Δευτέρα, Αυγούστου 27, 2007
Στάχτη και μπούρμπερη!
Το σοκ γι' αυτά που ζούμε τις τελευταίες μέρες δεν μπορεί να αποδοθεί με λόγια. Εξάλλου, η εικόνα έχει τεράστια δύναμη. Το να βλέπεις τη φωτιά να σαρώνει τα πάντα προκαλεί δέος και θυμό.
Οργή!
Η καταστροφή είναι αργή και βασανιστική. Το ίδιο κι ο θάνατος. Το ίδιο και το αύριο, αν υπάρχει αύριο για όσους είδαν σε λίγες ώρες τη ζωή τους να γίνεται στάχτη.
Η φωτιά ανάγεται στις φυσικές καταστροφές, αλλά υποτίθεται ότι διανύουμε τον 21ο αιώνα και μάλιστα σε "πολιτισμένο κράτος"...
Πριν ακόμα κλείσει αυτή η τεράστια πύρινη πληγή, έχει ήδη ξεκινήσει η αναπαραγωγή της βλακείας. Οργανωμένο έγκλημα, ξένα συμφέροντα, τρομοκράτες, λαοί που μας ζηλεύουν και θέλουν να μας εξαφανίσουν κόκ.
Όσο σ' αυτήν τη χώρα, δεν υπάρξουν μεγάλες δομικές αλλαγές, όσο δεν υπάρχει η ανάγκη να εκπαιδευτούν σωστά οι άνθρωποι από μικρή ηλικία έτσι ώστε να σέβονται το φυσικό περιβάλλον και να μάθουν να το προστατεύουν, όσο δεν σταματήσει να μας ενδιαφέρει μόνο η δική μας ιδιοκτησία και αδιαφορούμε για τον διπλανό, τόσο περισσότερες τραγωδίες θα βλέπουμε καθισμένοι στους δέκτες μας και ανήμποροι να πράξουμε ο, τιδήποτε.
Μέχρι τη μέρα που θα καταλάβουμε ότι θα μπορούσαμε κάλλιστα να είμαστε εμείς στην άλλη πλευρά του δέκτη.
Ο φετεινός ελληνικός Αύγουστος διέψευσε με τραγικό τρόπο το παλιό ρηθέν του Ουμπέρτο Έκο ότι τον Αύγουστο δεν υπάρχουν ειδήσεις κι ό, τι κι αν γράψουμε όλοι μας εκ των υστέρων ή όσο κι αν πονέσουμε και θυμώσουμε, πάλι δεν θα είναι αρκετό. Οι νεκροί δεν γυρίζουν πίσω.
Δευτέρα, Αυγούστου 20, 2007
Πραξιτέλης 2007 μΧ
Η επίσκεψη στην έκθεση «Πραξιτέλης» στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, μου άφησε μια γλυκόπικρη γεύση που δεν ξέρω αν μπορώ ακριβώς να την εξηγήσω.
Η γλυπτική ως τέχνη (μιλάω εδώ για «απεικόνιση» με ρεαλιστικό τρόπο κι όχι για μοντέρνα ή αφηρημένη γλυπτική) μου προκαλεί μια συγκινησιακή φόρτιση κι ένα αμήχανο μούδιασμα. Στις μορφές ειδικά, η συγκίνηση είναι εντονότερη καθώς συνειδητοποιώ το πέρασμα του χρόνου που χωρίζει το σμιλευμένο ον από μένα. Είναι απ’ τη μια αυτό το δέος για την αποτύπωση μέσα στον χώρο και στον χρόνο, αυτή η μαγική επικοινωνία με τον δημιουργό, ακόμα κι αν μας χωρίζει μεγάλη χρονική απόσταση κι απ’ την άλλη, ό,τι απέμεινε. Σ’ αυτό που απέμεινε λοιπόν τοποθετώ το πικρό ως γεύση και το οριοθετώ στα γλυπτά που προέρχονται απ’ την αρχαιότητα. Αυτές οι μορφές ή τελοσπάντων ό, τι σώζεται πια απ’ αυτές, δεν διατηρούν το αρχικό τους χρώμα και την αρχική τους υφή, δεν στολίζουν πια τον χώρο για τον οποίο δημιουργήθηκαν και δεν είναι αντικείμενα ιερής λατρείας. Ο τρόπος με τον οποίο διασταυρώνουν όμως τις ματιές τους με τις δικές μας, είναι αυτή η μικρή ψευδαίσθηση της αιωνιότητας μέσα σ’ ένα φθαρτό σύμπαν.
