Παρασκευή, Απριλίου 23, 2010

La folle histoire d' amour de Simon Eskenazy

Μερικές φορές σκέφτομαι πόσο θα ήθελα να είμαι τουρίστρια στην Αθήνα, με την έννοια ότι γίνονται κάποιες εκδηλώσεις που χρειάζεται χρόνος να τις παρακολουθήσεις. Μια απ' αυτές είναι το «Φεστιβάλ γαλλόφωνου κινηματογράφου" που κλείνει φέτος τον όγδοο χρόνο του στην γαλλόφιλη σινεφίλ Αθήνα (sic).
Το φεστιβάλ ξεκίνησε την προηγούμενη Πέμπτη με την ταινία για τον Charles Gainsbourg και ολοκληρώνεται την Κυριακή.
Δυστυχώς, είδα μια μόνο ταινία. Θα ήθελα να τις είχα δει όλες, αλλά η έλλειψη χρόνου που έλεγα πιο πάνω... Όμως αυτή η μία, ήταν τόσο απολαυστική που ελπίζω να βρει διανομή και να προβληθεί κανονικά στις αίθουσες. Όσοι τυχεροί ζείτε σε γαλλόφωνες χώρες, μάλλον θα τη δείτε κανονικά. Οι Θεσσαλονικείς, ας σπεύσουν από 22/4 έως 28/4.Οι υπόλοιποι, ας καταφύγουν στην παρανομία αν με εννοείτε...
Η ταινία λοιπόν που είδα λέγεται: «La folle histoire d' amour de Simon Eskenazy (Ο παράφορος έρωτας του Σιμόν Εσκενάζυ)» Είναι κομεντί και αποτελεί κατά κάποιον τρόπο συνέχεια της προ δεκαετίας ταινίας του Jean Jacques Zilbermnann, όπως μας ενημέρωσε και δια ζώσης ο πρωταγωνιστής της Antoine de Caunes ο οποίος ειρήσθω εν παρόδω είναι γοητευτικότατος τόσο στο πανί όσο κι εκτός!!!
Με δυο λόγια η υπόθεση: ο Simon Eskenazy έχει γίνει ένας σπουδαίος ερμηνευτής παραδοσιακής εβραϊκής μουσικής. Κι εν μέσω πυρετωδών προβών για επερχόμενες ηχογραφήσεις και συναυλίες, βλέπει να καταφθάνουν με τη σειρά η ιδιόρρυθμη μητέρα του, η πρώην γυναίκα του, ο δεκάχρονος γιος του που ποτέ δεν είχε δει, αλλά και ο Naïm, ένας νεαρός μουσουλμάνος τραβεστί που πρόκειται να αλλάξει τη ζωή του…
Η διανομή είναι εξαιρετική: καταπληκτικός ο Άραβας Mehdi Dehbi που επρόκειτο να είναι κι αυτός στην Αθήνα για την προβολή, αλλά λόγω ηφαιστειακής στάχτης, παρέμεινε εγκλωβισμένος. Φοβερή περσόνα η μητέρα του Eskenazy, απολαυστικοί όλοι στους ρόλους τους.
Γενικά, η ταινία κυλάει σαν γάργαρο νεράκι, έχει πολύ χιούμορ και συναίσθημα, απενεχοποιεί τους ομοφυλόφιλους χωρίς να εκχυδαΐζει, αλλά λέγοντας το προφανές. Είναι απολύτως ίδιοι με όλους εμάς ως προς τον τρόπο που ερωτεύονται, καταπιέζονται, δημιουργούν.
Και είναι ντυμένη με υπέροχη μουσική!!!

Κυριακή, Απριλίου 18, 2010

Comicdom

Το Comicdom Con Athens έκλεισε σήμερα το βράδυ την 5η του συνεχή χρονιά στους χώρους της Ελληνοαμερικανικής Ένωσης στη Μασσαλίας. Την ευθύνη της διοργάνωσης είχαν από κοινού η Ελληνοαμερικανική Ένωση και η Comicdom Press.

Για όποιον έχει πάει σε διεθνές φεστιβάλ κόμικς ή ακόμα και σ΄αυτό που γινόταν μέχρι πριν λίγα χρόνια στο Γκάζι απ' τη Βαβέλ (αλήθεια, τι απέγινε; δεν έχω ιδέα), το comicdom φαντάζει μινιατούρα.Εντάξει, ας μην είμαστε αυστηροί. Οι χώροι της Ελληνοαμερικανικής Ένωσης είναι περιορισμένοι, η ελληνική παραγωγή κόμικς είναι μικρή σε σύγκριση με την ευρωπαϊκή, την αμερικανική ή την ιαπωνική κι οι λάτρεις του είδους επίσης μια μικρή μειοψηφία.
Παρόλα αυτά, η διοργάνωση ήταν άρτια.Το μικρό τριήμερο φεστιβάλ υπήρξε αξιοπρεπές, οι δημιουργοί ήταν παρόντες και μπορούσες να συζητήσεις μαζί τους. Είδα κέφι απ' τον κόσμο, ενδιαφέρον, δημιουργικότητα, όρεξη για δουλειά κι αυτά είναι κάποια απ' τα στοιχεία που υπόσχονται μια ενδιαφέρουσα συνέχεια.

