπε...

@insomnia
Ευχαριστώ Γιάννη. Μ΄έβαλες σε σκέψεις που είπες κατά κάποιον τρόπό γνωστός; Ποιος είσαι; Στείλε μέιλ...
@en vain
Ευχαριστώ :)Καλώς σε βρίσκω ;)

insomnia#3 είπε...

ω...

Μόνο ότι έχουμε μιά κοινή φίλη εννοούσα ... (μέσω blog γιά μένα)αληθινή απ'ότι έχω καταλάβει για σένα ...

την αγαπημένη μας bebelac ...

Καλημέρα

NinaC είπε...

Εξαιρετικό, καλό μου!

Αλεπού είπε...

@insomnia
α, έτσι εξηγείται. Καλημέρα!
@composition doll
:)