Αυτά πρέπει να ένιωθα όσο διασχίζαμε ένα μεγάλο κομμάτι του μουσείου για να φτάσουμε στην αίθουσα απ’ την οποία ξεκινούσε η έκθεση. Περπατήσαμε δίπλα από αγάλματα Θεών και ηρώων, επιγραφές, σαρκοφάγους, νομίσματα, ακρωτηριασμένα μέλη σωμάτων ή τεμαχισμένα χρηστικά αντικείμενα, όλα κομμάτια ενός μακρινού πολιτισμού που άνθησε και παρήκμασε χιλιάδες χρόνια πριν και που εμείς οι σύγχρονοι άνθρωποι, τον βγάλαμε ξανά στην επιφάνεια, όταν χτίσαμε σπίτια, δρόμους, κτίρια, όταν ανοίξαμε σήραγγες για το μετρό κι όταν θελήσαμε να τον επικαλεστούμε για να δηλώσουμε απόγονοι και κληρονόμοι αυτών που απλώς κατοίκησαν κάποτε στην ίδια γεωγραφική περιοχή.
Φτάσαμε κάποτε στις 4 αίθουσες που φιλοξενούν 79 έργα, άλλα δημιουργίες του ίδιου του Πραξιτέλη, άλλα έργα που οι μελετητές θεώρησαν ότι έπρεπε να αποδώσουν σ’ αυτόν, άλλα έργα των γιων του ή του εργαστηρίου του. Κάποια απ’ αυτά ήταν γνήσια και άλλα ήταν ρωμαϊκά αντίγραφα, προερχόμενα από μουσεία του εξωτερικού, όπως του Λούβρου, της Δρέσδης, του Καπιτωλίου ή του Βατικανού.
Η γλυπτική ως τέχνη (μιλάω εδώ για «απεικόνιση» με ρεαλιστικό τρόπο κι όχι για μοντέρνα ή αφηρημένη γλυπτική) μου προκαλεί μια συγκινησιακή φόρτιση κι ένα αμήχανο μούδιασμα. Στις μορφές ειδικά, η συγκίνηση είναι εντονότερη καθώς συνειδητοποιώ το πέρασμα του χρόνου που χωρίζει το σμιλευμένο ον από μένα. Είναι απ’ τη μια αυτό το δέος για την αποτύπωση μέσα στον χώρο και στον χρόνο, αυτή η μαγική επικοινωνία με τον δημιουργό, ακόμα κι αν μας χωρίζει μεγάλη χρονική απόσταση κι απ’ την άλλη, ό,τι απέμεινε. Σ’ αυτό που απέμεινε λοιπόν τοποθετώ το πικρό ως γεύση και το οριοθετώ στα γλυπτά που προέρχονται απ’ την αρχαιότητα. Αυτές οι μορφές ή τελοσπάντων ό, τι σώζεται πια απ’ αυτές, δεν διατηρούν το αρχικό τους χρώμα και την αρχική τους υφή, δεν στολίζουν πια τον χώρο για τον οποίο δημιουργήθηκαν και δεν είναι αντικείμενα ιερής λατρείας. Ο τρόπος με τον οποίο διασταυρώνουν όμως τις ματιές τους με τις δικές μας, είναι αυτή η μικρή ψευδαίσθηση της αιωνιότητας μέσα σ’ ένα φθαρτό σύμπαν.
Αυτά πρέπει να ένιωθα όσο διασχίζαμε ένα μεγάλο κομμάτι του μουσείου για να φτάσουμε στην αίθουσα απ’ την οποία ξεκινούσε η έκθεση. Περπατήσαμε δίπλα από αγάλματα Θεών και ηρώων, επιγραφές, σαρκοφάγους, νομίσματα, ακρωτηριασμένα μέλη σωμάτων ή τεμαχισμένα χρηστικά αντικείμενα, όλα κομμάτια ενός μακρινού πολιτισμού που άνθησε και παρήκμασε χιλιάδες χρόνια πριν και που εμείς οι σύγχρονοι άνθρωποι, τον βγάλαμε ξανά στην επιφάνεια, όταν χτίσαμε σπίτια, δρόμους, κτίρια, όταν ανοίξαμε σήραγγες για το μετρό κι όταν θελήσαμε να τον επικαλεστούμε για να δηλώσουμε απόγονοι και κληρονόμοι αυτών που απλώς κατοίκησαν κάποτε στην ίδια γεωγραφική περιοχή.