Κατά τα άλλα, το Comicdom τα είχε όλα: εργαστήρια και προβολές,περίπτερα με κόμικς, gadgets,τους ίδιους τους δημιουργούς που υπέργραφαν,

bazaar με μεταχειρισμένα σε τιμή ευκαιρίας και διαγωνιστικό μέρος με βραβεία।


Η φετεινή έκθεση με θέμα "From the Yellow kid to Conan" έδειχνε την εξέλιξη του αμερικανικού comic strip μέσα από ιστορίες πασίγνωστων ηρώων όπως των Mickey Mouse, Robin Hood, Dick Tracy, Spider Man, Felix κά। Όπως πληροφορηθήκαμε, ο Yellow Kid δημιουργήθηκε το 1895 κι αποτέλεσε την αρχή της γέννησης των αμερικανικών comic strips.


Εύχομαι στο μέλλον, η ζήτηση να είναι τέτοια που να βρεθεί ακόμα μεγαλύτερος χώρος να φιλοξενήσει αυτήν την τόσο ενδιαφέρουσα μορφή τέχνης.

Πέμπτη, Απριλίου 15, 2010

Πρέσπες - Νυμφαίο Φλώρινας

Οι Πρέσπες είναι μαγικό μέρος, αυτό είναι το πρώτο που μου έρχεται για εισαγωγή.
Όταν βλέπεις ξαφνικά μπροστά σου τη Μικρή Πρέσπα, καθώς ξεπροβάλλει απ’ τα βουνά, νομίζεις πως βλέπεις τη θάλασσα , τόσο μεγάλη είναι!

Φτάσαμε με το αυτοκίνητο μέχρι την όχθη της. Διάφοροι φασολοπαραγωγοί είναι παραταγμένοι με το εμπόρευμα τους προς πώληση. Μπροστά μας, η πλωτή γέφυρα που ενώνει την παραλίμνια περιοχή των Πρεσπών με το νησάκι του Αγίου Αχιλλείου.
Μέχρι το 2000 η διαδρομή των 650 μέτρων γίνονταν με μικρές βάρκες ή με τα πόδια όταν πάγωνε η λίμνη.
Στο νησί του Αγίου Αχιλλείου υπάρχουν αρχαιολογικά καθώς και βυζαντινά και μεταβυζαντινά μνημεία με σημαντικότερη τη βασιλική εκκλησία του 10ου αιώνα.

Η φύση στο νησάκι, μόλις αφήσουμε πίσω τα ελάχιστα σπιτάκια οργιάζει.Παντού πράσινο, μαργαρίτες, αμυγδαλιές, ένα σκυλί να τρέχει ελεύθερο κι ευτυχισμένο κι εμείς όλο και να περπατάμε ακούραστα.Λίγο οξυγόνο θέλει τελικά ο καταπιεσμένος «Αθηναίος» για ν’ απελευθερωθεί και να νιώσει ευτυχισμένος.

Όσο ανεβαίνουμε στο λόφο, ακολουθώντας το μονοπάτι των κατσικιών, το θέαμα της λίμνης γίνεται φαντασμαγορικό.

Τα πουλιά κελαηδάνε.Πελεκάνοι, κορμοράνοι, λαγγόνες, ερωδιοί, αλλά και βατράχια, σαλαμάνδρες, νερόφιδα, ψάρια είναι κάποια απ' τα είδη που ζουν εδώ.


Η κουβέντα μας με τον νεαρό που μας έφτιαξε τους καφέδες όταν επιστρέψαμε στον «πολιτισμό» υπήρξε άκρως διαφωτιστική. Στο νησί ζούνε 4 οικογένειες. Η ζωή γίνεται δύσκολη αν θέλει ένα παιδί να φοιτήσει στο Λύκειο. Πριν 10 χρόνια ήταν ακόμη χειρότερα γιατί όπως είπαμε δεν υπήρχε η γέφυρα. Ο ίδιος όταν ήταν μικρός και πάγωνε η λίμνη, πριν το 2000 δηλαδή, έβλεπε αυτή την καθημερινή πορεία πίσω από έναν γέροντα που τους έδειχνε τον δρόμο πάνω στην παγωμένη λίμνη, διασκεδαστική και περιπετειώδη.
Ο νεαρός είναι τώρα μόνιμος στρατιωτικός, όπως και η πλειονότητα των νέων παιδιών στις ακριτικές περιοχές. Εκεί, στα σύνορα, οι άνθρωποι δεν είναι περισσότερο ή λιγότερο ευαισθητοποιημένοι με τους ξένους λόγω γειτνίασης, έρχονται στη Αθήνα κι εκπλήσσονται που δεν υπάρχει πια στους δρόμους το λευκό του "καθαρόαιμου" Έλληνα….
Είναι ευγενικός μαζί μας και μας προειδοποιεί για να μην πέσουμε στην παγίδα των επιτηδείων που θα προσπαθήσουν να μας πουλήσουν ξένα φασόλια για εγχώρια! Χαρακτηριστικά λέει: «ας κοροϊδεύουμε τους ξένους όχι όμως να κοροϊδευόμαστε και μεταξύ μας».Τέλος, μας δίνει τη χρήσιμη πληροφορία για το Διαβαλκανικό Πάρκο που έμεινε μόνο στα χαρτιά παρά τις βαρύγδουπες δηλώσεις των τότε κυβερνόντων. «Τα φάγανε» λέει με απόλυτη φυσικότητα.
Οι Ψαράδες είναι το χωριό στην Μεγάλη Πρέσπα. Εντάξει, αν η μικρή φάνταζε μεγάλη, τούτη δω είναι τεράστια. Το χωριό είναι πιο οργανωμένο απ’ τον Άγιο Αχίλλειο κι ως εκ τούτου και πιο τουριστικό (με την καλή έννοια)! Αρκετά σπιτάκια, αρκετά μαγαζιά με τοπικά προϊόντα, αλλά και ελεύθεροι μικροπωλητές, αρκετά ταβερνάκια για να επιλέξουμε, αλλά φευ, Μεγάλη Πέμπτη και οι επιλογές που μας προσφέρονται είναι μετρημένες στα δάχτυλα. Ωστόσο, γευόμαστε επιτέλους το λιμνίσιο ντόπιο γριβάδι και βεβαίως γίγαντες. Είπαμε, στα μέρη αυτά τα φασόλια έχουν την τιμητική τους! Ένα χάσκι προστίθεται στην παρέα μας, ακατάδεκτο στους μεζέδες που τους προσφέρουμε σε αντίθεση με τον μεγαλόσωμο κόπρο που έρχεται αργότερα και τους τιμάει και με το παραπάνω.

Το μαγαζάκι με τα παραδοσιακά προϊόντα απέναντι, δίνει φυλλάδια που ενημερώνουν για τον φυσικό πλούτο της περιοχής, έχει στα ράφια του ένα βιβλιαράκι με συνταγές πιπεριάς από μαθητές δημοτικού και των τριών γειτονικών χωρών(σ.σ Ελλάδα, Σκόπια, Αλβανία) και παρέχει πλούσιο έντυπο υλικό για ανάπτυξη διασυνοριακού τουρισμού και πολιτισμικών δραστηριοτήτων. Η βόλτα κλείνει με βαρκάδα στη Μεγάλη Πρέσπα. Βλέπουμε πόσο καθαρά είναι τα νερά, μαθαίνουμε ότι το καλοκαίρι ο κόσμος κάνει μπάνιο εκεί κι επισκεπτόμαστε το Ασκηταριό της Ανάληψης που είναι συγκινητική η ύπαρξη του εκεί ψηλά στο άνοιγμα δυο βράχων.

Πέρα, όχι και τόσο μακριά, τα βουνά των Σκοπίων και της Αλβανίας. Περίπου το 60% της λίμνης, ανήκει στην Σκόπια ενώ στην Ελλάδα το 22% και στην Αλβανία το 18%. Ο Άγιος Γερμανός το τελευταίο χωριό του νομού Φλωρίνης και λίγο πιο κει, το πρώτο Σκοπιανό. Στα νότια , η Μεγάλη Πρέσπα συνδέεται με την γειτονική της Μικρή, από την οποία απέχει περίπου 300 μέτρα, ενώ με τη λίμνη Οχρίδα (ή Αχρίδα) χωρίζεται από το όρος Ξεροβούνι (Σούβα Γκόρα), υπάρχουν όμως πολλά υπόγεια ρήγματα.

Ρωτάμε αν υπάρχει τουρισμός και βαρκάδες κι απ’ τα Σκόπια αφού εκεί που τρώγαμε, στους Ψαράδες, είχαμε ακούσει δυο άντρες να μιλάνε Σκοπιανά। Ο Αλβανικής καταγωγής βαρκάρης μας πληροφορεί ότι ούτε η Αλβανία, ούτε τα Σκόπια έχουν τουρισμό, συνεπώς ούτε αντίστοιχες βαρκάδες.«Όλοι όμως εδώ μιλάνε Σκοπιανά» μας λέει…
Σκεφτόμαστε όχι και τόσο τυχαία τη Μακεδονική σαλάτα καθώς είμαστε μέσα στην αγκαλιά της λίμνης, στο δυτικό άκρο της Ελλάδας και με τους «άλλους» τόσο δίπλα μας…