Φτάσαμε κάποτε στις 4 αίθουσες που φιλοξενούν 79 έργα, άλλα δημιουργίες του ίδιου του Πραξιτέλη, άλλα έργα που οι μελετητές θεώρησαν ότι έπρεπε να αποδώσουν σ’ αυτόν, άλλα έργα των γιων του ή του εργαστηρίου του. Κάποια απ’ αυτά ήταν γνήσια και άλλα ήταν ρωμαϊκά αντίγραφα, προερχόμενα από μουσεία του εξωτερικού, όπως του Λούβρου, της Δρέσδης, του Καπιτωλίου ή του Βατικανού.
Ο Πραξιτέλης έζησε τον 4ο αιώνα π.Χ και ήταν γιος του Κηφισόδοτου του πρεσβύτερου, επίσης γλύπτη. Θεωρήθηκε κορυφαίος γλύπτης της αρχαιότητας για τον αισθησιασμό των μορφών, τη ρευστότητα και το στοιχείο της σιγμοειδούς καμπύλης στην ανάπτυξη των σωμάτων, χαρακτηριστικά που παντρεύονται αρμονικά στη διάσημη Αφροδίτη της Κνίδου. Η ιστορία λέει ότι οι Κώες είχαν παραγγείλει στον μεγάλο γλύπτη το άγαλμα της Θεάς, αλλά όταν το είδαν γυμνό σκανδαλίστηκαν και ζήτησαν ένα ντυμένο. Η Αφροδίτη έμελλε να δοξαστεί στην Κνίδο όπου και τοποθετήθηκε σε περίοπτη θέση στην είσοδο του ναού και μάλιστα κατά τρόπο τέτοιο ώστε να είναι ορατή κι από την είσοδο στον ναό κι από την έξοδο. Παρασταίνεται τη στιγμή που έχει μόλις ολοκληρώσει το λουτρό της και κρατάει το ένδυμα της που καλύπτει ολόκληρο μια υδρία.
Στους γνωστότερους αγαλματικούς τύπους του Πραξιτέλη, θαυμάσαμε μεταξύ άλλων τον Ερμή, τον Απόλλωνα τον Σαυροκτόνο, τον Σαρδανάπαλο κά. Επίσης τρεις απ’ τις πλάκες που απεικονίζουν παραστάσεις των μουσών και κοσμούσαν το σύνταγμα της Λητούς με την Άρτεμη και τον Απόλλωνα στο ιερό του Θεού στη Μαντίνεια.
Σώζονται αρκετές βάσεις αγαλμάτων με τη φράση «Πραξιτέλης εποίησεν», καθώς και πολλές πληροφορίες που προέρχονται απ’ τον Παυσανία και μιλούν για τα αγάλματα και τον τόπο που αυτά βρισκόντουσαν.
Η έκθεση που πρωτοπαρουσιάστηκε την άνοιξη που μας πέρασε στο Λούβρο, θα φιλοξενείται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο μέχρι τις 31 Οκτωβρίου του 2007.
Παρασκευή, Αυγούστου 10, 2007
Τα διαβάσματα των διακοπών
Σε 15 μέρες διακοπών διάβασα ό, τι δεν πρόλαβα όλο τον χειμώνα. Φυσικό είναι, αφού είχα απεριόριστο ελεύθερο χρόνο, ωραίο περιβάλλον και απωθημένα που βρίσκονταν στο κομοδίνο μου μήνες ολόκληρους και διαμαρτυρόντουσαν σπαρακτικά: διάβασε με…
Δεν φορτώθηκα με πολλά βιβλία, αλλά αγόρασα αρκετά κι απ’ το χαριτωμένο βιβλιοπωλείο του νησιού που παραθέριζα με το επίσης χαριτωμένο τίτλο «Βιβλιόγατος».