To Νυμφαίο ή Νεβάσκα όπως ήταν η παλιά του ονομασία είναι ένα πανέμορφο χωριό χτισμένο σε υψόμετρο 1400 περίπου μέτρων στο Βίτσι. Η παλιότερη ονομασία που είχαν δώσει οι πρώτοι κάτοικοι του χωριού ήταν Νιβεάστα, όνομα βλάχικης προέλευσης, με τρεις ερμηνείες: «Νύφη» λόγω της ομορφιάς του χωριού και της τοποθεσίας, «αθέατη» (ni vista) πιθανώς διότι βρισκόταν σε σημείο όπου δεν γινόταν εύκολα ορατό και «χιονάτη» ή «όπου μένει το χιόνι» (nives sta). Όταν τα τέλη του 18ου αιώνα οι Νιβεστιάνοι (Νυμφαιώτες) απώθησαν τους Γκέγκηδες επιδρομείς το όνομα σταδιακά παρεφθάρη σε Νέβεσκα, το οποίο στα αρβανίτικα σημαίνει «σαν εμάς δεν έχει» (σι νέβε σκα), αναπαράγοντας την ιαχή των υπερασπιστών, αλλά και «δεν υπάρχει νύφη» (νέβε σκα). Μετονομάσθηκε σε Νυμφαίο το 1928.
Το χωριό, που περιβάλλεται από ένα δάσος οξιάς και διασχίζεται από λιθόστρωτα μονοπάτια και πετρόκτιστα σπίτια είχε εγκαταλειφθεί, αλλά εδώ και δέκα περίπου χρόνια με πρωτοβουλία των οικογενειών Μπουτάρη και Μέρτζου που κατάγονται από κει αναγεννήθηκε και μεταβλήθηκε σε παραδοσιακό, διατηρητέο οικισμό. Στο κέντρο του χωριού, απαγορεύεται το αυτοκίνητο κι έτσι μπορεί κανείς να περπατήσει άνετα, θαυμάζοντας τη φύση και τα πανέμορφα σπίτια. Ο κόσμος και η γενικότερη αίσθηση που μπορεί ν’ αποκομίσει κανείς αν αρχίσει να παρατηρεί προσεκτικά, απέχει ελάχιστα απ’ το είναι δήθεν. Ναι, ακόμα κι εδώ βλέπεις ξανθές που μοιάζουν σε όλα, απ’ το χρώμα της ανταύγειας, ως τις μπότες, βαριεστημένους πρώην γιάπηδες, ζευγάρια που δεν έχουν να πούνε πια τίποτα κι έχουν ξαποστείλει και τα παιδιά στην διπλανή παιδική χαρά. Ευτυχώς, όλα αυτά είναι σε περιορισμένη κλίμακα και δεν παραπέμπουν σε άλλα γνωστά χειμερινά θέρετρα.

Στη βόλτα μας ανακαλύπτουμε τη Νίκειο σχολή, όπου λειτουργούσε κάποτε ως σχολείο, αλλά η οποία λόγω έλλειψης μαθητών, σταμάτησε τη λειτουργία της। Μια μόνιμη έκθεση φωτογραφίας που απεικονίζει κατοίκους του χωριού 100 χρόνια πριν, μας γυρίζει νοσταλγικά πίσω στον χρόνο, ενώ δεν μπορώ να μην σκεφτώ ότι το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης του οποίου η Νίκειος αποτελεί πλέον Συνεδριακό κέντρο, θα μπορούσε ν’ αμβλύνει τα έντονα σημάδια εγκατάλειψης που επικρατούν στο εσωτερικό.


Στο Νυμφαίο, δραστηριοποιείται και η οργάνωση του Αρκτούρου με ένα περιβαλλοντικό κέντρο ενημέρωσης για την καφέ αρκούδα και τον λύκο ενάμισι χιλιόμετρο έξω από το χωρίο. Το περπατήσαμε!!! Οι αρκούδες είχαν μόλις ξυπνήσει απ’ τον χειμερινό τους ύπνο, αλλά δεν ήταν καθόλου σίγουρο ότι θα τις δούμε, όπως μας ενημέρωσαν οι ειδικοί. Τελικά, από μακριά, είδαμε τον Γιώργο, τη μοναδική ανάμεσα στις 13 καφετιές, μαύρη εξ Αμερικής αρκούδα που μας είχε γυρίσει την πλάτη κι ατένιζε κουλουριασμένος.
Η μέρα έκλεισε με λαγό στιφάδο και χοιρινό σε γραφικό ταβερνάκι με θέα στον περιφερειακό του χωριού. Ε, ήταν μεν Μεγάλο Σάββατο, αλλά η πρώτη Ανάσταση είχε γίνει…


Κλείνω με ολίγη - διαφωτιστική για πολλά - ιστορία όπως την αντέγραψα απ’ τη Wikipedia:
Το Νυμφαίο συνοικίστηκε περί το 1385 από Βλάχους Οδίτες, δηλαδή λατινόφωνους αυτόχθονες Μακεδόνες, που επί 1.400 χρόνια φύλαγαν τη γειτονική Εγνατία Οδό και οι οποίοι κατέφυγαν τότε στα απρόσιτα βουνά ύστερα από σκληρές μάχες με τους Οθωμανούς. Αυτοί οι πολεμιστές οικιστές του Νυμφαίου συνθηκολόγησαν αργότερα υπό όρους. Έτσι παρέμειναν ένοπλοι και αυτοδιοικούμενοι, υπαγόμενοι απευθείας στη Βαλιντέ Σουλτάνα, , στην οποία πλήρωναν πολύ μειωμένους φόρους. Μέχρι τις αρχές του 17ου αιώνα ζούσαν κυρίως με ληστρικές επιδρομές στα τσιφλίκια του κάμπου. Περί το 1630 άρχισαν να επιδίδονται στην ασημουργία και ανέδειξαν το χωρίο τους σε περιώνυμο κέντρο αργυροχρυσοχοΐας όλης της Μακεδονίας για τους υπόλοιπους τρεις αιώνες.
Κατά τις σαρωτικές επιδρομές των Αλβανών, κατά τα τέλη του 18ου αιώνα μετά τα Ορλωφικά, το Νυμφαίο δέχτηκε πολλούς πρόσφυγες από βλάχικα μέρη που καταστράφηκαν από τους επιδρομείς. Παράλληλα, ένας σημαντικός αριθμός κατοίκων του χωρίου μετακινήθηκε σε χωριά της ανατολικής Μακεδονίας.

Δευτέρα, Απριλίου 12, 2010

"Πώς να εκπαιδεύσετε τον δράκο σας".

Αν κατοικεί ακόμα μέσα σας ένα μικρό παιδί που ξετρελλαίνεται για κινούμενα σχέδια, τότε να πάτε οπωσδήποτε να δείτε το "Πώς να εκπαιδεύσετε τον δράκο σας".

Ένας μικρός Βίκινγκ, ο Ψαρής, αρνείται να υπακούσει στην παράδοση της φυλής του που θέλει να σκοτώνουν τους δράκους κι όταν ο πατέρας του και αρχηγός της φυλής, λείπει σε αποστολή, ένα τυχαίο γεγονός φέρνει τον Ψαρή αντιμέτωπο με τον δράκο Φαφούτη (Τootheless). Σιγά- σιγά, ο Ψαρής κερδίζει την εμπιστοσύνη του δράκου, τον βοηθάει να πετάξει ξανά κι αρχίζει έτσι μια σχέση αγάπης ανάμεσα στα δυο πλάσματα.
Η στιγμή της σύγκρουσης με την φυλή του έρχεται όταν μπροστά σε όλους θα κληθεί να σκοτώσει έναν δράκο στην αρένα. Ο Ψαρής αρνείται, πετάει το μαχαίρι και χαϊδεύει τον δράκο μπροστά στα έκπληκτα μάτια όλων. Η περιπέτεια αρχίζει με όλα τα πλοία των Βίκινγκς να πραγματοποιούν εκστρατεία προκειμένου ν' ανακαλύψουν και να καταστρέψουν τη φωλιά των δράκων. Ο Φαφούτης συλλαμβάνεται και κρατείται αιχμάλωτος, ενώ ο Ψαρής με τη συνδρομή των άλλων συνομηλίκων του θα προσπαθήσει ν' αλλάξει στους μεγάλους γνώμη για τους δράκους και να σταματήσει το κυνήγι τους.

Η ταινία βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο της Cressida Cowell και είναι όχι μόνο ευχάριστη με την έννοια της περιπέτειας και του θεάματος, αλλά συγχρόνως διδακτική για τον σεβασμό στη φύση, την σχέση που μπορεί ν' αναπτυχθεί ανάμεσα σ' ένα παιδί και σ' ένα ζώο, καθώς και για την επεξεργασία και υπερνίκηση των φοβιών και των προκαταλήψεων.
Θα το πήγαινα ακόμα μακρύτερα, λέγοντας πώς παρόλο που εδώ έχουμε να κάνουμε με δράκους , δηλαδή με φανταστικά πλάσματα, η ταινία θα μπορούσε να μάθει στα μικρά παιδιά την αγάπη για όλα τα πλάσματα της φύσης, έτσι ώστε οι μελλοντικές γενιές να σταματήσουν την παραγωγή κυνηγών κάθε είδους.