Έχουμε και λέμε λοιπόν:
Τι ωραίο πλιάτσικο του Jonathan Coe
Ό, τι και να πω είναι λίγο. Ο τύπος είναι απίστευτα απρόβλεπτος συγγραφέας και κάθε τι δικό του που διαβάζω μου ενισχύει αυτή την άποψη. Φοβερή πλοκή, απίστευτη σύνδεση ιστορικών γεγονότων και μυθοπλαστικών στοιχείων, έξυπνη ειρωνία, φλεγματικό χιούμορ (βρετανός γαρ!) Θέλω να γεμίσω ένα ράφι με τα μέχρι στιγμής άπαντα του.
Έξι νύχτες στην Ακρόπολη (μυθιστόρημα γραμμένο το 1928) του Γιώργου Σεφέρη
Είμαι σεφερόφιλη. Αυτό αρκεί. Με συγκίνησε το κομμένο εισητήριο της Ακρόπολης στο οπισθόφυλλο του βιβλίου. Είσοδος, δραχμές 10.
Ακριβή μου Σοφία του Φρέντυ Γερμανού
Πρόκειται για τα χρόνια της νιότης του Γιώργου Παπανδρέου- του γέρου και περιγράφει τον έρωτα και τον γάμο του με τη Σοφία Μινέϊκο παράλληλα με τα ιστορικά γεγονότα της εποχής. Ευκολοδιάβαστο κι ενδιαφέρον, γραμμένο στο γνωστό στυλ του Φρέντυ Γερμανού.
O Γιούγκερμαν και τα στερνά του του Μ. Καραγάτση
Ξετρελλάθηκα! Ήμουν έτσι κι αλλιώς φαν του Καραγάτση, αλλά τον Γιούγκερμαν τον είχα χρόνια αδιάβαστο. Τώρα, με αφορμή περισσότερο την καταγραφή της Καστέλλας και λιγότερο την επικείμενη τηλεοπτική του μεταφορά, αποφάσισα να το διαβάσω και μαγεύτηκα. Τι να πρωτο- εκθειάσω: την αφηγηματική δεινότητα του Καραγάτση, την εξέλιξη της ιστορίας, την προσωπικότητα του ήρωα, τα γεμάτα ποίηση 2 τελευταία κεφάλαια…
Μετά τον Γιούγκερμαν, ό, τι διάβασα, δεν κατάφερε να με συνεπάρει.
Οι παλιοί συμμαθητές του Λευτέρη Παπαδόπουλου
Καλογραμμένο, με χιούμορ, εύκολο στην ανάγνωση και κατατοπιστικό για τα δύσκολα παιδικά χρόνια του συγγραφέα στην κατοχική και μετά Κατοχική Αθήνα
Ξεχασμένοι απ’ τον Θεό του Albert Cossery
Πρόκειται για 5 αυτοτελείς ιστορίες που ο Cossery έγραψε στα 18 του χρόνια. Αναδίδουν όλες άρωμα Ανατολής, κρυφές επιθυμίες, την αίσθηση του απαγορευμένου και τις πρώτες φιλοσοφικές ανησυχίες ενός σημαντικού λογοτέχνη που έγραψε αποκλειστικά στη γαλλική γλώσσα. Κρατάω μια φράση από μια παλιά συνέντευξη του Cossery που παρατίθεται στο τέλος των ιστοριών ως επίμετρο. Ρωτάει ο δημοσιογράφος τον Cossery για την επιλογή του να μένει χρόνια ολόκληρα στο δωμάτιο ενός φτηνού ξενοδοχείου στο κέντρο του Παρισιού με δεδομένο το ότι προέρχεται από εύπορη οικογένεια και απαντάει ο Cossery (δεν μεταφέρω αυτούσια τα λόγια του γιατί δεν έχω μπροστά μου το βιβλίο): μα ποτέ μου δεν θέλησα να έχω ο,τιδήποτε που να μου ανήκει γιατί με τρομάζει η έννοια της ιδιοκτησίας.
Φράση-γροθιά στο στομάχι στη σύγχρονη, αδηφάγα εποχή μας…
Οι νάνοι του Χάρολντ Πίντερ.