Μετά απ' αυτό, θα λατρέψετε στα σίγουρα τον μικρό μαύρο Φαφούτη με τα καταπράσινα μάτια.
Αλήθεια, πότε θα βγει σε λούτρινο;

Παρασκευή, Απριλίου 09, 2010

Στην πατρίδα του εξαφανισμένου κάστορα

Μου το χρώσταγα το ταξειδάκι στην Καστοριά, μιας και μιλάμε για την πατρίδα της γιαγιάς μου. Τόσα είχα ακούσει στα χρόνια που μεγάλωνα κι ήρθε η στιγμή να τα δω από κοντά. Συγγενείς που είχα να δω από παιδί, άλλοι που δεν είχα γνωρίσει ποτέ, το πατρικό σπίτι της οικογένειας της, χτισμένο απ’ το 1915 και με επιγραφή που το πιστοποιεί. Χρώματα, αρώματα της άνοιξης που οργίαζε καθώς αποτυπωνόταν στη φύση, παραδοσιακές γεύσεις, καμπάνες από εκκλησίες και μοναστήρια, ένας κόσμος που μας δέχτηκε φιλόξενα και μας περιμένει ξανά.

Το όνομα Καστοριά αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Προκόπιο στα μέσα του 6ου αι। μ.Χ.) ως όνομα της λίμνης που φαίνεται πως ονομάστηκε έτσι από τους Κάστορες, τα μικρά δηλαδή γουνοφόρα ζώα που ζούσαν μέσα στη λίμνη ή γύρω από αυτή.Άλλες απόψεις γύρω από την προέλευση του ονόματος, όπως ότι το όνομα προέρχεται από τη λέξη Κάστρο (λατ. Catrsum), ή από τον μυθικό Κάστορα, ήρωα που λατρεύονταν στην περιοχή, δεν μοιάζουν πιθανές.

Από τους περισσότερους μελετητές η Καστοριά ταυτίζεται με το αρχαίο Κέλετρο, μια πόλη που μνημονεύεται μόνο από το ρωμαίο ιστορικό Τίτο Λίβιο κατά την περιγραφή της πορείας των ρωμαϊκών στρατευμάτων με επικεφαλής τον P. Sulpicius Galba στην περιοχή εναντίον του Φιλίππου Ε'(198 μΧ).Σε ό,τι αφορά στην προέλευση του ονόματος της πόλης αυτής διατυπώθηκαν από τους μελετητές δυο απόψεις: η πρώτη υποστηρίζει ότι η λέξη Κέλετρο προέρχεται από το ρήμα κήλω=θέλγω, γοητεύω, συνεπώς η πόλη που θέλγει και η δεύτερη ότι προήλθε από τη λέξη κήκηθρον> κάλαθρον> κέλετρον = καλάθι, είδος εργαλείου ψαρικής.

Η πρώτη εικόνα λοιπόν όταν αντικρίσαμε την πόλη ήταν θελκτική κατά τα ως άνω αναφερόμενα। Βέβαια, όταν κανείς πλησιάζει και περπατάει δίπλα στη λίμνη, δεν μπορεί παρά να θλίβεται για την απουσία αισθητικής που έχει εξαπλωθεί και στην επαρχία (πώς αλλιώς να εξηγήσω την ύπαρξη πολυκατοικίας με θέα τη λίμνη) καθώς και για την αδιαφορία προς το φυσικό περιβάλλον.

Οι κάστορες αποτελούν μακρινό παρελθόν αφού θυσιάστηκαν στον βωμό της γούνας κι ολόγυρα –τόσο μέσα στην πόλη όσο και στις παρυφές της- δεσπόζουν μαγαζιά κι εταιρείες με γούνες κι επιγραφές γραμμένες στα ελληνικά και ρωσικά. Δεν θα αναφερθεί μάλλον ποτέ σε κανέναν τουριστικό οδηγό, αλλά εγώ θέλω να πω αυτά που άκουσα από ανθρώπους που ξέρουν κι η πραγματικότητα είναι ότι η νεόπλουτη τάξη των Ρώσων ξεπλένει πολύ χρήμα στις αγορές γουναρικών τη σήμερον ημέρα. Έτσι, δεν είναι ν’ απορεί κανείς για την εξαφάνιση του γηγενούς και συμπαθούς κάστορα αλλά και για τη διακριτική ύπαρξη εκτροφείων μινκ εκτός πόλεως. Τα ζωάκια εισάγονται από τις Σκανδιναβικές χώρες και την Αμερική…

Τώρα λοιπόν οι Ρώσοι, παλιότερα οι Τούρκοι και πιο παλιά μια παγκόσμια αγορά -κέντρο εμπορίας της οποίας ήταν η Λειψία, όπου μια φορά το χρόνο, κάθε Κυριακή του Θωμά, οι έμποροι προμηθεύονταν τα δέρματα για να τα επεξεργαστούν- ήταν και είναι οι παράγοντες που συνετέλεσαν στον διαρκή πλούτο της πόλης και των επιφανών κατοίκων της. Η Καστοριά όπως και η γειτονική Σιάτιστα στην οποία περάσαμε λίγες ώρες, ήταν ανέκαθεν πλούσιες πόλεις χάρη στην ιδιαίτερη τεχνική της κατασκευής γουναρικών που αναπτύχθηκε από τους βυζαντινούς χρόνους, πιθανόν όταν οι πρώτοι Καστοριανοί τεχνίτες μαθήτευσαν στην Κωνσταντινούπολη. Αξιοσημείωτο είναι ότι η επεξεργασία της γούνας γίνεται παραδοσιακά με τον ίδιο τρόπο εδώ και πεντακόσια χρόνια.