Διευκρινίζω ότι πρόκειται για το μοναδικό μυθιστόρημα του θεατρικού νομπελίστα συγγραφέα . Γραμμένο στο γνωστό αποσπασματικό και υπαινικτικό ύφος του Πίντερ, πρόκειται για ένα μυθιστόρημα με καθαρά θεατρική μορφή. Απ’ την αρχή ως το τέλος κυριαρχεί ο διάλογος. Τα αφηγηματικά μέρη είναι ελάχιστα. Τα μέρη που ο συγγραφέας μας εκθέτει τους προβληματισμούς του είναι παντού διάσπαρτα, ακόμη και σε ανυποψίαστες στιγμές και απαιτούν δεύτερη ανάγνωση. Το σημείο που ο Πίντερ συναντιέται με τον Σαίξπηρ σηματοδοτεί την κορύφωση στην ιστορία, αλλά και στην προσωπική συγγραφική διαδρομή ενός μεγάλου και δύσκολου συγγραφέα.
Δεν φορτώθηκα με πολλά βιβλία, αλλά αγόρασα αρκετά κι απ’ το χαριτωμένο βιβλιοπωλείο του νησιού που παραθέριζα με το επίσης χαριτωμένο τίτλο «Βιβλιόγατος».
Έχουμε και λέμε λοιπόν:
Τι ωραίο πλιάτσικο του Jonathan Coe
Ό, τι και να πω είναι λίγο. Ο τύπος είναι απίστευτα απρόβλεπτος συγγραφέας και κάθε τι δικό του που διαβάζω μου ενισχύει αυτή την άποψη. Φοβερή πλοκή, απίστευτη σύνδεση ιστορικών γεγονότων και μυθοπλαστικών στοιχείων, έξυπνη ειρωνία, φλεγματικό χιούμορ (βρετανός γαρ!) Θέλω να γεμίσω ένα ράφι με τα μέχρι στιγμής άπαντα του.
Έξι νύχτες στην Ακρόπολη (μυθιστόρημα γραμμένο το 1928) του Γιώργου Σεφέρη
Είμαι σεφερόφιλη. Αυτό αρκεί. Με συγκίνησε το κομμένο εισητήριο της Ακρόπολης στο οπισθόφυλλο του βιβλίου. Είσοδος, δραχμές 10.
Ακριβή μου Σοφία του Φρέντυ Γερμανού
Πρόκειται για τα χρόνια της νιότης του Γιώργου Παπανδρέου- του γέρου και περιγράφει τον έρωτα και τον γάμο του με τη Σοφία Μινέϊκο παράλληλα με τα ιστορικά γεγονότα της εποχής. Ευκολοδιάβαστο κι ενδιαφέρον, γραμμένο στο γνωστό στυλ του Φρέντυ Γερμανού.
O Γιούγκερμαν και τα στερνά του του Μ. Καραγάτση
Ξετρελλάθηκα! Ήμουν έτσι κι αλλιώς φαν του Καραγάτση, αλλά τον Γιούγκερμαν τον είχα χρόνια αδιάβαστο. Τώρα, με αφορμή περισσότερο την καταγραφή της Καστέλλας και λιγότερο την επικείμενη τηλεοπτική του μεταφορά, αποφάσισα να το διαβάσω και μαγεύτηκα. Τι να πρωτο- εκθειάσω: την αφηγηματική δεινότητα του Καραγάτση, την εξέλιξη της ιστορίας, την προσωπικότητα του ήρωα, τα γεμάτα ποίηση 2 τελευταία κεφάλαια…
Μετά τον Γιούγκερμαν, ό, τι διάβασα, δεν κατάφερε να με συνεπάρει.
Οι παλιοί συμμαθητές του Λευτέρη Παπαδόπουλου
Καλογραμμένο, με χιούμορ, εύκολο στην ανάγνωση και κατατοπιστικό για τα δύσκολα παιδικά χρόνια του συγγραφέα στην κατοχική και μετά Κατοχική Αθήνα
Ξεχασμένοι απ’ τον Θεό του Albert Cossery
Πρόκειται για 5 αυτοτελείς ιστορίες που ο Cossery έγραψε στα 18 του χρόνια. Αναδίδουν όλες άρωμα Ανατολής, κρυφές επιθυμίες, την αίσθηση του απαγορευμένου και τις πρώτες φιλοσοφικές ανησυχίες ενός σημαντικού λογοτέχνη που έγραψε αποκλειστικά στη γαλλική γλώσσα. Κρατάω μια φράση από μια παλιά συνέντευξη του Cossery που παρατίθεται στο τέλος των ιστοριών ως επίμετρο. Ρωτάει ο δημοσιογράφος τον Cossery για την επιλογή του να μένει χρόνια ολόκληρα στο δωμάτιο ενός φτηνού ξενοδοχείου στο κέντρο του Παρισιού με δεδομένο το ότι προέρχεται από εύπορη οικογένεια και απαντάει ο Cossery (δεν μεταφέρω αυτούσια τα λόγια του γιατί δεν έχω μπροστά μου το βιβλίο): μα ποτέ μου δεν θέλησα να έχω ο,τιδήποτε που να μου ανήκει γιατί με τρομάζει η έννοια της ιδιοκτησίας.