Τον 16ο και 17ο αιώνα η συντεχνία των Καστοριανών γουναράδων της Κωνσταντινούπολης βρίσκεται στην ακμή της και πολλά από τα μέλη της κατέχουν θέσεις με μεγάλο κύρος και επιρροή। Η γούνα δεν παρήκμασε ούτε κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Αντιθέτως, η ζήτηση ήταν μεγάλη γιατί οι Τούρκοι αγαπούσαν τα γούνινα πολυτελή ρούχα, αλλά και γιατί οι στολές των αξιωματικών είχαν γούνινα κομμάτια. Τα πρώτα χρόνια χρησιμοποιούσαν δέρματα από ολόκληρα ζώα, αργότερα, όμως, τον 18ο αιώνα, παρουσιάστηκε έλλειψη ζώων, οπότε οι Καστοριανοί έφτιαχναν θαυμάσια ρούχα από αποκόμματα.



Οι Καστοριανοί απέκτησαν μεγάλη φήμη για την τέχνη τους, ανοίχτηκαν σε αγορές έξω από τα όρια της οθωμανικής αυτοκρατορίας και δημιούργησαν αντιπροσωπείες στην Ευρώπη και τη Ρωσία. Η ευμάρεια της εποχής αυτής αποτυπώνεται στα αρχοντικά της πόλης


Στη νότια πλευρά της λίμνης και προς τα μέσα, εκτείνεται η παλιά πόλη, η συνοικία Ντολτσό (απ’ το ιταλικό ντόλτσε=γλυκό) με τα παραδοσιακά αρχοντικά। Αυτά είναι χάρμα οφθαλμών ακόμα και τα εγκαταλειμμένα που στέκουν έτσι χάσκοντας στο αδυσώπητο πέρασμα του χρόνου. Τα σπίτια αυτά είναι δείγματα της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής από φημισμένους Μακεδόνες και Ηπειρώτες «μαΐστορες», που ταξίδευαν στα Βαλκάνια και στη Μικρά Ασία. Τριώροφα ή τετραώροφα, ανάλογα με την κλίση του εδάφους, έχουν κήπους και εσωτερικές αυλές, ψηλούς φράχτες, κλειστούς εξώστες και παράθυρα με κάγκελα. Όσα ήταν παραλίμνια, έφταναν μέχρι τη λίμνη με τις αυλές τους που τις έλεγαν αβγατές. Εκεί είχαν όλοι τις βάρκες τους, οι οποίες ήταν απαραίτητες για την μετακίνησή τους. Σταθήκαμε τυχεροί γιατί ένα απ’ αυτά έχει μετατραπεί σε Λαογραφικό Μουσείο και διαπιστώσαμε και εκ των έσω την παραδοσιακή δομή και λειτουργία τους


Το αρχοντικό του Νεράντζη Αϊβάζη, κατοικήθηκε συνεχόμενα 280 χρόνια (1680-1960). Το ισόγειο είναι πετρόχτιστο με ελάχιστα ανοίγματα και χώρους εργασίας, στο υπόγειο υπάρχουν χώροι αποθήκευσης τροφίμων, το ζυμωτήρι, το κελλάρι και οι καρβουναποθήκες, ενώ ανεβαίνοντας τη σκάλα και περιδιαβαίνοντας στους ορόφους, παρατηρούμε την «κρεβάτα», τον χώρο που φιλοξενούσε τις επίσημες τελετές και γιορτές, τον «καλόν οντά», καθώς και το καλοκαιρινό καθημερινό δωμάτιο που σήμερα για τις ανάγκες του μουσείου στεγάζει την αναπαράσταση ενός εργαστηρίου γουνοποιίας. Ένα ακόμα σημαντικό δωμάτιο είναι το «Δοξάτο», ένα ορθογώνιο σαλόνι σε σχήμα Π που φιλοξενούσε χορούς και σημαντικά γεγονότα. Ολόγυρα περιβάλλαεται από εντυπωσιακά βιτρώ και η οροφή του είναι ξυλόγλυπτη. Μια τοιχογραφία μ’ ένα τοπίο της Βενετίας κοσμεί το δωμάτιο που υποδέχονταν τον μελλοντικό γαμπρό.

Μάθαμε ότι ανάλογα με το πού εμπορεύονταν οι γουναράδες, στη Βενετία ή την Κωνσατντινούπολη, αυτή η πόλη ζωγραφιζόταν και στον τοίχο του αρχοντικού τους।Το αρχοντικό Νεράντζη- Αϊβάζη ήταν ζωγραφισμένο στο μεγαλύτερο μέρος του, όμως όταν οι ιδιοκτήτες ασβέστωσαν τους τοίχους, μετά από συμβουλή των γιατρών, για να προλάβουν τη φυματίωση, χάθηκε μεγάλο μέρος της ζωγραφικής.


Η κουζίνα του σπιτιού με το μαγειρείο ήταν εκτός, στον χώρο της αυλής για λόγους προστασίας από ενδεχόμενη πυρκαγιά, ενώ μέσα στο σπίτι υπήρχε και καταπακτή απ’ την οποία φυγαδεύονταν τα γυναικόπαιδα σε περίπτωση τουρκικής εισβολής.

Μια ακόμα εντυπωσιακή πληροφορία είναι η ακόλουθη. Τα ανύπαντρα κορίτσια της οικογένειας είχαν δικαίωμα να παρατηρούν τον υποψήφιο γαμπρό από ένα παραθυράκι. Αν τους άρεσε, κερνούσαν τον γαμπρό γλυκό καφέ. Αν όχι, ο καφές ήταν πικρός κι έτσι εκείνος λάμβανε το μήνυμα της απόρριψης. Ο γαμπρός δεν έβλεπε τη νύφη παρά τη μέρα του γάμου. Στην απορία μας γι’ αυτή την προχωρημένη για την εποχή άποψη να έχει δικαίωμα επιλογής η γυναίκα, η απάντηση ήταν ότι επειδή οι πατεράδες ταξίδευαν πολύ είχαν γίνει ανοιχτόμυαλοι…

Η σπηλιά του Δράκου είναι ένα ακόμη αξιοθέατο του οποίου είχαμε την τιμή να είμαστε απ’ τους πρώτους επισκέπτες (μέσα στους πρώτους 12.000 για την ακρίβεια), αφού άνοιξε για το κοινό τον περασμένο Δεκέμβρη. Πρόκειται για ένα σπήλαιο με σταλακτίτες και σταλαγμίτες και 7 υπόγειες λίμνες το οποίο ανακαλύφθηκε το 1940. Στην ξενάγηση, μας είπανε ότι τα οστά ζώου που βρέθηκαν εδώ είχαν ηλικία 10.000 ετών κι ανήκαν σε αρκούδα που προφανώς έψαχνε τροφή κι έπεσε μέσα με αποτέλεσμα να εγκλωβιστεί. Ωστόσο, το αστείο της υπόθεσης είναι ότι έχει κατασκευασθεί ένας μύθος για έναν δράκο που κατοικούσε το σπήλαιο φρουρώντας έναν αμύθητο θησαυρό. Μας το έπαιξαν σαν παραμυθάκι που ακουγόταν απ’ τα ηχεία κατά την περιήγηση μας κι εύλογα προκάλεσε τη θυμηδία μας και την απορία γιατί οι καστοριανοί δεν κατέφυγαν στην ορθότερη κι αληθέστερη ονομασία Σπήλαιο της Αρκούδας.

Τέλος, επισκεφτήκαμε τον Λιμναίο Οικισμό στο Δισπηλιό, όπου είδαμε την Αναπαράσταση ενός προϊστορικού οικισμού ηλικίας 7.500 χρόνων. Μικρές καλύβες ολόγυρα μας βοήθησαν να καταλάβουμε την καθημερινότητα των ανθρώπων εκείνης της εποχής που επέλεξαν να ζήσουν μέσα στη λίμνη αφενός για να προφυλαχθούν απ’ τα άγρια ζώα της ξηράς, αφετέρου γιατί η λίμνη τους εξασφάλιζε νερό και τροφή. Αξίζει να σημειωθεί, ότι το νερό της λιμνης ήταν πόσιμο ως το 1950. Πιο κάτω, ένα πρόχειρο μουσείο στεγάζει τα πραγματικά ευρήματα που τεκμηριώνουν την ύπαρξη ζωής στον οικισμό.


Η Καστοριά είναι μια απ’ τις πόλεις που αξίζει κανείς να επισκεφτεί παρόλα τα αρνητικά που είπαμε και που αφορούν στο αισθητικό κομμάτι.Κουβαλάει μνήμες ένδοξου παρελθόντος με τα αρχοντικά σπίτια και τις 80 περίπου βυζαντινές εκκλησίες σκορπισμένες παντού μέσα στην πόλη, έχει ωραία παραδοσιακά φαγητά, εύγεστο τσίπουρο, ωραία φύση εκτός πόλης και είναι ιδανική για περίπατο ή για ποδήλατο γύρω απ’ τη λίμνη.

Ιδιαιτέρως η βόρεια πλευρά της λίμνης όπου κι αυτή έχει την παλιά αρχοντική συνοικία Απόζαρι, είναι πολύ πιο ήσυχη απ’ τη νότια καθώς και το κομμάτι της νότιας μετά το Ντολτσό που σταματάνε τα σπίτια και χαζεύει κανείς πάπιες, χήνες και τα ψηλά δέντρα να γέρνουν νωχελικά στη λίμνη.


Συνεχίζεται γιατί το ταξειδάκι είχε και ολίγον Πρέσπες....