Φράση-γροθιά στο στομάχι στη σύγχρονη, αδηφάγα εποχή μας…
Οι νάνοι του Χάρολντ Πίντερ.
Διευκρινίζω ότι πρόκειται για το μοναδικό μυθιστόρημα του θεατρικού νομπελίστα συγγραφέα . Γραμμένο στο γνωστό αποσπασματικό και υπαινικτικό ύφος του Πίντερ, πρόκειται για ένα μυθιστόρημα με καθαρά θεατρική μορφή. Απ’ την αρχή ως το τέλος κυριαρχεί ο διάλογος. Τα αφηγηματικά μέρη είναι ελάχιστα. Τα μέρη που ο συγγραφέας μας εκθέτει τους προβληματισμούς του είναι παντού διάσπαρτα, ακόμη και σε ανυποψίαστες στιγμές και απαιτούν δεύτερη ανάγνωση. Το σημείο που ο Πίντερ συναντιέται με τον Σαίξπηρ σηματοδοτεί την κορύφωση στην ιστορία, αλλά και στην προσωπική συγγραφική διαδρομή ενός μεγάλου και δύσκολου συγγραφέα.
Πέμπτη, Αυγούστου 09, 2007
ΗΘΟΠΟΙΟΣ = ο ποιών ήθος?
Το Κροτίδι με κάλεσε να αναφέρω αγαπημένους ηθοποιούς, χωρίς ποσοτικούς περιορισμούς (σωστά;)
Πάμε λοιπόν:
Πάμε λοιπόν:
- Ο Ηλιόπουλος που νομίζω ότι αν είχε γεννηθεί έξω, θα είχε κάνει μεγάλη καριέρα.
- Η Βλαχοπούλου για το φοβερό της κωμικό μπρίο. [Αγαπημένη σκηνή: οι δυο τους(σ.σ Ηλιόπουλος, Βλαχοπούλου) στο «Φωνάζει ο κλέφτης» στη σκηνή με το πορτοφόλι.
- Συμφωνώ με την krotkaya για την Αρώνη γιατί όλο της το παίξιμο αναδίδει αέρα γνήσιας κωμικής ντάμας.
- Ο Λογοθετίδης για την ικανότητα του να είναι βαθιά τραγικός μέσα στην κωμικότητα του και το αντίθετο, όπως ακριβώς συμβαίνει στη ζωή. [Στο «Ένας ήρωας με παντούφλες» υπήρξε πραγματικά συνταρακτικός.]
- Ο Αλεξανδράκης γιατί είχε class και γιατί υπήρξε και πρωτοποριακός στη σκηνοθεσία του στο «Συνοικία το όνειρο». [Τον έχω δει και στο θέατρο, στα «Η γυναίκα με τα μαύρα», και στον «Θείο Βάνια». Για μένα, μαζί με τον Μπάρκουλη, ήταν οι πιο κλασσάτοι ωραίοι του ελληνικού σινεμά by far.]
- Η Καρέζη για όλους τους κωμικούς της ρόλους. Την πρόλαβα και στο θέατρο, στην τελευταία παράσταση της ζωής της «Διαμάντια και μπλουζ».
[Αγαπημένη σκηνή απ’ το «Τζένη Τζένη» που παίζει τάβλι με τον Μπάρκουλη την 1η νύχτα του γάμου τους]. - Η Λαμπέτη ήταν το πιο αέρινο πλάσμα που πέρασε απ’ την οθόνη και τη σκηνή. Δυστυχώς, δεν την είδα στη «Σάρα», στον τελευταίο της ρόλο, διότι η μαμά μου είπε πως είναι στενόχωρο το έργο για παιδί. Κέρδισα μια στιγμή χαράς, έχασα μια μεγάλη πρωταγωνίστρια στον φυσικό της χώρο, δηλαδή στη σκηνή.
- Ο Χορν, επειδή είχε αυτό το πρωτόγνωρο ειρωνικό παίξιμο. [Πολύ σωστά είχε γράψει παλιά ο Γεωργουσόπουλος ότι βλέποντας τον Χορν να παίζει, έχεις την αίσθηση ότι ακόμα και οι καταφατικές του προτάσεις έχουν στο τέλος ένα μυστικό ερωτηματικό].
Αυτό το θεωρώ εξαιρετικά γοητευτικό, ίσως γιατί προσδίδει και μια μικρή ανασφάλεια στο παίξιμο. Είναι σαν να παίζει τον ρόλο και να παρατηρεί συγχρόνως τον εαυτό του που παίζει.
[Αγαπημένες σκηνές: «Στην κάλπικη λίρα» με τη Λαμπέτη να του λέει σ’αγαπώ και μετά τον χωρισμό τους στη σκηνή που ξανασυναντιούνται λίγα χρόνια αργότερα.] - Απ’ τους ζώντες, θα αναφέρω την Καραμπέτη και τον Κιμούλη. Τους βλέπω χρόνια στο θέατρο και τους ξεχωρίζω. Για τον Κιμούλη πολλοί θα έχουν αντιρρήσεις. Εγώ νομίζω ότι είναι εξαιρετικά ταλαντούχος, αλλά με μια αλαζονεία που τον έχει οδηγήσει σε μανιερισμούς και τον έχει κάνει αντιπαθή. Όσοι τον έχουν δει τα πρώτα του χρόνια στο θέατρο ή ακόμα και στην παλιά τηλεοπτική «Αστροφεγγιά», ενδεχομένως να συμφωνήσουν, παρόλο που η τηλεόραση δεν αποτελεί σωστό κριτήριο αξιολόγησης ενός ηθοποιού. [τους έχω δει στο θέατρο και μαζί, στη "Δεσποινίδα Τζούλια", και στον "Μάκβεθ".]
- Επίσης μου αρέσει πολύ η Μαρίνα Καλογήρου που υπήρξε τέλεια Λαμπέτη σε νεαρή ηλικία, στη φετεινή, τηλεοπτική «Τελευταία παράσταση». [Την είδα φέτος και στο θέατρο, στο "τριαντάφυλλο στο στήθος" και νομίζω ότι είναι πολλά υποσχόμενη.]
Απ’ τους ξένους, ξεχωρίζω: - Τον Μάρλον Μπράντο, χωρίς περαιτέρω επεξηγήσεις
- τη Μέριλ Στριπ για μια σειρά συγκλονιστικών ερμηνειών [αρκούμαι να αναφέρω την "Εκλογή της Σόφι" και τις "Γέφυρες του Μάντισον".]
- τη Τζέσικα Λάνγκ που και μόνο η ταινία «Φράνσις, μια αδέσμευτη γυναίκα», υπήρξε αρκετή για να ξεδιπλώσει το ταλέντο της
- την Έμα Τόμσον (κι εδώ συμφωνούμε με Krot)
- τον Τζακ Νίκολσον
- τον Τζων Μάλκοβιτς
- τον Τζέρεμι Άιρονς
και σταματάω εδώ γιατί είμαι ικανή να γράφω συνέχεια.
Πετάω το μπαλάκι σε όποιον έχει ξεμείνει αυγουστιάτικα στην πόλη και θέλει να γράψει μπας και ξεχάσει τον καημό του που δεν διακοπεύει.
Δευτέρα, Αυγούστου 06, 2007
Επιστροφή
Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, με καταδιώκει το σύνδρομο της αντικοινωνικότητας μετά το τέλος των καλοκαιρινών διακοπών. Θυμάμαι πως τις εποχές που πήγαινα σχολείο, αν επιστρέφαμε ας πούμε μέσα Αυγούστου από τις διακοπές και είχα κανά μήνα ακόμα μέχρι ν΄αρχίσει το σχολείο, δεν επεδίωκα συναντήσεις κι επαφές με καμιά φίλη μέχρι αναγκαστικά να τις συναντήσω τη μέρα του αγιασμού. Δεν ξέρω γιατί το έκανα. Πολύ παιδιάστικο μου ακούγεται τώρα που το ανακαλώ στη μνήμη μου. Αν πρέπει να δώσω μια εξήγηση, θα έλεγα ότι απέφευγα να συναντηθώ ξανά με στοιχεία της κανονικής ζωής, αυτής της προ- διακοπών. Σαν να ήθελα να γυρίσω τον χρόνο στις ξέγνοιαστες στιγμές των διακοπών και να τον σταματήσω εκεί. Βέβαια, αν το καλοσκεφτώ τώρα πια, εκείνα τα χρόνια έτσι κι αλλιώς ξέγνοιαστα κι ανέμελα ήταν. Το μόνο μελανό σημείο ήταν το σχολείο, αλλά δεδομένου ότι εμένα μου άρεσε, προς τι όλο αυτό το αντικοινωνικό; Τελοσπάντων!
Τα ίδια λοιπόν συμπτώματα εμφανίστηκαν και φέτος μετά από πάρα πολλά χρόνια. Απ’ το πρωί που χτύπησε πάλι μετά από 15 μέρες το ξυπνητήρι στην γνωστή, αντιπαθητική ώρα, με καταδιώκει το αντικοινωνικό μου. Δεν ήθελα να έρθω στη δουλειά, δεν ήθελα να μιλήσω με κανέναν συνάδελφο, ζηλεύω όλους αυτούς που λιάζονται τώρα στις παραλίες κι εγώ είμαι στην τεχνητή δροσιά του γραφείου κοιτώντας το ρολόι σκεπτόμενη: τέτοια ώρα έκανα μπάνιο, τέτοια ώρα έπινα καφέ, τέτοια ώρα κοιμόμουνα για μεσημέρι… Επίσης, μόνο για σήμερα- μια που μεγάλωσα πια και δεν με παίρνει να συμπεριφέρομαι σαν κακομαθημένο σχολιαρόπαιδο-, δεν θέλω να πάρω κανέναν φίλο ή γνωστό στο τηλέφωνο και να με ρωτήσει πώς πέρασα και αν ήταν ωραία.
Ναι, πέρασα καταπληκτικά και ναι, το μυαλό μου είναι ακόμα εκεί κι αρνούμαι να επιστρέψω. Εγώ τώρα που σας γράφω, ψυχικά είμαι μέσα στο καθαρό κρυστάλλινο νεράκι και απολαμβάνω τον ήλιο και τη θάλασσα. Γι’ αυτό και με συνάντησε μετά από χρόνια το σύνδρομο που σας περιγράφω.
Don’t get me wrong! Θα ξαναβρώ τους ρυθμούς μου σιγά- σιγά, θέλω, δεν θέλω!
Τα ίδια λοιπόν συμπτώματα εμφανίστηκαν και φέτος μετά από πάρα πολλά χρόνια. Απ’ το πρωί που χτύπησε πάλι μετά από 15 μέρες το ξυπνητήρι στην γνωστή, αντιπαθητική ώρα, με καταδιώκει το αντικοινωνικό μου. Δεν ήθελα να έρθω στη δουλειά, δεν ήθελα να μιλήσω με κανέναν συνάδελφο, ζηλεύω όλους αυτούς που λιάζονται τώρα στις παραλίες κι εγώ είμαι στην τεχνητή δροσιά του γραφείου κοιτώντας το ρολόι σκεπτόμενη: τέτοια ώρα έκανα μπάνιο, τέτοια ώρα έπινα καφέ, τέτοια ώρα κοιμόμουνα για μεσημέρι… Επίσης, μόνο για σήμερα- μια που μεγάλωσα πια και δεν με παίρνει να συμπεριφέρομαι σαν κακομαθημένο σχολιαρόπαιδο-, δεν θέλω να πάρω κανέναν φίλο ή γνωστό στο τηλέφωνο και να με ρωτήσει πώς πέρασα και αν ήταν ωραία.
Ναι, πέρασα καταπληκτικά και ναι, το μυαλό μου είναι ακόμα εκεί κι αρνούμαι να επιστρέψω. Εγώ τώρα που σας γράφω, ψυχικά είμαι μέσα στο καθαρό κρυστάλλινο νεράκι και απολαμβάνω τον ήλιο και τη θάλασσα. Γι’ αυτό και με συνάντησε μετά από χρόνια το σύνδρομο που σας περιγράφω.
Don’t get me wrong! Θα ξαναβρώ τους ρυθμούς μου σιγά- σιγά, θέλω, δεν θέλω!
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)